Άρθρο της Greenpeace στο Dnews: Βιώσιμη ανάπτυξη και περιβάλλον

Η βιώσιμη ανάπτυξη είναι μία ορολογία ευρέως διαδεδομένη το τελευταίο διάστημα, και ειδικά μετά το ξέσπασμα της πανδημίας του COVID-19.

Αποτελεί βασικό στόχο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και των κυβερνήσεων στην πλειοψηφία των χωρών, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας. Στη θεωρία, η βιώσιμη ανάπτυξη ικανοποιεί τις οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές ανάγκες της κοινωνίας με τρόπο που να εξασφαλίζεται η βραχυπρόθεσμη, μεσοπρόθεσμη και κυρίως η μακροπρόθεσμη ευημερία. Έτσι, πρέπει

προκρίνοντας την οικονομική ανάπτυξη με ταυτόχρονη εξασφάλιση της προστασίας του περιβάλλοντος να διασφαλίζει και τις επόμενες γενιές.

Κι εδώ έρχεται το βασικό πρόβλημα. Οι σημερινοί ρυθμοί ανάπτυξης αγνοούν τις πραγματικές αντοχές του πλανήτη και οδηγούν σε περιβαλλοντική και κοινωνική κατάρρευση: κλιματική κρίση, απώλεια βιοποικιλότητας και σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Εκατοντάδες δισεκατομμύρια δημοσίων κονδυλίων κατευθύνονται στα ορυκτά καύσιμα αντί στις λύσεις που θα προστατεύσουν τον πλανήτη αλλά και την υγεία μας, παρά τις ξεκάθαρες επιστημονικές αποδείξεις ότι τα ορυκτά καύσιμα δεν μπορούν να συμβαδίσουν με ένα πράσινο, βιώσιμο και ειρηνικό μέλλον. Αν για παράδειγμα σταματούσαν οι επιχορηγήσεις στα ορυκτά καύσιμα, οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου θα μπορούσαν να μειωθούν ως και 10% παγκοσμίως ως το 2030 και τα χρήματα αυτά να κατευθύνονταν σε λύσεις ανανεώσιμης ενέργειας, στην εξοικονόμηση ενέργειας και στην εκπαίδευση των εργαζόμενων που τώρα απασχολούνται στις ρυπογόνες βιομηχανίες. Αυτή θα έπρεπε να είναι η ερμηνεία του “στόχου βιώσιμης ανάπτυξης” για ένα κράτος.

Πρόσφατα, κατατέθηκε στη Βουλή των Ελλήνων ο κλιματικός νόμος, που σηματοδοτεί μεν μια δειλή αρχή για θέσπιση εθνικού πλαισίου για την πορεία της χώρας προς την κλιματική ουδετερότητα, όμως φαίνεται να μην λαμβάνει υπόψη τις διεθνείς εξελίξεις και την άμεση ανάγκη για απεξάρτηση της Ευρώπης από τα ορυκτά καύσιμα, που απασχολεί και την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Το νομοσχέδιο χαρακτηρίζεται από ένα διπλό κενό: οι στόχοι που θέτει υπολείπονται σημαντικά από τον παγκόσμιο στόχο περιορισμού της κλιματικής αλλαγής στον 1,5°C, ώστε να αποτραπεί κλιματική κατάρρευση, ενώ ταυτόχρονα λείπουν τα απαραίτητα μέτρα και πολιτικές που θα εγγυηθούν την ταχεία απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα. Συγκεκριμένα, ενώ θέτει πλαίσιο εθνικής κλιματικής πολιτικής, η φιλοδοξία του είναι χαμηλή και τελικά αποτυγχάνει να εισαγάγει κρίσιμης σημασίας μεταρρυθμίσεις στο σύνολο της οικονομίας και να ενισχύσει την κοινωνική συμμετοχή και δίκαιη μετάβαση, ώστε η Ελλάδα να κερδίσει το στοίχημα της κλιματικής ουδετερότητας και να ευθυγραμμιστεί με τον παγκόσμιο στόχο του 1,5°C.

