Πλήρως αποδυναμωμένο το «μίνι ΣΔΟΕ» των Οικονομικών Εισαγγελέων

Εντός του πρώτου τετραμήνου του τρέχοντος έτους θα ξεκινήσει, τελικά, τη λειτουργία της η νέα ελεγκτική Υπηρεσία που θα εποπτεύεται από τους Οικονομικούς Εισαγγελείς, θα απαρτίζεται από 135 ελεγκτές και θα έχει την αρμοδιότητα να ερευνά εξονυχιστικά μεγάλες υποθέσεις φοροδιαφυγής και άλλων οικονομικών εγκλημάτων ποινικού χαρακτήρα.

Ωστόσο, η Υπηρεσία αυτή θα είναι αποδυναμωμένη καθώς δεν θα έχει την εξουσία να επιβάλει φόρους και πρόστιμα ούτε να παραπέμπει στη δικαιοσύνη όσους κατηγορεί για τη διάπραξη ποινικώς διωκόμενων

αδικημάτων φοροδιαφυγής και λαθρεμπορίου!

Σύμφωνα, ειδικότερα, με τον τελικό σχεδιασμό του υπουργείου Οικονομικών, η νέα αυτή Υπηρεσία, η οποία θα λειτουργεί υπό τη μορφή ενός νέου, μικρού και ευέλικτου, «ΣΔΟΕ», θα ονομάζεται "Διεύθυνση Ερευνών Οικονομικού Εγκλήματος", θα υπάγεται απ' ευθείας στον υπουργό Οικονομικών, θα εποπτεύεται από την Εισαγγελία Οικονομικού Εγκλήματος, θα μπορεί να ανακρίνει υπόπτους για την τέλεση ποινικών φορολογικών αδικημάτων, να διενεργεί έρευνες στις επαγγελματικές εγκαταστάσεις τους, στα αρχεία, τα φορολογικά βιβλία και τα στοιχεία που τηρούν, θα έχει το δικαίωμα να αίρει το τραπεζικό απόρρητο, να ανοίγει τους τραπεζικούς λογαριασμούς των φορολογουμένων και να ελέγχει τις κινήσεις τους, αλλά δεν θα έχει κανένα δικαίωμα να επιβάλλει φόρους και πρόστιμα στους ελεγχόμενους ούτε καν να ζητά την ποινική τους δίωξη!

Στη νέα αυτή Υπηρεσία θα μεταφερθούν και θα συγκεντρωθούν οι διεσπαρμένες στο Κέντρο Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου (Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π.), στο Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ.) και στις Δ.Ο.Υ. της χώρας παραγγελίες των Οικονομικών Εισαγγελέων για φορολογικούς ελέγχους σε φορολογούμενους υπόπτους για φοροδιαφυγή και αδικαιολόγητο πλουτισμό, οι οποίες έχουν μείνει ακόμη ανεκτέλεστες, με εξαίρεση περιορισμένο αριθμό υποθέσεων που αντιστοιχούν σε 1.300 Α.Φ.Μ. και οι οποίες θα παραμείνουν για έλεγχο στην Α.Α.Δ.Ε.

Η νέα αυτή Υπηρεσία δεν θα έχει καν το δικαίωμα να υποβάλει μηνυτήριες αναφορές προς τις αρμόδιες εισαγγελικές αρχές για τα ποινικά αδικήματα φοροδιαφυγής που θα διαπιστώνει. Σε κάθε περίπτωση, τον τελικό λόγο για το εάν πράγματι διεπράχθη φοροδιαφυγή ή όχι, στις υποθέσεις που θα ερευνά η νέα ελεγκτική Υπηρεσία, θα εξακολουθούν τον έχουν οι αρμόδιες υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε. (Ελεγκτικά Κέντρα και Δ.Ο.Υ.) προς τις οποίες η καινούργια αυτή Υπηρεσία θα πρέπει να διαβιβάζει τα πορίσματά της, για επανέλεγχο, έκδοση πράξεων επιβολής φόρων-προστίμων και είσπραξη! Μάλιστα οι ελεγκτές της Α.Α.Δ.Ε. προς τους οποίους θα διαβιβάζονται τα πορίσματα της νέας αυτής Υπηρεσίας θα έχουν δικαίωμα ακόμη και να απορρίψουν τα πορίσματα της Υπηρεσίας, να τα στείλουν πίσω σ' αυτήν χωρίς να τα λάβουν υπόψη τους! Ως εκ τούτου ακόμη κι αν σε μία πορισματική έκθεση της νέας αυτής Υπηρεσίας στοιχειοθετούνται μεγάλα ποινικά αδικήματα φοροδιαφυγής, η τύχη των ελεγχομένων θα κρίνεται ουσιαστικά και αποκλειστικά από τους ελεγκτές της Α.Α.Δ.Ε. οι οποίοι θα παραλαμβάνουν την έκθεση για να την αξιολογήσουν! Οι ίδιοι οι ελεγχόμενοι μάλιστα θα έχουν το χρόνο να προσκομίσουν νεώτερα στοιχεία στους ελεγκτές της Α.Α.Δ.Ε. και να επιτύχουν την απαλλαγή τους από τις κατηγορίες που θα τους αποδίδουν τα πορίσματα της Υπηρεσίας!

