Ο ρατσισμός απέναvτι στους χοντρούς

Σου έχει τύχει ποτέ να μπεις σε κατάστημα με ρούχα για «κανονικές» γυναίκες ενώ ξεπερνάς αρκετά το ιδανικό βάρος;

Ας το θέσω αλλιώς.Είσαι χοντρή. Ή αλλιώς «ο άνθρωπος που έτρωγε πολλά» (Κορτώ). Υπέρβαρη κατά την ευγενικήν.

Θέλεις λοιπόν να χαζέψεις/ψωνίσεις ρούχα σε «νορμάλ» μεγέθη.Είτε για να κάνεις κάποιο δώρο, είτε γιατί σου αρέσουν τα εν λόγω ρούχα, είτε γιατί δεν υπάρχει μεγαλύτερη ψυχοθεραπεία για κάποιον που κάνει δίαιτα από την αγορά ρούχων σε μικρότερα μεγέθη.

Μπαίνεις λοιπόν σε ένα

τέτοιο κατάστημα και το νιώθεις ότι η παρουσία σου προκαλεί αμηχανία.

Το ένστικτο του χοντρού σε ρατσιστικά περιβάλλοντα είναι αλάνθαστο. Τα βλέμματα ορισμένων είναι κάπως. Σα να τους χαλάς την αισθητική. Πολύ θα ήθελαν να σου πουν ότι δεν ανήκεις εκεί, ότι εκεί δεν υπάρχει κάτι για σένα. Περιφέρεσαι στο χώρο και σε κάνουν να αισθάνεσαι σαν τον King Kong που περπατάει στη Νέα Υόρκη λίγο πριν το φινάλε στο Empire State Building (το ταμείο στην προκειμένη περίπτωση). Είναι σα να ακούς το τράνταγμα από κάθε σου βήμα.

Υπάρχει ένα είδος ανάμεσα στην όλη κατηγορία των πωλητών που δημιουργει ειδική υποκατηγορία, η ξινή πωλήτρια. Γνωστά ρατσιστόμουτρα. Στους οικείους χοντρούς θα μιλήσουν τάχα με λύπη για το κακό που κάνεις στην υγεία σου, ενώ ταυτόχρονα ξεχειλίζουν από κακιασμένη χαρά που δεν τους συμβαίνει το ίδιο και από περιφρόνηση που απλά πιάνεις λίγο παραπάνω χώρο στο οπτικό τους πεδίο.

Στην πελάτισσα, όμως, μύτη και φρύδι ψηλά και αέρας υπεροχής απέναντι στο alien που εμφανίστηκε. Δεν θα σε φάω, χρυσή μου, έφαγα πρωινό. Να ψωνίσω ήρθα. Αλλά αν συνεχίσεις να με κοιτάς τόσο απαξιωτικά, θα θελήσω να ξαναφάω. Και θα φάω τα ρούχα που πουλάς, θα φάω εσένα, το μαγαζί σου, το τετράγωνο και τις γύρω συνοικίες. Γιατί εμείς οι χοντροί είμαστε τερατοκατασκευές που τρώμε ό,τι βρεθεί μπροστά μας. Κυρίως τους αγενείς.

Οι άνθρωποι που ήταν υπέρβαροι σε κάποια φάση της ζωής τους για ένα σεβαστό χρονικό διάστημα έχουν υποστεί απίστευτο κοινωνικό ρατσισμό από άμεσο περιβάλλον και κοινωνία γενικότερα. Σε βαθμό που ακόμη κι όταν επανέλθουν σε φυσιολογικό βάρος, πάντα θα αισθάνονται διαφορετικοί, περιθωριοποιημένοι και χοντροί εξαιτίας των όσων έχουν υποστεί.