Την ίδια ώρα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε τη στρατηγική της για την ταχύτερη απανθρακοποίηση και την απεξάρτηση από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα, και όχι μόνο, η οποία αύξησε τους στόχους της ΕΕ για εξοικονόμηση ενέργειας και ανανεώσιμης ενέργειας. Και εκεί, συμβαίνει το ίδιο. Οι στόχοι αυτοί ακόμα δεν είναι αρκετοί για να επιτευχθεί η αναγκαία συγκράτηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας στον 1,5°C, όπως συμφωνήθηκε στη Συνθήκη του Παρισιού για το κλίμα, και η απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα - και από το ορυκτό αέριο - δεν έρχεται έγκαιρα.

Αυτές είναι ευκαιρίες που δεν πρέπει να μείνουν ανεκμετάλλευτες και οφείλουμε να διαμορφώσουμε ουσιώδη μέτρα και πολιτικές που προστατεύουν το κλίμα, το φυσικό περιβάλλον και τους πολίτες - και την υγεία αλλά και την τσέπη μας. Η μεγάλη πρόκληση για την Ελλάδα και την Ευρώπη είναι η κοινωνικά δίκαιη και συμμετοχική, επιστημονικά τεκμηριωμένη και περιβαλλοντικά ορθή μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα.

Η τελευταία έκθεση της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC), που δημοσιεύτηκε στις αρχές Απριλίου και επικεντρώνεται στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, προσφέρει έναν πολύ χρήσιμο οδηγό για τις λύσεις που ήδη υπάρχουν και μπορούν να εφαρμοστούν άμεσα, μερικές χωρίς καν κόστος, ώστε να πετύχουμε τον στόχο της Συμφωνίας του Παρισιού για τον περιορισμό της αύξησης της μέσης πλανητικής θερμοκρασίας στον 1,5°C, προστατεύοντας ταυτόχρονα τη βιοποικιλότητα και τα οικοσυστήματα του πλανήτη, τα οποία μας είναι απαραίτητα για την ίδια την επιβίωσή μας. Αν δεν αντιμετωπιστούν άμεσα οι κρίσεις της κλιματικής κατάρρευσης και της απώλειας της βιοποικιλότητας, δεν υπάρχει βιώσιμη ανάπτυξη, διότι πολύ απλά ο πλανήτης και οι κοινωνίες μας δεν θα είναι ποτέ πια ίδιες.

Για μια πραγματικά βιώσιμη ανάπτυξη λοιπόν, τα δημόσια κονδύλια και οι επενδύσεις οφείλουν να στραφούν προς την κατεύθυνση που θα δημιουργήσει ένα καλύτερο μέλλον και δεν θα συμβάλλει απλά στην αναπαραγωγή του παλιού, με τα εγγενή προβλήματα που με μαθηματική ακρίβεια θα οδηγήσουν σε νέες κρίσεις. Να χρησιμοποιηθούν για να αλλάξουν τα προβληματικά συστήματα ανάπτυξης στο αγροδιατροφικό σύστημα, στον κτιριακό τομέα, στις μεταφορές, στην παραγωγή ενέργειας. Η λογική της οικονομικής ανάπτυξης άνευ όρων και ορίων, με εκ των υστέρων διαχείριση των περιβαλλοντικών και κοινωνικών επιπτώσεων που αυτή επιφέρει, δεν έχει θέση στη βιώσιμη ανάπτυξη. Αντίθετα, τα συστήματά μας πρέπει να έχουν ως επίκεντρο τους πολίτες και τον πλανήτη, κι όχι το κέρδος των λίγων με οποιοδήποτε κόστος.

Η Σμαράγδα Σκούλου, τμήμα επικοινωνίας, ελληνικό γραφείο Greenpeace

#ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ #Greenpeace #ΒΙΩΣΙΜΗ_ΑΝΑΠΤΥΞΗ #ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ_ΑΦΙΕΡΩΜΑ
Keywords
Τυχαία Θέματα