Περίεργη συσσώρευση αρνητικών εξελίξεων

Το ζήτημα είναι: Πού οφείλονται αυτές οι τροποποιήσεις πολιτικής (γιατί και η δικαστική απόφαση της Αιγύπτου δεν πιστεύουμε ότι διέφυγε από την κραταιή ματιά της εκτελεστικής εξουσίας της χώρας, για να μην πούμε ότι προκλήθηκε ευθέως από αυτή) που άμεσα θίγουν συμφέροντα της χώρας μας;

Το 2025 μας επιφύλαξε εκπλήξεις στην εξωτερική μας πολιτική, κι ας διανύουμε ακόμα τον έκτο μήνα του. Στα αμιγώς ελληνοτουρκικά το καλό κλίμα συνεχίζεται και δεν πρόκειται να διαταραχθεί παρά μόνο με τη συνέχιση των ερευνών για την πόντιση καλωδίων στο Αιγαίο ή την παρουσίαση χάρτη για το θαλάσσιο πάρκο στις Νότιες Κυκλάδες – κάτι που είναι απόλυτα νόμιμο, αλλά που η Τουρκία έχει αντιδράσει με οξύτητα σε ανάλογες πρόσφατες προσπάθειες της Ελλάδας.

Υπήρξαν, όμως, δύο εκπλήξεις, προερχόμενες από γειτονικές χώρες, που μας εντυπωσίασαν: η πρώτη έκπληξη προέρχεται από την Αίγυπτο και συγκεκριμένα από μια δικαστική της απόφαση που αμφισβητεί τα περιουσιακά δικαιώματα (και όχι τις εκδηλώσεις θρησκείας) της Μονής της Αγίας Αικατερίνης στη Χερσόνησο του Σινά.

Η δεύτερη αφορά το καθεστώς Χαφτάρ της Λιβύης, που για καιρό θεωρούσαμε ότι ήταν φιλικό προς την Ελλάδα και το οποίο έδειξε να έχει διάθεση να δεχτεί το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο, μια στροφή 180 μοιρών σε σχέση με το παρελθόν. Αυτές οι δύο δραστικές μεταβολές κλονίζουν την ως τα τώρα αίσθηση φιλικών σχέσεων και συνεργασίας ανάμεσα στην Ελλάδα και στις κυβερνήσεις των δύο γειτονικών χωρών.

Το ζήτημα είναι: Πού οφείλονται αυτές οι τροποποιήσεις πολιτικής (γιατί και η δικαστική απόφαση της Αιγύπτου δεν πιστεύουμε ότι διέφυγε από την κραταιή ματιά της εκτελεστικής εξουσίας της χώρας, για να μην πούμε ότι προκλήθηκε ευθέως από αυτή) που άμεσα θίγουν συμφέροντα της χώρας μας;

Ορισμένοι αναλυτές τις αποδίδουν σε τουρκικό δάκτυλο, άμεσο ή έμμεσο, ο οποίος παρενέβη για να τις προκαλέσει.

Με δεδομένη τη ραγδαία άνοδο της τουρκικής ισχύος και την καθολική αποδοχή του ρόλου της Τουρκίας ως περιφερειακής δύναμης, κάτι τέτοιο δεν αποκλείεται για την περίπτωση του Χαφτάρ, αν και επικρατέστερη είναι η εκδοχή μιας προσπάθειας προσέγγισης της Ανατολικής με τη Δυτική Λιβύη.

Αλλά στην περίπτωση του Σινά κάτι τέτοιο πρέπει να αποκλείεται, καθώς θα ήταν μια μάταιη προσπάθεια, μικρής εξάλλου σημασίας για την Τουρκία, για να προσεγγιστεί αυτή και για να βελτιωθούν οι σχέσεις ανάμεσα στις δύο χώρες.

Υπάρχουν πολλοί πιο άμεσοι τρόποι για μια βελτίωση, την οποία πάντως δεν βλέπουμε ως πιθανή όσο η Αίγυπτος αμφισβητεί την πρωτοκαθεδρία της Τουρκίας στην περιοχή, επιφυλάσσοντάς τη για τον εαυτό της, και όσο η Τουρκία υποστηρίζει το εχθρικό προς την Αίγυπτο καθεστώς των Αδελφών Μουσουλμάνων.

Πιθανότερο είναι το σενάριο μιας τοπικής παρέμβασης για την ανάπτυξη της περιοχής σε τουριστική περιφέρεια, που εμποδίζεται από την κυριότητα μεγάλου τμήματος της γης από τη Μονή. Εξάλλου, η δικαστική απόφαση δεν αμφισβήτησε τη λειτουργία της Ιεράς Μονής, αλλά μόνο τα εκτεταμένα περιουσιακά δικαιώματά της.

Η ελληνική διπλωματία πάντως έχει να αντιμετωπίσει δύο κρίσιμες κρίσεις, συμπληρωματικά με ό,τι συμβαίνει στην ευρύτερη περιοχή, ιδιαίτερα μετά την πιο πρόσφατη κρίση στις ισραηλο-ιρανικές σχέσεις και την επικείμενη επανέναρξη του ελληνοτουρκικού διαλόγου σε ανώτατο επίπεδο.

Μια πρώτη προσπάθεια, με τη συνομιλία του έλληνα πρωθυπουργού με τον αιγύπτιο πρόεδρο, φαίνεται να απέδωσε περιορισμένους καρπούς, καθώς οι δύο ηγέτες παρέπεμψαν σε μελλοντικές διαβουλεύσεις, διπλωματικής κατηγορίας, το μεγάλο πρόβλημα του περιουσιακού καθεστώτος της Μονής, που είχε επιλυθεί με συμφωνία που ουδέποτε υπεγράφη από την Αίγυπτο και το οποίο θα μπορούσε και σήμερα να λυθεί με μια, έστω καθυστερημένη, υπογραφή της συμφωνίας.

Πιο προβληματική παρουσιάζεται η κατάσταση στη Λιβύη: εάν ο Χαφτάρ επιμείνει στη θέση του, παρά τα διπλωματικά διαβήματα της Ελλάδας, τότε το παιχνίδι έχει χαθεί οριστικά. Και η Ελλάδα δε θα έχει πια το ισχυρό επιχείρημα να χαρακτηρίζει τη συμφωνία (το σημερινό memorandum) ως παράνομη και ανυπόστατη, καθώς φυσικά θα έχει περάσει όλες τις τυπικές διαδικασίες του λιβυκού Κοινοβουλίου και θα είναι πλέον αναγνωρισμένο επισήμως από ολόκληρο το λιβυκό κράτος.

Αυτή η διάσταση θα έρθει να συμπληρώσει την αποδοχή του memοrandum από τον ΟΗΕ, που πριν από καιρό το κατέγραψε ως έγκριτο στις δέλτους των κατατεθειμένων συμφωνιών, ως επίσημος παρακαταθέτης τους.

(Ο Χρήστος Ροζάκης είναι ομότιμος καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών, πρώην υφυπουργός. Το άρθρο αποτελεί αναδημοσίευση από την εφημερίδα «Το Βήμα» της Κυριακής)

#ΧΡΗΣΤΟΣ_ΡΟΖΑΚΗΣ
Keywords