Κατατέθηκε η τροπολογία για το νέο πλαίσιο προστασίας της κύριας κατοικίας οικονομικά αδύναμων φυσικών προσώπων



Με τις διατάξεις της τροπολογίας 2057/52 στο σχέδιο νόμου «Εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με την Οδηγία (ΕΕ) 2016/943 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 8ης Ιουνίου 2016 σχετικά με την προστασία της τεχνογνωσίας και των επιχειρηματικών πληροφοριών που δεν έχουν αποκαλυφθεί (εμπορικό απόρρητο) από την παράνομη απόκτηση, χρήση και αποκάλυψή τους (EEL 157 της 15.06.2016). Μέτρα για την επιτάχυνση του έργου του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης και άλλες διατάξεις.», εισάγονται ρυθμίσεις αρμοδιότητας
Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης σχετικά με το πλαίσιο προστασίας της κύριας κατοικίας οικονομικά αδύναμων φυσικών προσώπων από την αναγκαστική ρευστοποίηση, με τη δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών τους, από οποιαδήποτε αιτία, προς πιστωτικά ιδρύματα. Ειδικότερα, μεταξύ άλλων, προβλέπονται τα ακόλουθα:

1. α. Καθορίζονται το πεδίο εφαρμογής των προτεινόμενων ρυθμίσεων και οι προϋποθέσεις επιλεξιμότητας, που απαιτούνται για την υπαγωγή των φυσικών προσώπων στις εν λόγω ρυθμίσεις, οι οποίες πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά και αναφέροντας μεταξύ άλλων:
-την αξία της προστατευόμενης κύριας κατοικίας (να μην υπερβαίνει τα 175.000 ευρώ, αν στις οφειλές περιλαμβάνονται επιχειρηματικά δάνεια και τα 250.000 ευρώ σε κάθε άλλη περίπτωση),
-το οικογενειακό εισόδημα του αιτούντος φυσικού προσώπου (να μην υπερβαίνει τα 12.500 ευρώ, προσαυξανόμενο κατά 8.500 ευρώ για το σύζυγο και κατά 5.000 ευρώ για κάθε εξαρτώμενο μέλος και μέχρι τα τρία (3) εξαρτώμενα μέλη),
-τη συνολική ακίνητη περιουσία του αιτούντα, του συζύγου του και των εξαρτημένων μελών αυτού, (πέραν της κύριας κατοικίας του καθώς και τα μεταφορικά μέσα του αιτούντα και του συζύγου, να έχουν συνολική αξία που δεν υπερβαίνει τα 80.000 ευρώ, εφόσον το σύνολο των οφειλών υπερβαίνει τα 20.000 ευρώ κ.λπ.)
-το σύνολο των ανεξόφλητων κεφαλαίων: α) να μην υπερβαίνει τις 130.000 ευρώ ανά πιστωτή κ.λ.π.

β. Δίδονται οι έννοιες των όρων για την εφαρμογή των προτεινόμενων διατάξεων.

γ. Προβλέπεται ο τρόπος προσδιορισμού της αξίας των περιουσιακών στοιχείων, για διαπίστωση της επιλεξιμότητας των αιτούντων που μπορούν να υπαχθούν στο καθεστώς προστασίας της κύριας κατοικίας.

3. Αναπτύσσεται από τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.) του Υπουργείου Οικονομικών, σε συνεργασία με την Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.), ψηφιακή πλατφόρμα ηλεκτρονικής υποβολής και διαχείρισης αιτήσεων, μέσω της οποίας διεξάγεται η διαδικασία υποβολής αίτησης και επιλεξιμότητας στο καθεστώς προστασίας της κύριας κατοικίας.

4. Καθορίζεται η διαδικασία υποβολής της σχετικής αίτησης και συγκεκριμένα:
α. Ορίζεται η 31η Δεκεμβρίου 2019 ως η προθεσμία υποβολής της αίτησης για την υπαγωγή φυσικών προσώπων στις προτεινόμενες διατάξεις,
β. Ρυθμίζονται θέματα σχετικά με:
το κώλυμα υποβολής δεύτερης αίτησης από το ίδιο φυσικό πρόσωπο, τη διαγραφή και επανυποβολή της αίτησης, σε περίπτωση ελλείψεων ή σφαλμάτων, τα στοιχεία που απαιτούνται για την ορθή συμπλήρωση της εν λόγω αίτησης και τα δικαιολογητικά που υποχρεωτικά πρέπει να τα συνοδεύουν, τα εξαρτώμενα και μη, μέλη της οικογένειας του αιτούντος ή οι νόμιμοι αντιπρόσωποι αυτού, από τους οποίους πρέπει να συνυπογράφεται η εν λόγω αίτηση, την αυτόματη ανάκτηση στοιχείων από τη βάση δεδομένων τόσο της Φορολογικής Διοίκησης όσο και των πιστωτικών ιδρυμάτων κατά την υποβολή της αίτησης καθώς και την υποβολή των ανωτέρω στοιχείων από τον ίδιο τον αιτούντα, σε περίπτωση μη ανάκτησης αυτών, από τις προαναφερόμενες βάσεις δεδομένων, τον κατάλογο των πιστωτών με οφειλές ανεπίδεκτες ρύθμισης, έκαστος των οποίων έχει απαίτηση ανώτερη των 2.000 ευρώ, τη διαδικασία παροχής άδειας από τον αιτούντα στους συμμετέχοντες πιστωτές και στο Δημόσιο για πρόσβαση, επεξεργασία κ.λπ. τόσο των δεδομένων που περιλαμβάνονται στην εν λόγω αίτηση όσο και των εγγράφων που τη συνοδεύουν. Η παροχή της ανωτέρω άδειας συνεπάγεται και την άρση του απορρήτου των τραπεζικών καταθέσεων (ν.δ. 1059/1971) και του φορολογικού απορρήτου (ν.4174/2013). Η υποβολή της αίτησης διακόπτει τη διαδικασία του Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών, σχετικά με τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων ιδιωτικών οφειλών,
την περίπτωση αναζήτησης από το Δημόσιο εις βάρος του αιτούντα της καταβληθείσας συνεισφοράς, η οποία επιβαρύνεται με επιτόκιο 5% από το χρόνο καταβολής της, τη διαδικασία μεταγραφής ή καταχώρισης στο κτηματολογικό φύλλο της κύριας κατοικίας του αιτούντος.

γ. Παρέχεται η δυνατότητα προελέγχου της επιλεξιμότητας των εν λόγω αιτήσεων.