Οι παχύσαρκοι είναι άτομα που είτε γουστάρουν το φαγητό από επιλογή, είτε κάποτε το χρησιμοποίησαν ως μέσο διαχείρισης αρνητικών συναισθημάτων. Για όποιο λόγο κι αν οδηγήθηκαν στην παχυσαρκία, η στάση ζωής τους την περίοδο κατά την οποία υπήρξαν/υπάρχουν ως παχύσαρκοι υποδηλώνει αδυναμία ελέγχου της όποιας βουλιμικής τάσης. Γιατί όσοι άλλοι έχουν άλλες αδυναμίες ελέγχου (π.χ. θυμού, κακεντρέχειας, σνομπισμού κλπ) ή απλά οι υπερβολικά αδύνατοι δεν υπόκεινται ποτέ σε παρόμοια ρατσιστική αντιμετώπιση;

Ο Ελεύθερος Τύπος στις 2/5/2011 δημοσίευσε έρευνα η οποία κατέληγε στο συμπέρασμα ότι όσοι συναναστρέφονται παχύσαρκους κινδυνεύουν να γίνουν και οι ίδιοι. Πέρα από το γεγονός ότι στην έρευνα αυτή οι άνθρωποι χωρίζονται σε δύο κατηγορίες (π.χ. βαμβακεροί και νάυλον), ουδείς φυσικά υποστήριξε το αντίστροφο.

Τι γίνεται με όσους συναναστρέφονται αδύνατους; Το παρόν άρθρο δεν υποστηρίζει την παχυσαρκία ως τρόπο ζωής. Υποστηρίζει όμως, το δικαίωμα του καθενός να έχει μια αξιοπρεπή καθημερινότητα σε κάθε φάση της ζωής του. Το δικαίωμά του να μην χλευάζεται ιδιωτικά ή δημόσια για το παρουσιαστικό του. Το δικαίωμα του να μην πληγώνεται σε τρυφερή ηλικία από αδαείς με ζωώδη παιδεία και συμπεριφορά. Το δικαίωμά του να διεκδικεί ισότιμα σε κοινωνία, εργασία και σχέσεις.

Βέβαια, χαριτολογώντας, πολύ θα ήθελα να προσθέσω την οπτική του Λευτέρη Παπαπέτρου μέσα από το σενάριο του «είσαι το ταίρι μου» περί τεραστίων οικονομικών συμφερόντων που κρύβονται πίσω από τους απανταχού χοντρούς (και στήριξη εν τέλει της παγκόσμιας οικονομίας).

Σαν επίλογο θα ήθελα να παραθέσω εξομολόγηση κοπέλας σε αντι-bullying site με αντίστοιχο θέμα. «… Όταν γύρισα στην Ελλάδα πάχυνα πολύ μέσα σε ελάχιστο χρόνο.Παρόλο που μέχρι τότε γυμναζόμουν αρκετά, ήμουνα από φυσικού μου curvy, οπότε βάλε κι άλλα 10-15 κιλά και χωρίς γυμναστική, φαντάσου πώς είχε γίνει το σώμα μου από τον Αύγουστο που γύρισα μέχρι τα Χριστούγεννα που ήρθε ο σύζυγος (τότε αρραβωνιαστικός) επίσκεψη. Το βράδυ βγαίνουμε και μιλάμε βέβαια γερμανικά.

Επειδή, δε, έχω και καλή προφορά, περνιέμαι προφανώς κι εγώ για ξένη. Καταρχήν με κοιτάγανε με μίσος και ανεξήγητο φθόνο. Αρχικά νόμιζα ότι το φαντάζομαι. Μετά άρχισαν και σχολίαζαν κιόλας ελεύθερα όπως περνάγαν δίπλα μας. «Μα είναι δυνατόν τέτοιος παίδαρος να είναι με αυτή τη χοντρέλω;» «Μα πώς της κάθεται αυτός έτσι που είναι;» . Μια άλλη μέρα στο λεωφορείο, μια μάνα έλεγε στην κόρη της «κοίτα ακόμα και η χοντρή τον έδεσε, εσύ ακόμα να βρεις!» (τότε που ζούσαμε μακριά ο ένας από τον άλλον φόραγα πολύ το δαχτυλίδι των αρραβώνων επειδή μου έλειπε). Μετά από κάμποσες μέρες άρχισα να τα περιμένω πλέον τα σχόλια.

Ώσπου μία μέρα, λοιπόν, μία μάνα είπε στην κόρη της στη στάση πάλι κάτι του στιλ «μα πώς βρήκε αυτή τέτοιο άντρα» και αυτή τη φορά άμα δεν απάνταγα θα έσκαγα. Γυρνάω λοιπόν επιτόπου και της λέω «παίρνω καλές πίπες, μαντάμ!»»

Γράφει η Ελευθερία Παπασάββα

Keywords
Τυχαία Θέματα