Το πολιτικό χνάρι του Αλέκου Αλεξανδράκη

Η λαμπερή πλευρά του Αλέκου Αλεξανδράκη είναι αυτή που λίγο – πολύ γνωρίζουν οι τελευταίες τρεις – τέσσερις γενιές κινηματογραφόφιλων, θεατρόφιλων( και όχι μόνο) Ελλήνων. Ένας σπουδαίος ζεν πρεμιέ με σπάνιο υποκριτικό ταλέντο, μαγικό κοσμοπολίτικό αέρα και μια δυναμική γοητεία που γέμιζε κάθε χώρο στον οποίον κινείτο ο λατρεμένος Αλέκος των γυναικών. Οι ρόλοι του σε διαχρονικές ταινίες, κυρίως του Φίνου, μετά το 1960 – κυρίως κωμωδίες – ήταν αυτές που μάλλον «σκέπασαν» στα μάτια του κοινού τον ακατάβλητα κι ανυποχώρητα

πολιτικοποιημένο Αλέκο Αλεξανδράκη. Έναν άνθρωπο που πάλευε για τις ιδέες του με το ίδιο πάθος, με το οποίο υπηρετούσε το θέατρο και τον κινηματογράφο.

Ούτε μια, ούτε δυο , αλλά δεκάδες είναι οι ιστορίες που αναδεικνύουν, το πολιτικό Αποτύπωμα του Αλεξανδράκη που όχι μόνον ήταν έντονο, αλλά κι ο ίδιος το σημείωνε σε κάθε ευκαιρία. Διάλεξα δυο. Οι οποίες όχι μόνον έχουν το χνάρι , του κορυφαίου ηθοποιού, αλλά αποκαλύπτουν και έναν ακαταπόνητο αγωνιστή, δίνοντας και το ιστορικό στίγμα μιας ολόκληρης εποχής. Η πρώτη αφορά το αριστούργημα «Συνοικία το Όνειρο», εκεί που ο 33χρονος – τότε – Αλέκος Αλεξανδράκης, επιχείρησε την πρώτη – και τελευταία – σκηνοθετική του προσπάθεια. Αθεράπευτα ρομαντικός αριστερός ο – Λακωνικής καταγωγής – Αλεξανδράκης παίρνει στα χέρια του το εξαιρετικό σενάριο του Αλέκου Λειβαδίτη, το προτείνει σχεδόν σε όλες τις εταιρίες παραγωγής εκείνης της εποχής, οι οποίες το απορρίπτουν. Βλέπετε, η Ελλάδα του 1961, ήταν ένας πολύ σκληρός καμβάς. Αποφάσισε, λοιπόν, μαζί με τους «Ηνωμένους Καλλιτέχνες» – μια ομάδα αριστερών ηθοποιών να κάνουν το έργο και να σοκάρουν την νωπή, ακόμη σκληρή, μετεμφυλιακή Ελλάδα. Ο Αλεξανδράκης, αποφασίζει, εκτός από τη σκηνοθεσία να αναλάβει και την παραγωγή. Δανείζεται, χρεώνεται, στριμώχνεται. Αλλά η ταινία ολοκληρώνεται, ντυμένη από τους μαγικούς ήχους του Μίκη και την επιβλητική φωνή του Γρηγόρη Μπιθικότση.

Η προβολή της ταινίας, η οποία λογοκρίθηκε άγρια και πήρε άδεια, διακόπηκε στην πρεμιέρα από την αστυνομία Όταν προβλήθηκε ξανά, κάποιες εβδομάδες μετά, ύστερα από παρέμβαση του ίδιου του Κωνσταντίνου Καραμανλή, στον οποίον προσέτρεξε ο Αλεξανδράκης, η οικονομική καταστροφή είχε επέλθει.

Ο Αλεξανδράκης παρόλα αυτά δεν το έβαλε κάτω. Αυτά που πίστευε, τα έλεγε… Πολλοί θέλησαν και επιχείρησαν να του κλείσουν το στόμα. Το αστέρι του όμως είχε ήδη λάμψει. Και σε κάθε περίπτωση η αγάπη του κόσμου, ορθωνόταν, σαν ασπίδα μπροστά στον σπουδαίο πρωταγωνιστεί. Εν τούτοις, μια δεκαετία, σχεδόν, αργότερα, εν μέσω των σκοτεινών χρόνων της χούντας, φούντωσε ξανά ο πόλεμος, προσωπικός κι αδυσώπητος, του τότε κράτους, κατά του Αλέκου Αλεξανδράκη. Άλλη μια δύσκολη εποχή- και – για εκείνον.

Η αγαπημένη του φίλη και πολλάκις συπρωταγωνίστρια του Μάρω Κοντού περιγράφει την απίστευτη ιστορία όταν στα χρόνια της χούντας οι στρατονόμοι τον κατέβασαν από το αεροπλάνο για να μη ταξιδέψει στη Ρώμη για τις ανάγκες της ταινίας «Μια Ιταλίδα από την Κυψέλη». Ήταν τα τελευταία χρόνια της χούντας και ο Αλεξανδράκης ως κομουνιστής, «δεν έπρεπε να φύγει για να μην διαφύγει» σύμφωνα με τα ηλίθια μυαλά του καθεστώτος των Συνταγματαρχών. Η ίδια προσπάθησε να λύσει το πρόβλημα. Δεν τα κατάφερε και έτσι ο Τσιφόρος αναγκάστηκε να κόψει από το σενάριο τις σκηνές της Ιταλίας. Ο Αλεξανδράκης την εποχή εκείνη, έφθασε σε απελπιστική κατάσταση , καθώς δεν μπορούσε να εργαστεί και τα οικονομικά προβλήματα δεν του επέτρεπαν καν να έχει μια αξιοπρεπή διαβίωση. Όπως χαρακτηριστικά θυμούνται οι πρώην συνεργάτες του έφθασε σε σημείο «να μην έχει χρήματα για ν αγοράσει γάλα στα παιδιά του».

Ο Αλέκος Αλεξανδράκης υπήρξε ο απόλυτος ζεν πρεμιέ από την πρώτη του εμφάνιση το 1954 στην Επίδαυρο, μέχρι τα τελευταία του βήματα στο νέο ελληνικό κινηματογράφο. Έφυγε από τη ζωή το 2005, σε ηλικία 77 ετών.

Του Γιάννη Βασιλακόπουλου

Keywords
Τυχαία Θέματα