5. Περιγράφεται η διαδικασία συναινετικής ρύθμισης μεταξύ του αιτούντα και του πιστωτή. Ειδικότερα, μεταξύ άλλων προβλέπονται:
Οι πρώτες ενέργειες, όπως η κοινοποίηση της σχετικής αίτησης με τα συνοδευτικά της έγγραφα στους πιστωτές, των οποίων οι απαιτήσεις ζητείται να ρυθμιστούν και το χρονικό περιθώριο (ένας μήνας από την κοινοποίηση της αίτησης) υποβολής πρότασης για τη ρύθμιση της απαίτησης από πλευράς του πιστωτή.
Οι περιπτώσεις ολοκλήρωσης της διαδικασίας συναινετικής ρύθμισης, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα.
Οι προϋποθέσεις διενέργειας των αναφερόμενων πράξεων που αφορούν τους πιστωτές του ιδιωτικού τομέα, που δεν είναι πιστωτικά ιδρύματα ή εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις του άρθρου 1 του ν. 4354/2015 και που κατέστησαν πιστωτές λόγω υποκατάστασης ή διαδοχής πιστωτικού ιδρύματος, κ.λ.π.

6. Καθορίζονται οι όροι προστασίας της κύριας κατοικίας. Ειδικότερα, προβλέπεται ότι:
Για την προστασία της κύριας κατοικίας του, ο αϊτών καταβάλλει το 120% της αξίας αυτής σε μηνιαίες ισόποσες τοκοχρεωλυτικές δόσεις, με επιτόκιο ίσο με το Euribor τριμήνου προσαυξημένο κατά 2%. Αν το 120% της αξίας της κύριας κατοικίας υπερβαίνει το σύνολο των οφειλών που περιλαμβάνονται στην αίτηση, τότε καταβάλλεται το σύνολο των οφειλών σε αντίστοιχες τοκοχρεωλυτικές δόσεις.
Το προαναφερόμενο ποσό καταβάλλεται σε χρονικό διάστημα 25 ετών, το οποίο όμως δεν πρέπει να υπερβαίνει το 80ο έτος της ηλικίας του αιτούντος, εκτός εάν συμβληθεί εγγυητής, αποδοχής των πιστωτών, ευθυνόμενος ως αυτοφειλέτης.
Αν ρυθμίζονται περισσότεροι από ένας πιστωτές, τότε η μηνιαία δόση, που προκύπτει, επιμερίζεται μεταξύ των ρυθμιζόμενων πιστωτών, ανάλογα με το ποσοστό συμμετοχής τους σε πλειστηρίασμα που θα προέκυπτε, αν η κύρια κατοικία πλειστηριαζόταν χωρίς έξοδα εκτέλεσης και χωρίς κατάταξη λοιπών πιστωτών, που δεν αναφέρονται στην αίτηση.

7. α. Προβλέπεται συνεισφορά του Δημοσίου στις μηνιαίες καταβολές του αιτούντος για ρύθμιση των οφειλών του. Η συνεισφορά αυτή καταβάλλεται σε ειδικό ακατάσχετο λογαριασμό με δικαιούχο τον οφειλέτη, δεν κατάσχεται ούτε συμψηφίζεται, ενώ για την έγκριση και καταβολή της, δεν απαιτείται φορολογική ή ασφαλιστική ενημερότητα του οφειλέτη.

β. Η συνεισφορά του Δημοσίου διαρκεί για όσο χρόνο διαρκεί η ρύθμιση και διακόπτεται αν ο δικαιούχος καθυστερήσει την καταβολή του ποσού που βαρύνει τον ίδιο.

γ. Αναφέρονται οι λόγοι έκπτωσης του αιτούντος από την εγκριθείσα συνεισφορά και προβλέπεται η αναζήτηση, εκ μέρους του Ελληνικού Δημοσίου, όλων των ποσών που κατέβαλε, σε περίπτωση που ο οφειλέτης εκπέσει ως προς οποιονδήποτε πιστωτή.

8. α. Καθορίζεται η διαδικασία και οι προϋποθέσεις για την προστασία της κυρίας κατοικίας με δικαστική προσφυγή, από φυσικό πρόσωπο που δεν κρίθηκε επιλέξιμο ή ενώ κρίθηκε επιλέξιμο, για οποιονδήποτε λόγο, δεν επιτεύχθηκε συμφωνία με έναν ή περισσότερους από τους πιστωτές.

β. Ορίζεται το οικείο Ειρηνοδικείο, ως το αρμόδιο δικαστήριο για τη διεκπεραίωση του προαναφερόμενου σκοπού.

9. Καθορίζεται η διαδικασία και οι προϋποθέσεις για την προσωρινή προστασία της κύριας κατοικίας. Ειδικότερα, μεταξύ άλλων, προβλέπεται ότι:
Αναστέλλεται αυτοδικαίως κάθε πλειστηριασμός της κύριας κατοικίας του αιτούντα, από την κοινοποίηση της αίτησης, αφού προηγουμένως ο οφειλέτης έχει κριθεί επιλέξιμος, και μέχρι τη λήξη της οριζόμενης προθεσμίας.
Ο δικαστής του πρωτοβάθμιου ή του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, στο οποίο εκκρεμεί η αίτηση, μπορεί, σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, ύστερα από σχετικό αίτημα του αιτούντος, που κρίθηκε επιλέξιμος, αλλά για οποιοδήποτε λόγο δεν ρύθμισε συναινετικά μία ή περισσότερες οφειλές του, να εκδώσει υπέρ αυτού προσωρινή διαταγή, υπό τις οριζόμενες προϋποθέσεις, με την οποία παρατείνεται η αναστολή μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης.
Ο αϊτών, που κρίθηκε μη επιλέξιμος, μπορεί, να αναστείλει τον πλειστηριασμό της κύριας κατοικίας του, σύμφωνα με το άρθρο 1000 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Η αναστολή εκτέλεσης δεν εμποδίζει την επιβολή αναγκαστικής εκτέλεσης ή ασφαλιστικών μέτρων στην κύρια κατοικία του αιτούντος, αρκεί να μην πραγματοποιηθεί πλειστηριασμός, ούτε τη λήψη μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης ή ασφαλιστικών μέτρων στην υπόλοιπη περιουσία του οφειλέτη ούτε την άσκηση αγωγής ή την έκδοση διαταγής πληρωμής για τις απαιτήσεις, των οποίων ζητείται η ρύθμιση.

10.α. Προβλέπονται οι επερχόμενες συνέπειες μετά την επίτευξη συναινετικής ή δικαστικής ρύθμισης μεταξύ οφειλετών και πιστωτών, για την προστασία της κύριας κατοικίας. Μεταξύ άλλων:
Παρέχεται η δυνατότητα αποκλειστικά στους μη επιδεκτικούς ρύθμισης πιστωτές του ιδιωτικού τομέα να επισπεύσουν αναγκαστική εκτέλεση, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα.
Προβλέπεται ότι, με το θάνατο του αιτούντος, πριν την ολοκλήρωση της ρύθμισης, αυτή διακόπτεται, εκτός αν συμβλήθηκε εγγυητής. Δύναται ο κληρονόμος να ζητήσει την εκ νέου χορήγηση συνεισφοράς του Δημοσίου, υπό τις οριζόμενες προϋποθέσεις.

β. Ορίζονται τα μέτρα που μπορεί να λαμβάνονται από τον θιγόμενο πιστωτή σε περίπτωση αθέτησης της ρύθμισης εκ μέρους του αιτούντα.