Oι διατάξεις για τη σύσταση της "Δ.Ε.Ο.Ε.", της νέας υπηρεσίας ελέγχου μεγάλων υποθέσεων οικονομικού εγκλήματος περιλαμβάνονται στο πολυνομοσχέδιο για την υλοποίηση των προαπαιτούμενων δράσεων της τρίτης αξιολόγησης (στα άρθρα 381 έως 394). Oι διατάξεις αυτές προβλέπουν, μεταξύ άλλων, τα εξής:

1. Αποστολή της νέας Υπηρεσίας θα είναι αποκλειστικά η διενέργεια ερευνών, προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης για την εξακρίβωση τέλεσης μείζονος ποινικής απαξίας φορολογικών εγκλημάτων και οποιωνδήποτε άλλων απολύτως συναφών οικονομικών εγκλημάτων, που βλάπτουν σοβαρά τα συμφέροντα του Ελληνικού Δημοσίου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατόπιν παραγγελίας του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος ή του αναπληρωτή του ή των εισαγγελικών λειτουργών που τον επικουρούν, υπό την εποπτεία του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος.

2. Η Υπηρεσία θα είναι αρμόδια για:

α) την διενέργεια ερευνών, προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης για την εξακρίβωση τέλεσης φορολογικών εγκλημάτων και οποιωνδήποτε άλλων συναφών οικονομικών εγκλημάτων, αποκλειστικά κατόπιν παραγγελίας του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος ή του αναπληρωτή του ή των εισαγγελικών λειτουργών που τον επικουρούν,

β) τη σύνταξη πορισματικών εκθέσεων σε εκτέλεση των εισαγγελικών παραγγελιών που της απευθύνονται,

γ) τη διοικητική υποστήριξη και μέριμνα και την εξασφάλιση των υλικών και μέσων, που απαιτούνται για την εύρυθμη λειτουργία της σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες, και

δ) τη συλλογή, τήρηση και διαρκή ενημέρωση του αρχείου της σχετικά με την εθνική, ευρωπαϊκή και διεθνή νομοθεσία που αφορά στην αποκάλυψη και δίωξη φορολογικών και οποιωνδήποτε άλλων συναφών οικονομικών εγκλημάτων καθώς και τήρηση αρχείου διοικητικής και ποινικής νομολογίας για τα θέματα αυτά.

3. Το προσωπικό της Υπηρεσίας κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του θα έχει την ιδιότητα των ειδικών ανακριτικών υπαλλήλων και κατόπιν παραγγελίας του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος ή του αναπληρωτή του ή των εισαγγελικών λειτουργών που τον επικουρούν θα μπορεί να:

α) προβαίνει στη διενέργεια ανακριτικών πράξεων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις ισχύουσες κάθε φορά ειδικές διατάξεις και τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, για τα αδικήματα που προβλέπονται από τη σχετική νομοθεσία και εμπίπτουν στην καθ` ύλην αρμοδιότητα του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος,

β) λαμβάνει γνώση και διενεργεί έρευνες επί φορολογικών δεδομένων, ήτοι φορολογικών δηλώσεων, φορολογικών στοιχείων και κάθε άλλου υποχρεωτικού και προαιρετικού βιβλίου και στοιχείου που ορίζεται από τη φορολογική νομοθεσία. Η πρόσβαση στα συγκεκριμένα δεδομένα περιορίζεται σε αυτά που είναι απαραίτητα για την εκτέλεση των εισαγγελικών παραγγελιών που αναφέρονται στην παρ. 1. Ο έλεγχος των βιβλίων και στοιχείων θα γίνεται στα γραφεία της Υπηρεσίας ή στην επαγγελματική εγκατάσταση του ελεγχόμενου.

