Ελληνικό πρωτάθλημα και τηλεοπτικά δικαιώματα: Η τζούφια κροτίδα

Οι ευχές για πρόοδο των ομάδων στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις παραμένουν εντελώς προσχηματικές, στο βαθμό που δεν υπάρχει συλλογική προσπάθεια για ανάπτυξη του προϊόντος «ελληνικό πρωτάθλημα».

Τις περασμένες ημέρες η ΠΑΕ ΑΕΚ και η ΠΑΕ Παναθηναϊκός, με κοινή ανακοίνωσή τους υπέβαλαν στη Super League μία κοινή πρόταση για τη διαχείριση

των τηλεοπτικών δικαιωμάτων των επόμενων ετών. Συγκεκριμένα, επανέφεραν το θέμα των της κοινής διαχείρισης τους και δεσμεύτηκαν ότι, εφόσον γίνει δεκτή η πρόταση αυτή θα διαθέσουν το 15% των εσόδων τους, στις λιγότερο εμπορικές ομάδες. Το ποσοστό αυτό, που σήμερα αντιστοιχεί σε περίπου 3 εκ. Ευρώ (και για τις δύο ομάδες), θα προστεθεί στο μερίδιο που θα λάβουν οι λεγόμενες «μικρές» ομάδες από το τηλεοπτικό συμβόλαιο. Εφόσον και οι άλλες δύο «big» (Ολυμπιακός και ΠΑΟΚ) αποδέχονταν την πρόταση, οι μικρότερες ομάδες θα μοιράζονταν τελικά περίπου 6-7 εκ. Ευρώ παραπάνω. Η απάντηση της Super League, Πρόεδρος της οποίας είναι ο Βαγγέλης Μαρινάκης (διοικητικός ηγέτης της ΠΑΕ Ολυμπιακός) ήταν ειρωνική: «Το ποσό των 5 εκατομμυρίων που αναφέρουν οι δυο ομάδες (ΠΑΟ, ΑΕΚ) πως διαθέτουν για τους μικρότερους μπορούν να το διαθέσουν από σήμερα στο ταμείο της Λίγκας και να μοιραστεί στις 9 μικρότερες ΠΑΕ»(!).

Ο ασκός του Αιόλου

Εδώ και πολλά χρόνια η διαχείριση των τηλεοπτικών δικαιωμάτων γίνεται σε ατομικό επίπεδο. Ο Νόμος 2725/1999 (άρθρο 84) ορίζει ότι «Κάθε αθλητικό σωματείο, αθλητική ανώνυμη εταιρεία ή τμήμα αμειβομένων αθλητών, έχει το δικαίωμα να επιτρέπει έναντι αμοιβής ή να απαγορεύει τη ραδιοφωνική ή τηλεοπτική μετάδοση ή αναμετάδοση, με οποιαδήποτε τεχνική μέθοδο ή μέσο, αθλητικών διοργανώσεων, στις οποίες θεωρείται, σύμφωνα με τους οικείους κανονισμούς γηπεδούχους». Με άλλα λόγια κάθε γηπεδούχος ομάδα είναι κυρία των τηλεοπτικών δικαιωμάτων κάθε αγώνα (του πρωταθλήματος και όχι του Κυπέλλου) και επομένως, μπορεί να διαπραγματεύεται ελεύθερα με τους τηλεοπτικούς παρόχους την τιμή τους.

Γίνεται κατανοητό ότι αυτή η κατάσταση ευνοεί τις μεγάλες πιο εμπορικές ομάδες, αφού μπορούν από μόνες τους να διαπραγματευθούν και να αξιοποιήσουν το brand τους αυξάνοντας όσο το δυνατό περισσότερο τις τιμές των δικαιωμάτων τους. Αντιθέτως, η διαπραγματευτική δύναμη των μικρότερων είναι χαμηλή και κατά συνέπεια τα έσοδά τους από την πώληση των τηλεοπτικών δικαιωμάτων τους πενιχρά.

