Νονός ΙΙΙ: Όλες οι αλλαγές που έκανε ο Φράνσις Φορντ Κόπολα στην αμφιλεγόμενη ταινία του

Τριάντα χρόνια μετά το τελευταίο, παρεξηγημένο, αμφιλεγόμενο κεφάλαιο της μεγαλειώδους τριλογίας του «Νονού», ο Φράνσις Φορντ Κόπολα επιστρέφει με ένα νέο cut της ταινίας το οποίο ολοκλήρωσε στη διάρκεια του 2020 και το οποίο, σύμφωνα με τον ίδιο, αντιπροσωπεύει καθαρά το αρχικό όραμα του ίδιου αλλά και του συγγραφέα Μάριο Πούζο.

Στην ταινία o Μάικλ Κορλεόνε προσπαθεί να νομιμοποιήσει τις επιχειρήσεις της μαφίας τη Νέα Υόρκη του τέλους των ‘70s,

την ίδια στιγμή που αναζητά συγχώρεση για τις ενοχές που τον βαραίνουν εδώ και χρόνια. Η νέα εκδοχή φέρνει αρκετές μικρο-παρεμβάσεις στο ρυθμό και στην αίσθηση του φιλμ που το μετατρέπουν ακόμα πιο ξεκάθαρα σε ένα επιλογικό στοιχείο, αρκετά απομακρυσμένο από το ορίτζιναλ δίπτυχο των ‘70s.

Όμως ταυτόχρονα ο Κόπολα έχει προχωρήσει σε δύο βασικές αλλαγές στην αρχή και στο τέλος, εξαιρετικά εύστοχες κατά τη γνώμη μας, που λύνουν κι οι δύο κάποια βασικά ζητήματα του αρχικού φιλμ, όσο και το θέτουν πολύ πιο ξεκάθαρα στο θεματικό πλαίσιο που ο Κόπολα πάντα επιθυμούσε. Είναι και κάπως ευχάριστη έκπληξη: Ο Κόπολα πάντα πείραζε τις διάφορες ταινίες του όχι πάντα προς το καλύτερο. Κάποτε κυκλοφόρησε τους 2 πρώτους «Νονούς» κομμένους με “χρονολογική σειρά”(!) ουσιαστικά ισοπεδώνοντας αυτό που έκανε τόσο απλησίαστο αριστούργημα τον «Νονό ΙΙ».

Συνολικά αυτή η νέα εκδοχή είναι συντομότερα κατά λίγα λεπτά και στη μεγαλύτερη διάρκεια ακολουθεί το ορίτζιναλ. Πάμε λοιπόν να δούμε αναλυτικά τις αλλαγές που έχουν συμβεί στη νέα αυτή εκδοχή, καθώς και το τι επιτυγχάνουν. Ακολουθούν κάποια spoilers για τον κλασικό «Νονό ΙΙΙ» αλλά και για το νέο cut.

Ο Τίτλος

Ξεκινάμε από τα εμφανή. Ο νέος τίτλος είναι το πολύ πιο γκράντε «The Godfather, Coda: The Death of Michael Corleone». Η ταινία αυτή, ερχόμενη 16 χρόνια αργότερα και πιάνοντας το νήμα της σάγκα του Μάικλ σε ένα οριακό πια σημείο, δεν επρόκειτο ποτέ κατά τον Κόπολα να αποτελεί το «τρίτο κεφάλαιο». Πολλές από τις παρεξηγήσεις σχετικά με το συγκεκριμένο πηγάζουν ακριβώς από το γεγονός πως πλασαρίστηκε εξαρχής ως «ΙΙΙ» ενώ δεν είναι αυτό.

Είναι μια «coda», είναι ένας επίλογος, είναι η «20 χρόνια μετά» τελευταία σκηνή της κάθε ταινίας. Ως κάτι τέτοιο συνελήφθη και γι’αυτό εξαρχής ο Κόπολα δεν ήθελε αριθμό στον τίτλο του φιλμ, κάτι που το στούντιο δεν συζητούσε καν. (Ειρωνικά, σήμερα το όποιο στούντιο θα τον παρακαλούσε να ΜΗΝ έχει αριθμό ο τίτλος, πώς αλλάζουν τα πράγματα.) Η ταινία αυτή είναι ο επίλογος της σάγκα, είναι ο ένας κάποιος θάνατος του Μάικλ Κορλεόνε.

Η Πρώτη Σκηνή

Η νέα εκδοχή ξεκινά κατευθείαν με τις συνομιλίες του Μάικλ με το Βατικανό, μπαίνοντας κατευθείαν στο ζουμί του τι πρόκειται να είναι αυτή η ταινία. Ανοίγοντας σε αυτό το περιβάλλον, ο Κόπολα υπογραμμίζει τη διπλή αφηγηματική διάσταση του φιλμ και τον κεντρικό της συμβολισμό. Ο Μάικλ επιθυμεί να νομιμοποιήσει τις επιχειρήσεις του αλλά ταυτόχρονα η εμφατική παρουσία της εκκλησίας υπογραμμίζει τις ενοχές που διαρκώς επιστρέφουν και τον τρώνε, που τον οδηγούν στον Θάνατο.