γ. Προβλέπεται ότι, με την επιτυχή ολοκλήρωση της ρύθμισης και την πλήρη συμμόρφωση του οφειλέτη αποσβέννυται το τμήμα των ρυθμισμένων απαιτήσεων που υπερβαίνει το ποσό του 120% της αξίας της κύριας κατοικίας
του οφειλέτη καθώς και κάθε υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης, που εγγράφηκε στην κύρια κατοικία για ρυθμισμένη απαίτηση.

11.α. Παρέχονται οι απαιτούμενες εξουσιοδοτήσεις, για την εφαρμογή των προτεινομένων διατάξεων (έκδοση κ.υ.α., για τις προδιαγραφές της ηλεκτρονικής πλατφόρμας, τον τρόπο προσδιορισμού της συνεισφοράς του Δημοσίου κ.λ.π.).

β. Περιλαμβάνονται μεταβατικής ισχύος διατάξεις καθώς και ρυθμίσεις λεπτομερειακού χαρακτήρα για την εφαρμογή της εν λόγω τροπολογίας, η έναρξη ισχύος της οποίας αρχίζει στις 30.4.2019.

Αναλυτικά:

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Η παρούσα τροπολογία εντάσσεται ως Μέρος Έβδομο στο παρόν νομοσχέδιο.

Α. ΕΠΙ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ

Με την προτεινόμενη ρύθμιση εισάγεται πρόγραμμα επιδότησης της αποπληρωμής στεγαστικών και επιχειρηματικών δανείων με υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης σε κύρια κατοικία φυσικών προσώπων. Τρ πρόγραμμα αυτό επιδιώκει διττό σκοπό: α) να αποτελέσει ένα νέο πλαίσιο για την προστασία της κύριας κατοικίας οικονομικά αδύναμων φυσικών προσώπων, β) να εισαγάγει ένα μηχανισμό ρύθμισης μη εξυπηρετούμενων στεγαστικών και επιχειρηματικών δανείων, τα οποία εξασφαλίζονται με υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης σε κύρια κατοικία.
Ευάλωτοι οφειλέτες μπορούν να προστατεύσουν την κύρια κατοικία τους από τη ρευστοποίηση με τη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 9 του ν. 3869/2010 (Α' 130). Ωστόσο η διάταξη αυτή εφαρμόζονται μόνο σε αιτήσεις που ασκήθηκαν μέχρι την 28η Φεβρουάριου 2019. Η χρονικά περιορισμένη ισχύς της εν λόγω διάταξης δικαιολογείται από το γεγονός ότι αντανακλά μία οικονομική συγκυρία, η οποία έχει ήδη αρχίσει να μεταβάλλεται. Επομένως επιβάλλεται επανεξέταση του πλαισίου προστασίας της κύριας κατοικίας, με βάση τις σημερινές οικονομικές συνθήκες.
Ένα μεγάλο κενό του ισχύοντος πλαισίου προστασίας της κύριας κατοικίας αφορά τα πρόσωπα με πτωχευτική ικανότητα. Ο ν. 3869/2010 εφαρμόζεται μόνο σε φυσικά πρόσωπα χωρίς πτωχευτική ικανότητα. Αντίθετα, για τα φυσικά πρόσωπα με πτωχευτική ικανότητα η ισχύουσα νομοθεσία δεν δίνει καμία δυνατότητα προστασίας της κύριας κατοικίας τους, παρά μόνο αν ρυθμίσουν τις οφειλές τους συναινετικά με τους πιστωτές τους ή έστω με την πλειοψηφία αυτών, στα πλαίσια του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων (ν. 4469/2017, Α' 62) ή της προπτωχευτικής διαδικασίας εξυγίανσης των άρθρων 99 επ. του Πτωχευτικού Κώδικα (ν. 3588/2007, Α' 153). Ένα νέο πλαίσιο προστασίας της κύριας κατοικίας οφείλει να καλύψει το κενό αυτό, καθώς η αναγκαιότητα της προστασίας καθορίζεται αποκλειστικά με κοινωνικά κριτήρια και όχι με βάση το είδος της δραστηριότητας του οφειλέτη.
Η προστασία της κύριας κατοικίας των φυσικών προσώπων επιθυμητό είναι να ενταχθεί σε ένα ενιαίο πλαίσιο αφερεγγυότητας των φυσικών προσώπων, με ή χωρίς πτωχευτική ικανότητα, καθώς η πολλαπλότητα των πλαισίων δυσκολεύει την παρακολούθησή τους από τους πιστωτές και αυξάνει τους κινδύνους είτε σφαλμάτων ως προς την επιλογή του πλαισίου είτε και καταχρήσεων, με την παράλληλη ή διαδοχική ένταξη σε όλα τα πλαίσια. Η Κυβέρνηση προτίθεται στο προσεχές χρονικό διάστημα να θεσπίσει ένα τέτοιο ενιαίο πλαίσιο α φερεγγυότητας, το οποίο θα προστατεύει υπό προϋποθέσεις την κύρια κατοικία του οφειλέτη ανεξαρτήτως της ύπαρξης ή μη πτωχευτικής ικανότητας.
Ωστόσο ο σχεδιασμός ενός ενιαίου πλαισίου είναι αρκετά πολύπλοκη υπόθεση, καθώς το πλαίσιο αυτό πρέπει να λάβει υπόψη του τόσο τις ανάγκες του οφειλέτη ως νοικοκυριού όσο και τις ανάγκες της επιχείρησης του εμπόρου οφειλέτη. Για το λόγο αυτόν, ως μεταβατική λύση, προτιμήθηκε το προτεινόμενο πλαίσιο προστασίας της κύριας κατοικίας να εισαχθεί με αυτοτελείς διατάξεις, εστιασμένες στην προστασία της κύριας κατοικίας και συμπληρωματικές στα υφιστάμενα πλαίσια του ν. 3869/2010 και του Πτωχευτικού Κώδικα.
Από την άλλη πλευρά, μολονότι τα τελευταία έτη έχει σημειωθεί αρκετά ικανοποιητική πρόοδος στο θέμα της μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, τα δάνεια με υποθήκη ή προσημείωσης στην κύρια κατοικία του οφειλέτη αποτελούν μία κατηγορία δανείων που, όταν είναι μη εξυπηρετούμενα, αντιμετωπίζουν πρόσθετες δυσχέρειες στη διαχείρισή τους. Αφενός ο εξωδικαστικός μηχανισμός δεν προσφέρεται για τη ρύθμιση των στεγαστικών δανείων των φυσικών προσώπων με εμπορική ιδιότητα (παρ. 3α του άρθρου 7 του ν. 4469/2017) λόγω οργανωτικών δυσχερειών που αντιμετωπίζουν τα πιστωτικά ιδρύματα στην ενιαία ρύθμιση στεγαστικών και επιχειρηματικών δανείων. Αφετέρου ο ν. 3869/2010 στερείται αυτοματισμών, με αποτέλεσμα η ρύθμιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων μέσω αυτού του νόμου να παρουσιάζει ακόμα καθυστερήσεις, παρά την πρόοδο που σημειώθηκε στον τομέα της επιτάχυνσης της διαδικασίας του ν. 3869/2010. Τα προβλήματα αυτά φιλοδοξούν να αντιμετωπίσουν οι προτεινόμενες ρυθμίσεις, οι οποίες εισάγουν κοινό πλαίσιο τόσο για τα στεγαστικά όσο και για τα επιχειρηματικά δάνεια, με αυτοματισμούς που θα επιταχύνουν τη διαδικασία και με συνεισφορά του Δημοσίου στη ρύθμιση.