γ) καλεί εγγράφως τον ελεγχόμενο ή άλλο πρόσωπο να δώσει πληροφορίες για τη διευκόλυνση της έρευνας, καθώς και να παρέχει αντίγραφα μέρους των βιβλίων και στοιχείων ή οποιουδήποτε συναφούς εγγράφου, συμπεριλαμβανομένων πελατολογίων και καταλόγων προμηθευτών και αντίγραφα των ηλεκτρονικών αρχείων, εφόσον αυτά εκδίδονται μηχανογραφικά.

δ) ενεργεί κάθε αναγκαία εξέταση ή έρευνα στην επαγγελματική εγκατάσταση του ελεγχόμενου, στον τόπο παροχής των υπηρεσιών, καθώς και στα μεταφορικά μέσα.

ε) ενεργεί έρευνες εγγράφων και λοιπών στοιχείων που δεν ευρίσκονται στο χώρο της επαγγελματικής απασχόλησης του ελεγχόμενου τηρώντας τα οριζόμενα στις διατάξεις του ΚΠΔ.

στ) λαμβάνει αντίγραφα των βιβλίων και στοιχείων, καθώς και λοιπών εγγράφων, για τα οποία ο ελεγχόμενος δηλώνει ότι αντιπροσωπεύουν ακριβή αντίγραφα. Οι διενεργούντες την έρευνα δύνανται να απαιτούν από τον ελεγχόμενο ή τον εκπρόσωπο του να παρίσταται στον τόπο, όπου διενεργείται ο έλεγχος, και να απαντά σε ερωτήματα που του τίθενται, ώστε να διευκολύνεται η διενέργεια της έρευνας. Σε περίπτωση κατά την οποία τα βιβλία και στοιχεία τηρούνται σε ηλεκτρονική μορφή, η υπηρεσία έχει δικαίωμα πρόσβασης σε οποιαδήποτε φυλασσόμενα αρχεία, καθώς και στα λογιστικά προγράμματα και τις πληροφορίες που έχουν καταχωριστεί σε αυτά ενώ δικαιούται να λαμβάνει τα ηλεκτρονικά αρχεία σε αναγνώσιμη ηλεκτρονική ή έντυπη μορφή.

ζ) κατάσχει βιβλία και στοιχεία που τηρούνται ή διαφυλάσσονται σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία, οποιαδήποτε άλλα ανεπίσημα βιβλία, έγγραφα, αρχεία, στοιχεία, ηλεκτρονικά μέσα αποθήκευσης και μεταφοράς δεδομένων προκειμένου να διασφαλιστεί η αποδεικτική αξία αυτών.

4. Οι ελεγκτές της Υπηρεσίας, στο πλαίσιο εκτέλεσης παραγγελιών των εισαγγελικών λειτουργών του παρόντος άρθρου, θα έχουν πρόσβαση στα πληροφοριακά συστήματα που διαχειρίζεται η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), γνωστοποιώντας στην τελευταία την πρόσβαση αυτή, σύμφωνα με τους κανόνες ιχνηλασιμότητας και πρόσβασης στα συστήματα της Α.Α.Δ.Ε., και θα λαμβάνουν οποιαδήποτε πληροφορία ή στοιχείο που αφορά ή είναι χρήσιμο για τη συγκεκριμένη υπόθεση που ερευνούν. Η πρόσβαση θα αφορά σε πληροφορίες ή στοιχεία προσδιορισμένων φυσικών και νομικών προσώπων και κάθε είδους νομικών οντοτήτων με εντοπισμένο αριθμό φορολογικού μητρώου. Η προαναφερθείσα πρόσβαση των ελεγκτών της Υπηρεσίας δεν υπόκειται σε περιορισμούς διατάξεων περί φορολογικού απορρήτου, υποχρεούνται, όμως, αυτοί στην τήρηση των διατάξεων περί εχεμύθειας του άρθρου 26 του Υπαλληλικού Κώδικα.