Με αυτή την έννοια, η κοινή πρόταση της ΠΑΕ ΑΕΚ και της ΠΑΕ Παναθηναϊκός είχε νόημα. Οι ομάδες θα έβγαιναν όλες μαζί στην αγορά για να διαθέσουν το σύνολο των αγώνων του ελληνικού πρωταθλήματος. Με αυτό τον τρόπο θα αύξαιναν τα συνολικά έσοδα από τους τηλεοπτικούς παρόχους και, σε συνδυασμό του 15% που θα πρόσφεραν οι «μεγάλοι» από τα έσοδά τους, θα έδιναν την ευκαιρία και στους μικρότερους να βάλουν περισσότερα χρήματα στα ταμεία τους. Τα οφέλη είναι προφανή.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η φετινή διαπραγμάτευση των ομάδων με τους τηλεοπτικούς παρόχους, φέτος είναι ιδιαίτερα κρίσιμη, για δύο λόγους. Ο πρώτος λόγος είναι ότι λήγουν τα τριετή συμβόλαια των μεγάλων ΠΑΕ και επομένως, για τα επόμενα χρόνια, θα αρχίσει οσονούπω νέα διαπραγμάτευση. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι οι δύο ανταγωνιστές στην τηλεοπτική αγορά (Cosmote και NOVA) φαίνεται ότι έχουν συνασπιστεί, καθώς η πλατφόρμα καθενός από τους δύο περιλαμβάνει και τα αθλητικά κανάλια του άλλου. Επομένως, είναι πολύ πιθανό, να μην εμφανιστούν στη διαπραγμάτευση ως ανταγωνιστές, αλλά ως σύμμαχοι.

Καταδικασμένη πρόταση

Είναι πολύ πιθανό ότι η κοινή πρόταση των κκ. Αλαφούζου και Ηλιόπουλου θα πέσει στο κενό, αφού δε διαφαίνεται η πρόθεση κοινής διαχείρισης από τους υπόλοιπους. Προφανώς, η στόχευση κάθε ΠΑΕ είναι ξεχωριστή και αντίστοιχα διαφορετικά είναι τα οράματα για τη δημιουργία ενός σύγχρονου ανταγωνιστικού πρωταθλήματος. Οι ευχές για πρόοδο των ομάδων στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις παραμένουν εντελώς προσχηματικές, στο βαθμό που δεν υπάρχει συλλογική προσπάθεια για ανάπτυξη του προϊόντος «ελληνικό πρωτάθλημα». Μία τέτοια ανάπτυξη δεν μπορεί να γίνει χωρίς συνθήκες διαφάνειας, βελτίωσης των υποδομών και του ευρύτερου περιβάλλοντος διεξαγωγής των αγώνων. Σε ένα πρωτάθλημα, όπως το ελληνικό, όπου τα τηλεοπτικά δικαιώματα αποτελούν τη βασική πηγή εσόδων των ομάδων, τα χρήματα της τηλεόρασης αποτελούν το πιο χρήσιμο και αποτελεσματικό εργαλείο, προς αυτή την κατεύθυνση.

Πρέπει, ωστόσο, να υπογραμμισθεί ότι, η πρόταση της ΑΕΚ και του Παναθηναϊκού, όμως, είχαν και ένα μεγάλο κενό. Αναφέρονται μεν, σε κοινή διαχείριση και προτείνουν πρόχειρα έναν τρόπο διανομής, αλλά παραλείπουν να προτείνουν ένα ολοκληρωμένο μοντέλο, βάσει του οποίου τα χρήματα θα μοιράζονται στις ομάδες με συγκεκριμένα κριτήρια, όπως πχ. η θέση που τερμάτισαν στο πρωτάθλημα, η ιστορία τους, η εμπορικότητά τους κλπ. Ταυτόχρονα παρέλειψαν να διατυπώσουν αυστηρές προϋποθέσεις διάθεσης των χρημάτων που θα μοιραστούν. Για παράδειγμα, οι ΠΑΕ που θα απολάβουν τα ποσά να τα διαθέσουν στη δημιουργία υποδομών που θα βελτιώσουν το επίπεδο του πρωταθλήματος (επένδυση στη βελτίωση εγκαταστάσεων, ακαδημιών κλπ), με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα.