Βασικά χαρακτηριστικά του νέου πλαισίου είναι τα εξής:

Α) Στο νέο πλαίσιο μπορούν να ενταχθούν φυσικά πρόσωπα ανεξαρτήτως της πτωχευτικής ή μη ικανότητάς τους, εφόσον πληρούν συγκεκριμένα εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια (παρ. 1 του άρθρου 1).

Β) Οι δικαιούχοι υπαγωγής ρυθμίζουν μόνο οφειλές προς πιστωτικά ιδρύματα, καθώς και οφειλές προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων από στεγαστικό δάνειο, για τις οποίες έχει εγγράφει υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης στην κύρια κατοικία τους (παρ. 2 και 3 του άρθρου 1). Για τις υπόλοιπες οφειλές λαμβάνεται μέριμνα, ώστε αφενός να μην κινδυνεύει η κύρια κατοικία από κατάσχεση γι' αυτές, αφετέρου να λαμβάνουν οι υπόλοιποι πιστωτές ό,τι θα λάμβαναν σε περίπτωση πλειστηριασμού της κύριας κατοικίας (παρ. 3 του άρθρου 12).

Γ) Η διαδικασία ρύθμισης διεξάγεται μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας (άρθρο 4).

Δ) Οι υπαγόμενοι στο νέο πλαίσιο καταβάλλουν μέχρι το 120% της αξίας της κύριας κατοικίας τους με χαμηλό επιτόκιο και σε χρονική περίοδο, που μπορεί να φτάνει μέχρι και τα 25 έτη (άρθρο 8).

Ε) Το Δημόσιο συνεισφέρει στις καταβολές, σύμφωνα με τις οικονομικές δυνατότητες του υπαγόμενου προσώπου (άρθρο 9).

ΣΤ) Αν δεν επιτευχθεί συναινετική ρύθμιση, τότε ο οφειλέτης δικαιούται να ζητήσει τη ρύθμιση των οφειλών του με απόφαση δικαστηρίου (άρθρο 10).

Β. ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ

Επί του άρθρου 1

Με το πρώτο άρθρο καθορίζεται το πεδίο εφαρμογής των προτεινόμενων διατάξεων και οι προϋποθέσεις επιλεξιμότητας. Γενικά, οι προϋποθέσεις που θέτουν οι προτεινόμενες διατάξεις αφορούν: 1) στο πρόσωπο του αιτούντος (οφειλέτη ή τρίτου κυρίου) και την έννομη θέση του, 2) στο ύψος της αντικειμενικής αξίας και τη νομική κατάσταση της αιτούμενης να προστατευθεί κύριας κατοικίας, 3) στο ύψος του εισοδήματος και της λοιπής κινητής και ακίνητης περιουσίας του αιτούντος και 4) στο είδος και το ύψος της οφειλής και στο πρόσωπο του πιστωτή.
Συγκεκριμένα, στην παρ. 1 καθορίζονται οι προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά για την υπαγωγή στις προτεινόμενες διατάξεις και μάλιστα κατά την υποβολή της αίτησης. Εκεί ορίζεται ότι επιλέξιμα για την υποβολή της αίτησης του άρθρου 5 είναι όλα τα φυσικά πρόσωπα, ανεξαρτήτως της συνδρομής ή όχι στο πρόσωπό τους πτωχευτικής ικανότητας, λόγω ύπαρξης εμπορικής δραστηριότητας παρούσας ή παρελθούσας, που όμως έχουν κυριότητα σε ακίνητο που αποτελεί την κύρια κατοικία τους και το οποίο βρίσκεται στην Ελλάδα. Η διάταξη επιδιώκει να άρει την ανισότητα, που υπάρχει στο θέμα της προστασίας της κύριας κατοικίας μεταξύ προσώπων με και χωρίς πτωχευτική ικανότητα. Επιπρόσθετα, η διάταξη επιδιώκει να αποτρέψει τον κίνδυνο επιλογής εσφαλμένου πλαισίου από τον οφειλέτη λόγω αμφιβολίας ως προς την ύπαρξη ή μη πτωχευτικής ικανότητας, καθώς και τον κίνδυνο αμφισβητήσεων μεταξύ οφειλέτη και πιστωτών ως προς την πτωχευτική ικανότητα του οφειλέτη.

Η περίπτ. β' της παρ. 1 αποκλείει από το προτεινόμενο πλαίσιο τους οφειλέτες, των οποίων αίτηση του ν. 3869/2010 απορρίφθηκε λόγω δόλιας περιέλευσης σε αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων ή λόγω ύπαρξης επαρκούς περιουσίας. Μολονότι, για αμιγώς πρακτικούς λόγους (αυτοματισμός και ταχύτητα της διαδικασίας, χωρίς αξιολογικές κρίσεις) η έλλειψη δόλου δεν τίθεται ως προϋπόθεση ένταξης στο προτεινόμενο πλαίσιο, εντούτοις, όταν υπάρχει δικαστική απόφαση, που απορρίπτει αίτηση του ν. 3869/2010 λόγω δόλου ή λόγω ύπαρξης επαρκούς περιουσίας, η χορήγηση δυνατότητας υπαγωγής στο νέο πλαίσιο δεν θα συνιστούσε πλέον μέσο επιτάχυνσης της διαδικασίας, αλλά συνειδητή ανοχή χρήσης του νέου πλαισίου, και μάλιστα με κρατική επιδότηση, από εκείνους που δολίως υπερχρεώθηκαν. Γι' αυτό η περίπτ. β' της παρ. 1 του άρθρου 1 αποκλείει αυτές τις κατηγορίες οφειλετών από το εισαγόμενο πλαίσιο. Η ίδια δε περίπτωση αποκλείει εκείνους που ήδη ρύθμισαν τις οφειλές τους κατά το ν. 3869/2010, καθώς η διπλή ρύθμιση των ίδιων οφειλών δεν εξυπηρετεί κάποια σκοπιμότητα, αντιθέτως θα παρείχε κίνητρο στον οφειλέτη να φανεί ασυνεπής στο σχέδιο ρύθμισης οφειλών του ν. 3869/2010.