Εκτός του ότι αυτή η σκηνή ξεκινά την πλοκή του φιλμ απευθείας και με πολύ πιο αποτελεσματικό και σαφή τρόπο, αποσαφηνίζει και τον θεματικό του άξονα. Είναι μια πολύ εύστοχη αλλαγή, για μια σκηνή που στην αρχική εκδοχή της ταινίας ερχόταν σχεδόν 40’ από το ξεκίνημα, μεγάλο μέρος των οποίων τα είχαμε περάσει με αναμνήσεις, με εκτεταμένα φλάσμπακς. Το οποίο μας φέρνει στο επόμενο σημείο.

Τα Φλάσμπακ

Ξέρουμε τις ενοχές του Μάικλ και χωρίς εκτεταμένα φλάσμπακ του Φρέντο να βαραίνουν το ξεκίνημα του φιλμ. Επίσης, πολύ βασικό: Έχουμε δει τις 2 προηγούμενες ταινίες. Δεν χρειάζεται υπενθύμιση! Σε διάφορα σημεία του «Νονού ΙΙΙ» ο Κόπολα είχε τοποθετήσει φλάσμπακ στα προηγούμενα 2 κεφάλαια, τα οποία σε πολύ μεγάλο έχουν τώρα αφαιρεθεί. Και από την αρχή του φιλμ, αλλά και από το τέλος του, όταν κόβουμε σε μια σκηνή χορού με την Μαίρη, και μετά με την Απολόνια, και μετά με την Κέι. Εδώ εστιάζουμε στον χορό με την Μαίρη. Επίσης μια σκηνή στην εκκλησία κατά την οποία ο Μάικλ λαμβάνει μια τιμή ενώ βλέπουμε φλάσμπακ στο θάνατου του Φρέντο, έχει φύγει.

Τα φλάσμπακς σε γενικές γραμμές χρησιμοποιούνται είτε για να θυμίσουν στον θεατή γεγονότα (που, ειλικρινά, τα θυμόμαστε, δεν χρειάζεται να μας θυμίσει η ταινία τον θάνατο του Φρέντο), είτε για να υπογραμμίσουν κάποιες θεματικές γραμμές (η ηθική υποκρισία του Μάικλ, οι ενοχές, ο θάνατος και οι προσωπικές αποτυχίες που κυνηγούν τον ίδιο και τους γύρω του) που, επίσης, δεν χρειάζεται να συμβεί. Η ταινία είναι σαφής και δίχως αυτά, και μπορούμε να φανταστούμε τον Κόπολα να τα κόβει νιώθοντας λίγο άβολα με τον εαυτό του που τα είχε βάλει εκεί εξαρχής.

Διάφορες μικρές αλλαγές

Κατά κύριο λόγο μετά την επανατοποθέτηση της -νέας- εναρκτήριας σκηνής και του επακόλουθου σφιξίματος του πρώτου ημιώρου της ταινίας, τα περισσότερα πράγματα μετά είναι λίγο ως πολύ ίδια, με κάποια μικρά κοψιματάκια εδώ κι εκεί, δίχως να αλλάζει συνταρακτικά κάτι στην ροή της ιστορίας.

Ωστόσο υπάρχουν διάφορες θετικές μικροαλλαγές, ανάμεσα στις οποίες: Ο Βίνσεντ του Άντι Γκαρσία εισάγεται νωρίτερα στο φιλμ ως αποτέλεσμα των παραπάνω αρχικών αλλαγών, και άρα τοποθετείται εξαρχής ως κεντρική φιγούρα. Η σκηνή όπου η Κόνι λέει στον Βίνσεντ πως πρέπει ξεφορτωθεί τον Τζόι Ζάζα έχει φύγει, πιθανώς σε ένα ευρύτερο «δεν χρειάζεται να τα συλλαβίζουμε όλα στο κοινό» πλαίσιο. Αντίστοιχο, και ακόμα σημαντικότερο, κόψιμο είναι η σκηνή του Αλτομπέλο με τον Μάικλ στο νοσοκομείο, όπου γίνεται ψιλο-προφανές πως ο Αλτομπέλο κάτι ετοιμάζει.

