Πολλά κοινά φάρμακα μειώνουν τα βακτήρια του εντέρου, αποκαλύπτει έρευνα με επικεφαλής έναν Έλληνα

Περίπου ένα στα τέσσερα φάρμακα -ανάμεσα τους πολλά που συνταγογραφούνται ευρέως- έχουν σημαντικές επιπτώσεις στις βακτηριακές κοινότητες του εντέρου, εμποδίζοντας την ανάπτυξη ακόμη και των «καλών» μικροοργανισμών. Αυτό μπορεί, παράλληλα με τα οφέλη του φαρμάκου, να έχει ανεπιθύμητες παρενέργειες για τους ανθρώπους, μεταξύ άλλων ανοίγοντας το δρόμο σε διάφορες παθήσεις ή ενισχύοντας την αντίσταση των μικροβίων στα αντιβιοτικά.

Τα βακτήρια παίζουν ζωτικό ρόλο στη διατήρηση της ανθρώπινης υγείας, αν και οι αλληλεπιδράσεις και ισορροπίες ανάμεσα στα «καλά» και στα «κακά»

βακτήρια είναι ένα πολύπλοκο και συχνά απρόβλεπτο ζήτημα.

Άλλες πρόσφατες μελέτες είχαν ανακαλύψει ενδείξεις ότι, εκτός από τα αντιβιοτικά, διάφορα φάρμακα (αντιδιαβητικά, μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη, αντιψυχωτικά κ.α.) μπορούν να αλλάξουν τη σύνθεση του μικροβιώματος του εντέρου, παρόλο που έχουν σχεδιασθεί να δρουν πάνω στα ανθρώπινα κύτταρα μάλλον, παρά στα βακτηριακά.

Η νέα μελέτη αναδεικνύει τη σοβαρότητα του θέματος, καθώς επιβεβαιώνει ότι πράγματι πολλά φάρμακα κάνουν άνω-κάτω τα μικρόβια του εντέρου, μεταβάλλοντας τις μεταξύ τους αναλογίες, με απρόβλεπτες επιπτώσεις σε βάθος χρόνου. Οι επιστήμονες δήλωσαν έκπληκτοι από το πόσο συχνές είναι αυτές οι «παράπλευρες απώλειες» των βακτηρίων εξαιτίας της δράσης (φαινομενικά) άσχετων φαρμάκων.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Αθανάσιο Τύπα του Ευρωπαϊκού Εργαστηρίου Μοριακής Βιολογίας (EMBL) στη Χαϊδελβέργη, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό “Nature”, χρησιμοποίησαν καλλιέργειες βακτηριακών κυττάρων για να μελετήσουν τις επιπτώσεις που έχουν περισσότερα από 1.000 φάρμακα (αντιβακτηριακά, αντιικά κ.α.) πάνω σε 40 κοινά είδη βακτηρίων, που είναι αντιπροσωπευτικά του μικροβιακού εντερικού οικοσυστήματος.

Διαπιστώθηκε ότι το 27% των φαρμάκων αναστέλλουν την ανάπτυξη τουλάχιστον ενός είδους βακτηρίου και αρκετά περισσοτέρων από ένα, με μια δράση που μοιάζει με τις παρενέργειες των αντιβιοτικών στους μικροοργανισμούς του εντέρου.

«Είναι τρομακτικό, αν ληφθεί υπόψη ότι στη ζωή μας παίρνουμε πολλά φάρμακα που δεν είναι αντιβιοτικά και για μεγάλα χρονικά διαστήματα» δήλωσε ο Τύπας και εξέφρασε την ελπίδα ότι τα νέα ευρήματα μπορεί να βοηθήσουν ώστε στο μέλλον να μειωθούν οι παρενέργειες των φαρμάκων.

Παρόλη τη σημασία του μικροβιώματος για την υγεία, οι επιστήμονες δεν έχουν ακόμη σαφή γνώση τι είδους «τροφή» θέλουν τα περισσότερα εντερικά βακτήρια για να αναπτυχθούν ή αντίθετα ποιές τροφές αναστέλλουν την ανάπτυξή τους, καθώς επίσης με ποιό ακριβώς τρόπο μεταβολίζουν τις θρεπτικές ουσίες με τις οποίες τα τροφοδοτεί ο άνθρωπος μέσω της τροφής του.

Σε μια σχετική δημοσίευση στο περιοδικό μικροβιολογίας “Nature Microbiology”, ο κ. Τύπας και οι συνεργάτες του παρουσίασαν μια μελέτη για τις μεταβολικές ιδιότητες των βακτηρίων του εντέρου, μελετώντας 96 στελέχη των 72 συχνότερων και σημαντικότερων ειδών εντερικών βασκτηρίων, μερικά από τα οποία εμπλέκονται σε παθήσεις όπως ο καρκίνος του παχέος εντέρου ή η φλεγμονώδης νόσος του εντέρου.

Οι επιστήμονες βρήκαν μια μεγάλη ποικιλία στον τρόπο που αναπτύσσονται ακόμη και συγγενικά βακτήρια και στο πώς αντιδρούν στους μεταβολίτες του εντέρου. Στην ουσία, οι ερευνητές παρουσίασαν μια μοριακή κουζίνα με «συνταγές» για το πώς μπορούν οι επιστήμονες να καλλιεργήσουν στο εργαστήριο και να μελετήσουν καλύτερα μια σειρά από βακτήρια, τα οποία έχουν διαφορετικές «διατροφικές» προτιμήσεις και χαρακτηριστικά ανάπτυξης.

(ΑΠΕ-ΜΠΕ)

Keywords
Τυχαία Θέματα