Η κυριότητα επί της κύριας κατοικίας δεν είναι απαραίτητο να είναι αποκλειστική και πλήρης, αλλά δύναται να προστατευτεί από την αναγκαστική ρευστοποίηση και η κυριότητα ιδανικού μεριδίου επί της κύριας κατοικίας, η ψιλή κυριότητα καθώς και η επικαρπία (περίπτ. α' της παρ. 1). Οφειλέτες με λοιπά εμπράγματα δικαιώματα δεν υπάγονται στις προτεινόμενες διατάξεις. Για την επιλεξιμότητα του αιτούντος λαμβάνεται υπόψη ολόκληρη η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας, την προστασία της οποίας αιτείται. Η αξία της κύριας κατοικίας προβλέπεται ότι δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 175.000 ευρώ, αν στις οφειλές που ρυθμίζονται περιλαμβάνονται επιχειρηματικά δάνεια, και σε κάθε άλλη περίπτωση (στεγαστικά, επισκευαστικά ή καταναλωτικά δάνεια, πιστωτικές κάρτες, όλα με υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης στην κύρια κατοικία) τις 250.000 ευρώ. Η πρόβλεψη διαφορετικών ορίων αξίας της κύριας κατοικίας δικαιολογείται από το ότι η προστασία της συνεπάγεται περιορισμούς και στα δικαιώματα τρίτων πιστωτών, οι οποίοι μόνο υπό τους όρους της παρ. 3 του άρθρου 12 μπορούν να επισπεύσουν αναγκαστική εκτέλεση, στην περίπτωση δε του οφειλέτη-επιχειρηματία οι τρίτοι πιστωτές περιλαμβάνουν συνήθως εργαζομένους και προμηθευτές.

Οι περιπτ. δ', ε' και στ' θέτουν όρια για την εφαρμογή του νόμου ως προς το ύψος του οικογενειακού εισοδήματος και την περιουσιακή κατάσταση του οφειλέτη και του συζύγου του. Τα όρια του οικογενειακού εισοδήματος διαμορφώθηκαν κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να αντιστοιχούν στις εύλογες δαπάνες διαβίωσης της δεύτερης ομάδας, που περιλαμβάνουν τις βασικές δαπάνες για τη διαβίωση του νοικοκυριού και επιπλέον δαπάνες εστίασης, όπως αυτές καθορίστηκαν από την Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία, προσαυξημένες κατά 70%. Η ύπαρξη άλλης, πέραν της κύριας κατοικίας, ακίνητης περιουσίας ή μεταφορικών μέσων του αιτούντος δεν κωλύει την υποβολή της αίτησης, αρκεί η αντικειμενική αξία της λοιπής ακίνητης περιουσίας και των μεταφορικών μέσων του αιτούντα, του συζύγου και των εξαρτώμενων μελών να μην υπερβαίνει το διπλάσιο της συνολικής προς ρύθμιση οφειλής και σε κάθε περίπτωση τις 80.000 ευρώ. Ο περιορισμός αυτός ισχύει μόνο αν το σύνολο των υπό ρύθμιση οφειλών είναι μεγαλύτερο των 20.000 ευρώ (περίπτ. ε'). Ο περιορισμός αυτός επιτρέπει τη διατήρηση της μικρής αξίας ακίνητης περιουσίας και ταυτόχρονα λειτουργεί αποτρεπτικά προς τους στρατηγικούς κακοπληρωτές, που ενώ έχουν αξιοποιήσιμη ακίνητη περιουσία ή μεταφορικά μέσα, ενεργούν δόλια εις βάρος των συμφερόντων των πιστωτών με την δόλια μη εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους. Αν υπάρχουν καταθέσεις, χρηματοπιστωτικά προϊόντα ή πολύτιμα μέταλλα, η συνολική αξία αυτών δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τις 15.000 ευρώ, ποσό που θεωρείται εύλογο για την αντιμετώπιση έκτακτων οικογενειακών αναγκών που μπορεί να ανακύψουν (περίπτ. στ').

Για να μπορεί ο οφειλέτης να υπαχθεί στο εισαγόμενο πλαίσιο, θα πρέπει να υπάρχει τουλάχιστον μία οφειλή επιδεκτική ρύθμισης, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που τίθενται στις επόμενες παραγράφους του άρθρου. Σε κάθε περίπτωση το ύψος των ληξιπρόθεσμων οφειλών, στο οποίο συνυπολογίζεται όχι μόνο το ληξιπρόθεσμο κεφάλαιο αλλά και κεφαλαιοποιημένοι τόκοι και τυχόν έξοδα εκτέλεσης, τη ρύθμιση των οποίων αιτείται ο οφειλέτης, δεν θα πρέπει να είναι ανώτερο από 130.000 ευρώ ανά πιστωτή (περίπτ. η'). Λαμβάνεται μέριμνα και για τα δάνεια σε ξένο νόμισμα και ρητά προβλέπεται ότι για την εφαρμογή της περίπτωσης αυτής λαμβάνεται υπόψη η ισοτιμία του ξένου νομίσματος ως προς το εγχώριο κατά τον χρόνο της υποβολής της αίτησης.

Κατά την παρ. 2 η οφειλή θα πρέπει να οφείλεται προς πιστωτικό ίδρυμα ή προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, προκειμένου να μην επιβαρύνεται η διαδικασία με οφειλές προς τρίτους που ενδεχομένως να τελούν ως προς το ύψος ή την αιτία σε αμφισβήτηση, με γνώμονα την λειτουργικότητα και αποτελεσματικότητα του νέου μηχανισμού ρύθμισης. Σε συνδυασμό την περίπτ. ζ' της παραγράφου 1 συνάγεται ότι τουλάχιστον μία από τις οφειλές θα πρέπει να είναι εμπραγμάτως εξασφαλισμένη με υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης στην κύρια κατοικία του αιτούντος, ούτως ώστε η ρύθμιση που να προκύπτει να εξασφαλίζει την ουσιαστική προστασία της κύριας κατοικίας από μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης.

Με την παρ. 3 δίνεται η δυνατότητα σε τρίτους, που ενώ δεν ευθύνονται με την εκπλήρωση των δανειακών υποχρεώσεων προσωπικά, είναι κύριοι της κατοικίας που βαρύνεται με υποθήκη ή με προσημείωση υποθήκης.

Συνήθης τέτοια περίπτωση αποτελούν οι οφειλέτες, που για την ανάληψη δανειακών υποχρεώσεων προσημείωσαν κύρια κατοικία που μετέπειτα μεταβίβασαν σε τέκνο (τρίτος κύριος). Σε αυτή την περίπτωση, βάσει της περί ου ο λόγος διάταξης, ο τρίτος κύριος δύναται να ρυθμίσει την οφειλή που είναι εξασφαλισμένη στην κύρια κατοικία του και συνακόλουθα, μετά την επίτευξη της ρύθμισης, να ευθύνεται ενοχικά ο ίδιος. Οι προϋποθέσεις των παρ. 2 και 3 πρέπει να συντρέχουν υπό τον όρο ότι οι οφειλές αυτές ήταν σε καθυστέρηση ενενήντα ημερών ήδη κατά την 31η Δεκεμβρίου 2018. Η πρόβλεψη αυτής της ημερομηνίας επιδιώκει τη μη ένταξη στρατηγικών κακοπληρωτών, οι οποίοι σκόπιμα έπαυσαν να εξυπηρετούν τα δάνειά τους εν αναμονή του προτεινόμενου πλαισίου.