Τέλος, ο Κόπολα έχει συντομεύσει τη σκηνή της Μαίρη και του Μάικλ στο μπαλκόνι, κατά την οποία οι ατάκες της Σοφία Κόπολα πραγματικά δεν λειτουργούν. Η άγουρη ερμηνεία της Σοφία στην ταινία έχει γίνει αντικείμενο σχολιασμού εδώ και δεκαετίες αλλά η τεχνική της αδεξιότητα είναι εν μέρει ταιριαστή στο ρόλο μιας τέτοιας κοπέλας. Χωρίς κάποιες πιο τυπικές δραματικές σκηνές (όπως η παραπάνω) που απαιτούν αληθινή τεχνική στην απόδοση διαλόγου, πραγματικά θα είχε λειτουργήσει καλύτερα το σύνολο- κι ας μην είναι, κι ούτε επρόκειτο να γίνει ποτέ, ηθοποιός η Σοφία.

Η οπτική αίσθηση της ταινίας

Σε συνέχεια της ιδέας για το πώς αυτή η «Coda» πρέπει να γράφει και να μοιάζει ως ένας κάπως ξεχωριστός επίλογος στη σάγκα παρά ως μια απευθείας συνέχεια των 2 προηγούμενων κεφαλαίων, ο Κόπολα προχωρά σε άλλη μια διόρθωση. (Το κόψιμο πολλών φλάσμπακς επίσης συνεισφέρουν, όπως γράψαμε παραπάνω, καθώς απομακρύνει πιο αισθητά την ταινία από το ξεκίνημα του Μάικλ.) Έτσι, ο σκηνοθέτης έχει διορθώσει αρκετά το λουκ της ταινίας, της οποίας η περίεργη επιχρυσωμένη κάλυψη πάντα έμοιαζε άστοχη. Ο «Νονός ΙΙΙ» ποτέ δεν θα έπρεπε να μοιάζει με απευθείας συνέχεια του «ΙΙ» και ποτέ δε θα έπρεπε να έχει αισθητική που παραπέμπει στα ‘50s. Στο νέο cut το λουκ είναι πολύ λιγότερο μυθικό, περισσότερο γήινο και συνεπές με το συναισθηματικό στράγγισμα του Μάικλ Κορλεόνε.

Ο θάνατος του Μάικλ Κορλεόνε

Θυμίζουμε την προειδοποίηση για spoiler, γιατί τώρα πρόκειται να αποκαλύψουμε το νέο φινάλε της ταινίας.

Στο νέο cut, ο Κόπολα έχει αλλάξει αυτό που για πολλούς ήταν το πιο άβολο και άτσαλο κομμάτι όλης της ταινίας, βάζοντας στη θέση του ένα ούτως ή άλλως πολύ πιο ταιριαστό και θεματικά συνεπές φινάλε.

Η σκηνή όπου ο Μάικλ απλά πέφτει άβολα νεκρός από την καρέκλα του έχει φύγει τελείως. Στη νέα εκδοχή της ταινίας, ο Μάικλ Κορλεόνε δεν πεθαίνει. Ο θάνατος που υπόσχεται ο τίτλος έρχεται καθώς ο ήρωας της σάγκα έχει μείνει μόνος, μακριά από κάθε τι που ποτέ αναγνώριζε ως δικό του. Όπως το έθεσε κι ο ίδιος ο Αλ Πατσίνο, «ο θάνατος είναι μια αλληγορία, επειδή στην ταινία δεν πεθαίνει. Είναι ο θάνατος μιας ιδέας, μιας τροχιάς, και φυσικά το απόλυτο για τον ίδιο είναι η απώλεια της κόρης του».

Αντί του ατσούμπαλου πεσίματος του Πατσίνο, το φιλμ στέκεται για λίγο στον Μάικλ να κοιτάζει το κενό και κόβει σε ένα quote που αποτελεί το νέο τέλος: «Όταν οι Σισιλιάνοι σου εύχονται ‘Cent’anni’ σημαίνει “για μια μακρά ζωή”. Και ένας Σισιλιάνος ποτέ δεν ξεχνά».

Το νέο φινάλε είναι με τον τρόπο του πιο τραγικό, με το βάρος μιας ζωής και μιας παράδοσης να κρέμεται πάνω από έναν άδειο, μοναχικό Μάικλ Κορλεόνε. Κλείνοντας ταριαστά όχι ένα ακόμα κεφάλαιο της τριλογίας αλλά αυτό που με ακόμα πιο σαφή τρόπο είναι πλέον αυτό: Ένας θλιμμένος επίλογος.

Σε κάθε πάντως περίπτωση, ακόμα περισσότερο από μια αληθινά νέα εμπειρία -παρά τις λίγες αλλά αρκετά ουσιώδεις αλλαγές- αυτή η νέα εκδοχή του «Νονού ΙΙΙ» είναι μια νέα ευκαιρία για μια πιο ψύχραιμη αποτίμηση ενός αδικημένου στην εποχή του, βαθιά θλιμμένου φιλμ.

Διαβάστε τις Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο, με την αξιοπιστία και την εγκυρότητα του News247.gr

Keywords
Τυχαία Θέματα