5. Οι ελεγκτές της Υπηρεσίας θα έχουν πρόσβαση και στο «Σύστημα Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών» και στα λοιπά πληροφοριακά συστήματα και τις βάσεις δεδομένων που διαχειρίζονται άλλες δημόσιες υπηρεσίες σύμφωνα με τις προδιαγραφές ασφαλείας του κάθε συστήματος, μη υποκείμενοι σε περιορισμούς διατάξεων περί τραπεζικού και επαγγελματικού απορρήτου και απορρήτου των στοιχείων, υποχρεούνται, όμως, αυτοί στην τήρηση των διατάξεων περί εχεμύθειας του άρθρου 26 του Υπαλληλικού Κώδικα.

6. Οι αρμοδιότητες της Υπηρεσίας θα ασκούνται παράλληλα και ανεξάρτητα από τις λοιπές υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών. Το προσωπικό αυτής θα τελεί σε διαρκή ετοιμότητα για την ταχεία επέμβασή του, όταν παρίσταται ανάγκη, και θα θεωρείται ότι βρίσκεται σε διατεταγμένη υπηρεσία σε κάθε τόπο και χρόνο, κάθε φορά που καθίσταται αναγκαία η παρέμβασή του, πάντοτε, όμως, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, και τις εντολές των προϊσταμένων του και του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος.

7. Η Υπηρεσία θα συνεργάζεται και θα ανταλλάσσει πληροφορίες και στοιχεία, που έχουν σχέση με το αντικείμενο της αποστολής της, με άλλες αρχές, υπηρεσίες και φορείς του εσωτερικού και του εξωτερικού και δύναται να συμμετέχει σε θεσμοθετημένα διϋπηρεσιακά όργανα. Με την επιφύλαξη και τους όρους του παρόντος νόμου, οι αστυνομικές, λιμενικές, στρατιωτικές και λοιπές αρχές και υπηρεσίες, υποχρεούνται, όταν τους ζητηθεί, να συνδράμουν άμεσα και αποτελεσματικά τους υπαλλήλους της Υπηρεσίας καθώς επίσης και να χορηγούν κάθε σχετική πληροφορία ή στοιχείο. Η ανταλλαγή πληροφοριών με υπηρεσίες και φορείς του εξωτερικού αφορά μόνο στην ποινική διερεύνηση των υποθέσεων που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Υπηρεσίας και δεν σχετίζεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο με την αμοιβαία διοικητική συνδρομή του άρθρου 29 του Κ.Φ.Δ.

8. Η Υπηρεσία θα μπορεί να ζητεί από τις αρμόδιες διοικητικές υπηρεσίες και τους εμπλεκόμενους φορείς στατιστικά στοιχεία, καθώς και άλλα στοιχεία και πληροφορίες σχετικά με υποθέσεις αρμοδιότητάς της.

9. Με την επιφύλαξη των ειδικότερων ρυθμίσεων της παρ. 4, η πρόσβαση της Υπηρεσίας σε πληροφορίες και στοιχεία, όπου αναφέρεται στα άρθρα του παρόντος νόμου, επιτρέπεται στο πλαίσιο της εκτέλεσης παραγγελιών του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος ή του αναπληρωτή του ή των εισαγγελικών λειτουργών που τον επικουρούν.

10. Για τη συγκρότηση της υπηρεσίας συνιστώνται 135 θέσεις ελεγκτών. Η πλήρωση των θέσεων των ελεγκτών θα μπορεί να γίνει με απόσπαση ή μετάταξη, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης που κάθε φορά ισχύει.

Διαδικασία σε περιπτώσεις ερευνών για την διακρίβωση τέλεσης εγκλημάτων φοροδιαφυγής-Πόσο αποδυναμωμένη θα είναι η νέα Υπηρεσία-Πόσο ισχυρή παραμένει έναντι αυτής η Α.Α.Δ.Ε.

1. Ο Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος ή ο αναπληρωτής του ή οι εισαγγελικοί λειτουργοί που τον συνεπικουρούν θα παραγγέλλουν τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης στους ελεγκτές της Υπηρεσίας για τη διερεύνηση τέλεσης αδικημάτων ποινικά κολάσιμης φοροδιαφυγής και οποιωνδήποτε άλλων απολύτως συναφών οικονομικών εγκλημάτων στο πλαίσιο της αρμοδιότητάς της.