Με την παρ. 4 καθορίζεται ότι, αν έχει ανατεθεί η διαχείρισή της οφειλής ή αυτή έχει μεταβιβαστεί σε τρίτο κατά τις διατάξεις του ν. 4354/15 ή του ν. 3156/2003, ή έχει υποκατασταθεί ο εγγυητής, το γεγονός αυτό δεν επηρεάζει την εφαρμογή των προτεινόμενων διατάξεων. Κ ρύθμιση διασφαλίζει ότι τόσο η μεταβίβαση ή η τιτλοποίηση του δανείου όσο και η υποκατάσταση του εγγυητή δεν οδηγούν σε χειροτέρευση της θέσης του δανειολήπτη με στέρηση της δυνατότητας υπαγωγής στο προτεινόμενο πλαίσιο.

Με την παρ. 5 ορίζεται ότι οι προτεινόμενες διατάξεις δεν καταλαμβάνουν οφειλές, για τις οποίες υφίσταται κατά το χρόνο της αίτησης εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου. Η ρύθμιση επιδιώκει να αποτρέψει τη διπλή κρατική χρηματοδότηση των ίδιων δανείων, αφενός με την εγγύηση αφετέρου με τη συνεισφορά του άρθρου 9.

Τέλος η παρ. 6 αποκλείει τη ρύθμιση μέσω του προτεινόμενου πλαισίου των οφειλών που έχουν ήδη ρυθμιστεί κατά τα άρθρα 99 επ. του Πτωχευτικού Κώδικα, κατά το ν. 4307/2014 ή κατά τον εξωδικαστικό μηχανισμό, ή που εκκρεμεί αίτηση για ρύθμισή τους κατά τις ανωτέρω διατάξεις. Η διάταξη επιδιώκει τον αποκλεισμό της παράλληλης ή διαδοχικής χρήσης δύο διαφορετικών πλαισίων για τη ρύθμιση των ίδιων οφειλών.

Επί του άρθρου 2

Στο άρθρο 2 επεξηγούνται οι έννοιες που βρίσκονται σε διάφορες προτεινόμενες διατάξεις, για λόγους συνεκτικότητας και ενιαίας ερμηνείας των διατάξεων. Αναφορικά με τον ορισμό του οικογενειακού εισοδήματος γίνεται σαφές ότι νοείται το διαθέσιμο οικογενειακό εισόδημα, καθώς το ποσό αυτό προκύπτει από την αφαίρεση των αναλογούντων φόρων, και της τυχόν ύπαρξης υποχρέωσης καταβολής ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης ή τέλους επιτηδεύματος. Σε σχέση με τον ορισμό της κύριας κατοικίας, προκρίνεται η επιλογή να προκύπτει αυτή από τη σχετική δήλωση του αιτούντος προς την φορολογική αρχή, για λόγους αποτροπής καταχρήσεων και ευχέρειας επιβεβαίωσης.

Επί του άρθρου 3

Στη παρ. 1 του άρθρου 3 προβλέπεται ότι για την εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 1, ήτοι τη διαπίστωση της επιλεξιμότητας, λαμβάνεται υπόψη η αντικειμενική αξία του ακινήτου, όπως αυτή προσδιορίζεται είτε από τις διατάξεις του ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων, είτε από τις λοιπές διατάξεις του αρμόδιου Υπουργείου Οικονομικών, ούτως ώστε να εφαρμόζεται ένα ενιαίο και αντικειμενικό κριτήριο για τη διακρίβωση της συνδρομής της συγκεκριμένης προϋπόθεσης επιλεξιμότητας. Ωστόσο, για τον υπολογισμό του ποσού που θα καταβάλλει ο επιλέξιμος πλέον οφειλέτης, σύμφωνα με το άρθρο 8, δεν λαμβάνεται υπόψη η αντικειμενική αξία αλλά η εμπορική της αξία (παρ. 2), προκειμένου να διασφαλίζεται η μη χειροτέρευση της θέσης των πιστωτών. Ο προσδιορισμός του κρίσιμου χρόνου για την αποτίμηση της εμπορικής αξίας της κύριας κατοικίας στην 31η Δεκεμβρίου του τελευταίου ή του προτελευταίου έτους πριν την υποβολή της αίτησης του άρθρου 5, ανάλογα με το χρόνο υποβολής της αίτησης, επιδιώκει πρακτική σκοπιμότητα. Δεδομένης της υποχρέωσης των πιστωτικών ιδρυμάτων να αναθεωρούν ετησίως τις αξίες των εξασφαλίσεων των απαιτήσεών τους, η ρύθμιση αυτή δίνει τη δυνατότητα στον πιστωτή να υποβάλει την πρότασή του βασιζόμενος στην τελευταία αποτίμηση της κατοικίας, που έχει καταχωρίσει στα βιβλία του, και να ελαχιστοποιήσει έτσι το διοικητικό κόστος εξέτασης του αιτήματος.

Η παρ. 3 ρυθμίζει τις περιπτώσεις ύπαρξης ιδανικού μεριδίου, ψιλής κυριότητας ή επικαρπίας είτε στην κύρια κατοικία είτε σε λοιπά περιουσιακά στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη κατά τον έλεγχο επιλεξιμότητα. Αν η κύρια κατοικία έχει αντικειμενική αξία που υπερβαίνει τα όρια τις περίπτ. γ' της παρ. 1 του άρθρου 1, τότε αυτή κρίνεται μη προστατευτέα, ανεξαρτήτως της διάσπασης του ιδιοκτησιακού καθεστώτος αυτής μεταξύ πλειόνων συγκυριών ή μεταξύ ψιλού κυρίου και επικαρπωτή. Αν όμως η αξία της κατοικίας δεν υπερβαίνει τα όρια αυτά, τότε το ποσό που θα καταβάλει ο οφειλέτης, προκειμένου να διασφαλιστεί η μη χειροτέρευση της θέσης του πιστωτή, επηρεάζεται από το αν έχει ιδανικό μερίδιο, ψιλή κυριότητα ή επικαρπία. Ομοίως επηρεάζεται η αξία των λοιπών περιουσιακών στοιχείων, που λαμβάνεται υπόψη για το κριτήριο πλούτου της περίπτ. ε' της παρ. 1 του άρθρου 1.