Διότι, είναι αλήθεια, ότι λείπουν πολλά από το ελληνικό επαγγελματικό ποδόσφαιρο, για να φτάσει στο επίπεδο των προηγμένων ευρωπαϊκών. Το βασικό όμως, που λείπει είναι η οργάνωση και η διαφάνεια στον τρόπο που διατίθενται οι πόροι που εισρέουν. Και ως προς αυτό, φυσικά, η κοινή πρόταση των «κιτρινόμαυρων» και των «πρασίνων», δεν κάνει καμία αναφορά.

Η ειρωνική απόρριψη της επίσημης Super League, αλλά και η σιωπή των άλλων «μεγάλων» (Ολυμπιακός, ΠΑΟΚ), που κρύφτηκαν πίσω από αυτή την απόρριψη, επιβεβαιώνει αυτό που όλοι οι φίλαθλοι έχουν καταλάβει εδώ και δεκαετίες. Ότι, δηλαδή, δεν υπάρχει καμία διάθεση οργάνωσης ενός σύγχρονου επαγγελματικού πρωταθλήματος ποδοσφαίρου. Οι προτεραιότητες είναι προφανώς άλλες. Οι ιδιοκτήτες των ΠΑΕ με αφορμή το ποδόσφαιρο, ανταγωνίζονται σε άλλο επίπεδο και για διαφορετικές σκοπιμότητες. Διότι, αν το κύριο ήταν το ποδόσφαιρο, θα ήταν πολύ απλό να κατανοήσουν ότι είναι μεν ανταγωνιστές εντός των γραμμών του γηπέδου, αλλά σύμμαχοι έξω από αυτό.

Η πρωτοβουλία των κκ. Αλαφούζου και Ηλιόπουλου ήταν μία ημιτελής πρωτοβουλία, που θα μπορούσε, ωστόσο, να αξιοποιηθεί και να εξελιχθεί από το σύνολο των αφεντικών του επαγγελματικού ποδοσφαίρου σε ένα ολοκληρωμένο μοντέλο, που με βασικό μοχλό την εκμετάλλευση των τηλεοπτικών δικαιωμάτων, να οδηγήσει σε μία πραγματικά καλύτερη μέρα. Όπως αναμενόταν, δεν έγινε κάτι τέτοιο.

Έτσι, η πρόταση αυτή, έγινε μία τζούφια κροτίδα, που αντί να ταράξει τα νερά, έγινε αφορμή για ειρωνείες και εξυπνακισμούς. Εναπόκειται στη νοημοσύνη κάθε υγιούς φιλάθλου να εκτιμήσει το κατά πόσο κάποιοι άνθρωποι έχουν σκοπό το καλό του ελληνικού ποδοσφαίρου και αν οι συμπεριφορές αυτές, εν τέλει λειτουργούν και για το καλό του συλλόγου τον οποίο «υπηρετούν». Ή ακόμα καλύτερα, αν αυτοί υπηρετούν κάθε σύλλογο ή κάθε σύλλογος υπηρετεί αυτούς.

(Ο Κώστας Καρβουναρίδης είναι Δικηγόρος – Διεθνές Μάστερ Αθλητικού Δικαίου και Μάνατζμεντ / Διεθνές Κέντρο Αθλητικών Σπουδών – CIES –FIFA)

#SUPER_LEAGUE #ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΑ_ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ #ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ #ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΚΟΣ #ΑΕΚ
Keywords
Τυχαία Θέματα