2. Ο Διευθυντής της Υπηρεσίας, μετά την παραγγελία του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος, θα εκδίδει εντολές για τη διενέργεια ερευνών αρμοδιότητας της Υπηρεσίας.

3. Οι ελεγκτές της Υπηρεσίας, θα διενεργούν έρευνα για την διαπίστωση τέλεσης εγκλημάτων φοροδιαφυγής και λοιπών οικονομικών εγκλημάτων. Τα πρόσωπα στα οποία θα αποδίδεται η τέλεση αξιόποινης πράξης, κατά τη διάρκεια των ερευνών, θα έχουν όλα τα δικαιώματα που προβλέπονται στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.

4. Μετά την ολοκλήρωση της έρευνας, και μόνο εφόσον προκύπτουν ενδείξεις ποινικά κολάσιμης φοροδιαφυγής, οι ελεγκτές της Υπηρεσίας θα συντάσσουν πορισματική έκθεση, η οποία θα γνωστοποιείται προς τον Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος και ακολούθως θα διαβιβάζεται στην Α.Α.Δ.Ε. μαζί με τον φάκελο της υπόθεσης. Η πορισματική έκθεση θα πρέπει να είναι επαρκώς στοιχειοθετημένη και αιτιολογημένη και να έχει συγκεκριμένο μορφότυπο, πληρώντας τα ελάχιστα αντικειμενικά κριτήρια ελέγχου που εφαρμόζει η Α.Α.Δ.Ε.

5. Σε περιπτώσεις που από την προανάκριση ή την προκαταρκτική εξέταση προκύψουν ενδείξεις τέλεσης και άλλων εγκλημάτων, τα οποία δεν σχετίζονται άμεσα με ποινικά κολάσιμα αδικήματα φοροδιαφυγής, η σχηματισθείσα δικογραφία δύναται να χωρίζεται ως προς αυτά και να ακολουθείται η διαδικασία της παρ. 6 του άρθρου 17Α του ν. 2523/1997.

6. Για τις ως άνω υποθέσεις που θα διαβιβάζονται στην Α.Α.Δ.Ε. θα ακολουθείται, στη συνέχεια ειδική διαδικασία επανελέγχου που ορίζεται σε νέα διάταξη του Κώδικα Φορολογικών Διαδικασιών.

7. Κατά την έκδοση της οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, η Α.Α.Δ.Ε. θα μπορεί είτε να αφίσταται από την πορισματική έκθεση της Υπηρεσίας, είτε να μην εκδίδει την οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, κατόπιν ειδικής και επαρκούς αιτιολογίας, ιδίως:

α) σε περίπτωση που στην πορισματική έκθεση της Υπηρεσίας δεν έχουν ληφθεί υπόψη ή έχουν εφαρμοσθεί εσφαλμένα ερμηνευτικές εγκύκλιοι της Α.Α.Δ.Ε. επί των φορολογικών και τελωνειακών διατάξεων, ή η νομολογία των δικαστηρίων ή οι αποφάσεις της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών,

β) σε περίπτωση προσκόμισης νέων στοιχείων,

γ) σε περίπτωση μη τήρησης του μορφότυπου της πορισματικής έκθεσης της Α.Α.Δ.Ε., όπως ισχύει ή δύναται να εξειδικεύεται.

8. Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος προσκομίσει νέα στοιχεία στην αρμόδια ελεγκτική υπηρεσία της Α.Α.Δ.Ε. εντός της προθεσμίας των είκοσι (20) ημερών που προβλέπει η ειδική διαδικασία επανελέγχου, η τελευταία δύναται να τα διαβιβάζει στην Υπηρεσία προς αξιολόγηση.

9. Σε περίπτωση μη επαρκούς στοιχειοθέτησης ή μη τήρησης του μορφότυπου της πορισματικής έκθεσης η Α.Α.Δ.Ε. δύναται να αναπέμψει στην Υπηρεσία αιτιολογημένα τον φάκελο της υποθέσεως για περαιτέρω έρευνα από αυτήν. Ο χρόνος που απαιτείται για την εν λόγω διαδικασία δεν προσμετράται στην προθεσμία του ενός (1) μηνός που προβλέπει η ειδική διαδικασία επανελέγχου, για την κοινοποίηση του προσωρινού διορθωτικού προσδιορισμού φόρου.