Επί του άρθρου 4

Με το άρθρο 4 προβλέπεται ότι η διαδικασία για τη ρύθμιση των οφειλών του εισαγόμενου πλαισίου θα γίνεται αποκλειστικά με ηλεκτρονικό μέσο, ήτοι μέσω πλατφόρμας η οποία αναπτύσσεται από τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.) σε συνεργασία με την Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.). Ήδη μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων που θεσπίστηκε με το ν. 4469/2017, αναπτύχθηκε στην Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. από την Γ.Γ.Π.Σ. η σχετική ηλεκτρονική πλατφόρμα, η οποία για πρώτη φορά συγκεντρώνει ηλεκτρονικά τις οφειλές προς το δημόσιο και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Η εν λόγω πλατφόρμα, μετά τις συνεχείς αναβαθμίσεις της έχει καταστεί πλήρως λειτουργική και αποτελεσματική, συγκεντρώνοντας όλη την απαιτούμενη πληροφορία για τη ρύθμιση των οφειλών των αιτούντων, αποφεύγοντας το περιττό διοικητικό φόρτο, καθώς και την ταλαιπωρία των οφειλετών όπως αναζητήσουν σχετική βεβαίωση οφειλών από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Η εν λόγω πλατφόρμα θα αναβαθμιστεί περαιτέρω, ώστε να υπηρετήσει τις ανάγκες του νέου πλαισίου, ανακτώντας αυτόματα όλα τα απαιτούμενα στοιχεία αναφορικά με τις οφειλές των αιτούντων από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (ανάλυση σε ανεξόφλητο κεφάλαιο, τόκους, διάρκεια) και να μην απαιτείται η χρονοβόρα και συχνά κοστοβόρα βεβαίωση οφειλών, η οποία οδηγούσε σε καθυστερήσεις στο προηγούμενο πλαίσιο προστασίας.

Επί του άρθρου 5

Με το άρθρο 5 ορίζονται οι διαδικασίες υποβολής αίτησης στο νέο πλαίσιο προστασίας.

Συγκεκριμένα, με την παρ. 1 ορίζεται ότι τα πρόσωπα, που πληρούν τις προϋποθέσεις επιλεξιμότητας του άρθρου 1, έχουν τη δυνατότητα να ασκήσουν αίτηση μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας μέχρι την 31” Δεκεμβρίου 2019. Η πρόβλεψη προθεσμίας δικαιολογείται από την ανάγκη να μην υπάρχει παρατεταμένη αβεβαιότητα των πιστωτών και του Δημοσίου ως προς τις περιπτώσεις που εν τέλει θα υπαχθούν στο νέο πλαίσιο. Από την άλλη πλευρά, η προθεσμία είναι αρκετά μεγάλη, ώστε και οι οφειλέτες να προλάβουν να ενημερωθούν για το νέο πλαίσιο και οι υποθέσεις να μη συγκεντρωθούν σε περιορισμένο χρονικό διάστημα.

Στην παρ. 2 ορίζεται ρητώς ότι κάθε φυσικό πρόσωπο έχει τη δυνατότητα υποβολής μίας μόνον αίτησης στο παρόν πλαίσιο. Η ρύθμιση αποσκοπεί στην αποτροπή καταχρηστικών συμπεριφορών.

Με την παρ. 3 προβλέπεται η δυνατότητα διαγραφής και ταυτόχρονης επανυποβολής της αίτησης, όταν υπάρχουν ελλείψεις ή σφάλματα, που για τεχνικούς λόγους δεν μπορούν να διορθωθούν. Προς αποτροπή καταχρηστικών συμπεριφορών αποκλείεται πάντως το κατά την παρ. 1 του άρθρου 11 αυτοδίκαιο ανασταλτικό αποτέλεσμα της χρονικά δεύτερης αίτησης.

Στην παρ. 4 περιγράφονται τα αναγκαία στοιχεία που πρέπει να εισάγει ο αϊτών στην ηλεκτρονική του αίτηση. Επιδιώχθηκε ο περιορισμός των στοιχείων της αίτησης στα απολύτως απαραίτητα για τον έλεγχο της επιλεξιμότητας και τον καθορισμό του περιεχομένου της ρύθμισης. Διευκρινίζεται ότι οι μη επιδεκτικές ρύθμισης οφειλές περιλαμβάνονται αποκλειστικά για πληροφόρηση των πιστωτών και όχι επειδή η διάρκεια της ρύθμισης επηρεάζεται από την πραγματική ικανότητα αποπληρωμής του οφειλέτη.

Η παρ. 5 προβλέπει συνυπογραφή, εξυπακούεται ηλεκτρονική, της αίτησης από το σύζυγο και τα εξαρτώμενα μέλη του αιτούντος ή τους νόμιμους αντιπροσώπους τους. Η ρύθμιση αποσκοπεί στη διασφάλιση αφενός της συναίνεσής τους για τη μεταφόρτωση των δεδομένων που τους αφορούν, όπως τα εισοδήματά τους και τα περιουσιακά στοιχεία του συζύγου, αφετέρου του καταλογισμού στους υπογράφοντες της υπεύθυνης δήλωσης της παρ. 11.

Ως προς τα δικαιολογητικά, που συνυποβάλλονται με την αίτηση, η παρ. 6 περιορίζεται στα ελάχιστα απαραίτητα εκείνα, που συνυποβάλλει ο οφειλέτης, ενώ οι παρ. 7 και 8 προβλέπουν μεταφόρτωση των περισσότερων δικαιολογητικών από τις βάσεις δεδομένων της Φορολογικής Διοίκησης και των πιστωτικών ιδρυμάτων, επιδιώκοντας τη μεγιστοποίηση του αυτοματισμού και της απλοποίησης της διαδικασίας. Μόνο αν για οποιονδήποτε λόγο τα δικαιολογητικά των παρ. 7 και 8 δεν μεταφορτωθούν, προβλέπεται υποχρέωση του οφειλέτη να τα συνυποβάλλει (παρ. 9), ενώ σε κάθε περίπτωση το δεύτερο εδάφιο της παρ. 6 παρέχει τη δυνατότητα στον οφειλέτη να συνοδεύσει την αίτηση με οποιοδήποτε άλλο στοιχείο, έγγραφο ή πληροφορία θεωρεί σημαντικά για την επιτυχία της διαδικασίας. Η δυνατότητα αυτή εκτιμάται ότι θα αυξήσει τις πιθανότητες επίτευξης συναινετικής ρύθμισης.

Στην παρ. 10 ορίζεται ότι με την αίτηση υπαγωγής στη διαδικασία παρέχεται από τον οφειλέτη, αποκλειστικά για τους σκοπούς της διαδικασίας ρύθμισης οφειλών υπό το παρόν πλαίσιο, άδεια για κοινοποίηση σε όλους τους συμμετέχοντες στη διαδικασία, επεξεργασία και διασταύρωση από αυτούς των δεδομένων που περιλαμβάνονται στην αίτηση και τα συνοδευτικά έγγραφα, όσο και άλλων δεδομένων που βρίσκονται στην κατοχή των συμμε τεχόντων πιστωτών. Τα ίδια δικαιώματα επεξεργασίας και διασταύρωσης αναγνωρίζονται ρητά και στο Δημόσιο, δεδομένου ότι κατά την παρ. 2 του άρθρου 9 η αίτηση του άρθρου 5 επέχει θέση αιτήματος για συνεισφορά. Διευκρινίζεται επίσης ότι η άδεια αυτή συνεπάγεται την άρση τόσο του τραπεζικού όσο και του φορολογικού απορρήτου. Περαιτέρω, διευκρινίζεται η έκταση άρσης του τραπεζικού και φορολογικού απορρήτου. Συγκεκριμένα, για το μεν τραπεζικό απόρρητο προβλέπεται πενταετής άρση, που εκκινεί πριν από την οριστική υποβολή της αίτησης και διαρκεί μέχρι την ολοκλήρωση της ρύθμισης, για το δε φορολογικό απόρρητο προβλέπεται πενταετής άρση που εκκινεί πριν από την οριστική υποβολή της αίτησης και διαρκεί μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας συναινετικής ρύθμισης ή την αμετάκλητη περάτωση της δίκης του άρθρου 10. Επιπλέον, έναντι του Δημοσίου η άρση του απορρήτου εκτείνεται σε όλη τη χρονική διάρκεια της ρύθμισης. Η άρση του απορρήτου αποσκοπεί στον ευχερέστερο έλεγχο επιλεξιμότητας από τους πιστωτές και το Δημόσιο και επιπλέον αποθαρρύνει τους στρατηγικούς κακοπληρωτές από την ένταξη στο νέο πλαίσιο. Η δε διαφοροποίηση του χρόνου λήξης της άρσης του φορολογικού απορρήτου μεταξύ πιστωτών και Δημοσίου δικαιολογείται από το γεγονός ότι μεταγενέστερη μεταβολή της οικονομικής κατάστασης του πιστωτή δεν δικαιολογεί μεταρρύθμιση της ρύθμισης του άρθρου 8, οπότε οι πιστωτές δεν έχουν έννομο συμφέρον στη διατήρηση της άρσης του φορολογικού απορρήτου, δικαιολογεί όμως επανεξέταση της συνεισφοράς του Δημοσίου κατά την παρ. 4 του άρθρου 9.

Στην παρ. 11 ορίζεται ότι η αίτηση υπέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης του ν. 1599/1986 (Α' 75) του οφειλέτη για την ακρίβεια και την πληρότητα του περιεχομένου της αίτησης και των υποβληθέντων εγγράφων και ότι κατά την υποβολή της αίτησης ο οφειλέτης ενημερώνεται για τις συνέπειες της ψευδούς υπεύθυνης δήλωσης. Η ρύθμιση επιδιώκει να αποτρέψει την υποβολή ανειλικρινών αιτήσεων, προσθέτοντας ποινική κύρωση στις άλλες συνέπειες ψευδούς αίτησης που προβλέπει το ήδη ισχύον δίκαιο, όπως την ακύρωση της σύμβασης ρύθμισης λόγω απάτης ή την ανάκληση της απόφασης του Δημοσίου περί συνεισφοράς.

Στην παρ. 12 προβλέπονται οι συνέπειες της ανειλικρινούς υπεύθυνης δήλωσης, πέραν των ποινικών συνεπειών. Οι διατάξεις του Αστικού Κώδικα περί απάτης κρίνεται ότι δεν παρέχουν επαρκή προστασία στους εξαπατηθέντες πιστωτές, καθώς για την ακύρωση της σύμβασης απαιτείται τήρηση δικαστικής διαδικασίας. Για το λόγο αυτό προβλέπεται αυτοδίκαιη ακυρότητα της ρύθμισης, εφόσον το ψεύδος της δήλωσης επιδρά στην επιλεξιμότητα του οφειλέτη και αποδεικνύεται με δημόσια έγγραφα. Περαιτέρω, προβλέπεται δέσμια αρμοδιότητα της Διοίκησης ως προς την ανάκληση της επιδότησης που στηρίχθηκε σε ψευδή στοιχεία.

Στην παρ. 13 διευκρινίζεται ότι η αίτηση υπαγωγής στο πλαίσιο αυτό διακόπτει τη διαδικασία του Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών, που προβλέπεται στην παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4224/2013 (Α' 288), ενώ αν για οποιονδήποτε λόγο η διαδικασία δεν τελεσφορήσει, δεν απαιτείται συνέχιση της διαδικασίας επίλυσης καθυστερήσεων του Κώδικα Δεοντολογίας. Η ρύθμιση α

Keywords
πλαισιο, γενική γραμματεία πληροφοριακών συστημάτων, εν λόγω, εισφορα αλληλεγγυης, ιουνίου, βασεις, τραπεζες, ζητείται, λύση, ελλαδα, αμιγώς, οφειλή, τίθενται, ρητά, οφείλεται, γνώμονα, επηρεάζει, υφίσταται, ήτοι, ηλεκτρονική, βεβαίωση, βιβλια, φορολογικη δηλωση 2011, αξια, τελος ακινητης περιουσιας, εκτακτη εισφορα, νεα κυβερνηση, τελος ακινητων, οφειλετες δημοσιου, θεμα εκθεσης 2012, φορολογια 2013, ασφαλιστικη ικανοτητα, δικαιολογητικα, ήτοι, ρυθμιση οφειλων, γενική γραμματεία πληροφοριακών συστημάτων, ζητείται, ρητά, ηλεκτρονική, αδεια, αιτηση, δανεια, εμπορικη, θεμα, ισοτιμια, προγραμμα, στατιστικη υπηρεσια, υψος, αδυναμια, αρθρα, αρθρο, αιτησεις, αμιγώς, αποκαλυψη, αφαιρεση, βεβαίωση, βρισκεται, γεγονος, γινεται, γνώμονα, δανειο, δευτερο, διαστημα, δυνατοτητα, δημοσιο, δηλωση, δολια, εγγραφα, εγγραφο, εγγυηση, ευρω, υπαρχει, ελλειψη, ενημεροτητα, εν λόγω, ενενηντα, εξοδα, επηρεάζει, επιτυχια, ετη, ετων, ετος, ιδια, ιδιο, ειδος, υπηρεσια, υποθεση, ισχυει, υφίσταται, ιδρυμα, ισχυς, κεφαλαιο, κυβερνηση, κυρια, κωλυμα, ληψη, λύση, ληξη, λογο, μεριμνα, νομικη, ορια, οφείλεται, πεδιο, πιθανοτητες, προβληματα, ρυθμισεις, ρυθμιση, συγκεκριμενα, συζυγο, σχεδιο, ταλαιπωρια, ταμειο παρακαταθηκων και δανειων, ταμειο παρακαταθηκων, τίθενται, τμημα, τρια, φυσικα, φτανει, φυλλο, φυσικο, φορολογικη, φορα, χρονικα, ψηφιακη, οφειλή, δικαιωματα, εφαρμογη, ιδανικο, ηλεκτρονικα, ιουνίου, κληρονομος, θεματα
Τυχαία Θέματα
Κατατέθηκε,katatethike