10. Στις περιπτώσεις που μετά την έρευνα που διενεργείται από τους ελεγκτές της Υπηρεσίας δεν προκύπτουν ενδείξεις για την τέλεση αδικήματος ποινικά κολάσιμης φοροδιαφυγής ή οποιουδήποτε άλλου αδικήματος, η υπόθεση αρχειοθετείται από τον Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος και πιθανολογούμενες παραβάσεις της φορολογικής νομοθεσίας γνωστοποιούνται στην Α.Α.Δ.Ε. σύμφωνα με την προβλεπόμενη στο άρθρο 64 του ν. 4472/2017 διαδικασία.

Μεταβατικές ρυθμίσεις

Οι εισαγγελικές παραγγελίες, εντολές ανακριτικών και προανακριτικών πράξεων, περιλαμβανομένων των αιτημάτων και εντολών διενέργειας φορολογικών ελέγχων που έχουν προκύψει από εντολή οιασδήποτε εισαγγελικής και δικαστικής αρχής, οι οποίες εκκρεμούν στην Α.Α.Δ.Ε. (ΚΕΜΕΕΠ, ΚΕΦΟΜΕΠ, Δ.Ο.Υ., ΥΕΕΔΕ, ΔΙΠΑΕΕ, Κεντρικές Υπηρεσίες), κατά τον χρόνο έναρξης λειτουργίας της νέας Υπηρεσίας, επιστρέφονται από την Α.Α.Δ.Ε. στις κατά περίπτωση αρμόδιες εισαγγελικές και δικαστικές Αρχές που έχουν εκδώσει τις σχετικές παραγγελίες, εντολές και αιτήματα μέχρι την 28.02.2018. Κατ’ εξαίρεση του προηγούμενου εδαφίου η Α.Α.Δ.Ε. διατηρεί κατ’ ανώτατο όριο εκκρεμείς εντολές ελέγχου 1.300 Α.Φ.Μ. για τις χρήσεις που έχουν προτεραιοποιηθεί, των οποίων ο έλεγχος βρίσκεται σε τελικό στάδιο την 28.02.2018 ή που είναι προτεραιοποιημένες για έλεγχο από την Α.Α.Δ.Ε. κατά την ίδια ημερομηνία. Ως τελικό στάδιο ελέγχου νοείται α) η έκδοση προσωρινού διορθωτικού προσδιορισμού φόρου ή β) η έκδοση αιτήματος παροχής πληροφοριών του άρθρου 14 του Κ.Φ.Δ.

Ειδική διαδικασία επανελέγχου των υποθέσεων από την Α.Α.Δ.Ε.

1. Για τις υποθέσεις που θα διαβιβάζονται στην Α.Α.Δ.Ε. από την Διεύθυνση Ερευνών Οικονομικού Εγκλήματος (εφεξής «Υπηρεσία»), θα διενεργείται έλεγχος κατ’ απόλυτη προτεραιότητα. Η αρμόδια φοροελεγκτική υπηρεσία της Α.Α.Δ.Ε. (το Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π., το Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., η Δ.Ο.Υ. κ.λπ.) θα πρέπει να προβαίνει σε προσωρινό και οριστικό προσδιορισμό φόρου ως ακολούθως: Εντός μηνός από τη διαβίβαση της πορισματικής έκθεσης της Υπηρεσίας, των σχετικών εγγράφων και των προσκομισθέντων από τον ελεγχόμενο στοιχείων, θα κοινοποιεί εγγράφως στο φορολογούμενο αντίγραφο αυτής, σημείωμα διαπιστώσεων με τα αποτελέσματα της έρευνας και τον προσωρινό διορθωτικό προσδιορισμό φόρου, βάσει της πορισματικής έκθεσης της Υπηρεσίας.

2. Ο φορολογούμενος θα μπορεί να λαμβάνει αντίγραφα των εγγράφων στα οποία βασίζεται ο διορθωτικός προσδιορισμός φόρου και να διατυπώσει εγγράφως τις απόψεις του σχετικά με τον προσωρινό διορθωτικό προσδιορισμό φόρου εντός είκοσι (20) ημερών από την κοινοποίηση της έγγραφης γνωστοποίησης.

3. Η αρμόδια ελεγκτική υπηρεσία της Α.Α.Δ.Ε. θα πρέπει να εκδίδει την οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία παραλαβής των απόψεων του φορολογούμενου ή, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος δεν υποβάλει τις απόψεις του, στην εκπνοή της προθεσμίας που ορίζεται στο προηγούμενο εδάφιο. Το εν λόγω διάστημα δύναται να παρατείνεται αιτιολογημένα για ένα (1) επιπλέον μήνα ανάλογα με την πολυπλοκότητα της υπόθεσης, κατόπιν έγγραφης ενημέρωσης προς την Υπηρεσία.

4. Σε περίπτωση που εντός της προθεσμίας των είκοσι (20) ημερών, ο φορολογούμενος προσκομίσει νέα στοιχεία στην αρμόδια ελεγκτική υπηρεσία της Α.Α.Δ.Ε., η τελευταία δύναται να τα διαβιβάζει στην Υπηρεσία προς αξιολόγηση. Η Υπηρεσία υποχρεούται να αποστείλει στην αρμόδια ελεγκτική υπηρεσία της Α.Α.Δ.Ε. εγγράφως τις απόψεις της επί των νέων αυτών στοιχείων σε προθεσμία ενός μήνα από την ημερομηνία λήψης του φακέλου. Εφόσον ο φορολογούμενος προσκομίσει εμπρόθεσμα νέα στοιχεία στην αρμόδια ελεγκτική υπηρεσία της Α.Α.Δ.Ε., ο χρόνος που απαιτείται για την ολοκλήρωση της διαδικασίας που προβλέπεται στα δύο προηγούμενα εδάφια δεν θα προσμετράται στην προαναφερόμενη προθεσμία των τριών (3) μηνών για την έκδοση της οριστικής πράξης προσδιορισμού φόρου, η οποία σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να υπερβαίνει συνολικά τους τέσσερις ή, κατόπιν αιτιολογημένης παράτασης, τους πέντε μήνες από τη λήψη των νέων αυτών στοιχείων από την Α.Α.Δ.Ε.!

5. Η οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου θα εκδίδεται με βάση έκθεση ελέγχου την οποία θα συντάσσει η αρμόδια ελεγκτική υπηρεσία της Α.Α.Δ.Ε. και θα περιλαμβάνει εμπεριστατωμένα και αιτιολογημένα τα γεγονότα, τα στοιχεία και τις διατάξεις που έλαβε υπόψη της για τον προσδιορισμό του φόρου. Η οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου μαζί με την έκθεση ελέγχου θα κοινοποιούνται στο φορολογούμενο.

6. Οι λεπτομέρειες των διαδικασιών εφαρμογής όλων των παραπάνω θα καθοριστούν με απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε.

Keywords
σδοε, εν λόγω, νέα, ήτοι, τίθενται, ηλεκτρονική, βασεις, μεταταξεις, συγκεκριμένο, εθνικη τραπεζα, κινηση στους δρομους, βιβλια, αποτελεσματα δημοτικων εκλογων 2010, εκλογες 2010 αποτελεσματα , φορολογικη δηλωση 2011, παραταση φορολογικων δηλωσεων, αποτελεσματα πανελληνιων 2011, αξια, υπουργειο δικαιοσυνης, θεμα εκθεσης 2012, αξιολογηση, αποτελεσματα, ήτοι, ημερομήνια, πολυνομοσχεδιο, ηλεκτρονική, γνωση, εθνικη, πλαισιο, τυχη, αρθρα, αρθρο, αμοιβαια, αποκαλυψη, βρισκεται, γεγονοτα, γινει, γινεται, γραφεια, διαστημα, διευθυνση, δωσει, εγγραφα, εκθεση, ενημερωση, εν λόγω, ερευνα, ερευνες, ζητα, ιδια, εικοσι, υπηρεσια, υπηρεσιες, υποθεση, ισχυει, λειτουργια, λεπτομερειες, ληψη, λογο, μεριμνα, μηνες, μορφη, ουσιαστικα, προγραμματα, συγκεκριμένο, συγκεκριμενα, συνεχεια, συνταξη, τίθενται, υλοποιηση, φορολογικη, φορα, χρονος, δικαιωμα, δικαιωματα, ηλεκτρονικα, μεινει, οργανα, πληροφοριες, θεματα, θεσεις
Τυχαία Θέματα