«Εν σύμπνοια»

Η ιχνηλάτηση της πορείας του ελληνικού κράτους στο διάβα της σύγχρονης ιστορίας του μας προσφέρει γενναιόδωρα έναν πληθωρισμό αποκρυσταλλωμένων διδαχών, διαφωτιστικών στην ανάγνωση της προσώρας γεγονοτολογίας.

Πρόκειται για κειμήλια πρακτικών και συλλογιστικών, διώνυμης χροιάς, που επικράτησαν προκείμενου να υπερκεραστούν παρελθοντικές προκλήσεις. Η ιστορία συνιστά πολυαιτιακό παραλλήλως πολυπαραγοντικό αλλά και μοναδικό φαινόμενο. Παραταύτα αναπόδραστα σε ζοφερές ιδίως περιστάσεις η επικαιρότητα διασταυρώνεται με τη διαχρονικότητα, συνομολογώντας μια άτυπη συνθήκη επιτακτική για την συλλογική

ανάταση.

Η κλασικότητα της συγκαταβατικής και συναινετικής φρασεολογίας του εκφωνηθέντος λόγου του Αλέξανδρου Ζαΐμη, εκ του οποίου πάρθηκε και ο τίτλος του παρόντος άρθρου, ενώπιον της εθνικής αντιπροσωπείας την επαύριον της ταπεινωτικής και οδυνηρής ήττας του ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897 και την επιβολή Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου αποτελεί τη λυχνία για την κατάλυση του τέλματος της σημερινής κρίσης. Η Ελληνική επικράτεια της δύσης του 19ου αιώνα, κατ’ αντιστοιχία με το σήμερα, διερχόταν οξεία κοινωνική, πολιτική, οικονομική και εθνική κρίση η οποία επέφερε μαρασμό και πνεύμα απόγνωσης.

Δυστυχώς η πολιτική νοοτροπία της αδιαλλαξίας, των κομματικών δογματισμών και διαιρέσεων δεν επιτρέπει την υποτυπώδη ή έστω αμυδρή απόπειρα γεφύρωσης χασμάτων και συστρατεύσης συλλήβδην του πολιτικού κόσμου σε φλέγοντα ζητήματα του δημοσίου βίου τα οποία λυμαίνονται την κοινωνική ευημερία και είναι ακανθώδη (λ.χ. ασφαλιστικό). Η χώρα μας βυθίζεται στα βαλτώδη έλη της πολύχρονης παρακμής και η πολιτική ελίτ αδρανοποιείται και εθελοτυφλεί με εξαίρεση ορισμένες ώριμες φωνές(πρωτοβουλία Κώστα Καραμανλή την άνοιξη του 2009 για συνεννόηση προκειμένου να αποφθεχθεί η επικείμενη οικονομική θύελλα αλλά και προσφάτως με την πολιτική επιχειρηματολογία της Νέας Δημοκρατίας στην εκλογική αναμέτρηση του Σεπτεμβρίου του 2015).

Το υφιστάμενο δυσοίωνο τοπίο υπαγορεύει τη συνεννόηση και διάνοιξη διαύλων επικοινωνίας και συνδιαλλαγής μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων. Δεν επιδέχεται αμφισβήτηση το γεγονός ότι το κοινωνικό σώμα υπερκορεσμένο και απογοητευμένο από τη μαστίζουσα δυστοκία αποστρέφεται, εξοργίζεται και βάλλει κατά των αντιπροσώπων του, των οποίων η αξιοπιστία καταβαραθρώνεται. Πεσιμισμός, απελπισία, αίσθηση ματαιότητας και πολιτική αποξένωση αποτελούν ενδεικτικές έννοιες τις ατομικής και κοινωνικής ψυχοσύνθεσης.

Ευλόγως εγείρεται το ερώτημα των προαπαιτούμενων και του περιγράμματος μίας ουσιώδους διακομματικής διαβούλευσης. Εν αρχή πάντων εστί η προθυμία και η βούληση της πολιτικής ηγεσίας αλλά και η φερεγγυότητα των υποκειμένων. Άπαντες γνωρίζουν ότι η προσώρας συμπολίτευση με το δημαγωγικό-λαϊκιστικό ύφος, την απύθμενη ανικανότητα και ερασιτεχνισμό, την παθογόνο ψευδολογία, την πολιτική ασυνειδησία και συμφεροντολατρία αυτομάτως και αυτονόητα απωθείται ως κραυγαλέα αναξιόπιστη. Η ανωτέρω περιγραφή αρμόζει σε πολιτικό αριβιστή.

Εντούτοις, το υπό συζήτηση εγχείρημα δύναται να εισαχθεί δυναμικά στο προσκήνιο δια της αυτενέργειας της ΝΔ, η οποία προς το παρόν αναμένει στωικά την πολιτική «αποκαθήλωση» του Σύριζα, διατυπώνοντας κοινότυπες εξαγγελίες σε συνδυασμό με το ένα μη αποδοτικό ‘’ήπιο κατηγορώ’’. Η πολιτική ατμόσφαιρα πολώνεται και το πολιτικό σύστημα μετατρέπεται σε αφιλόξενο, άκαμπτο και εχθρικό στις διαπαραταξιακές συνομιλίες και στο διάλογο, ενόσω η ακατάσχετη και νοσογόνα κρίση προκαλεί και γιγαντώνει την αγωνιώδη αναζήτηση των ανθρώπων για διάσωση και κατοχύρωση των εναπομεινάντων κεκτημένων, συμπαρασύροντας θεσμούς, ανατρέποντας παγιωμένες ισορροπίες και ως εκ τούτου διεμβολίζοντας το ίδιο το πολίτευμα.

Αποναρκωμένοι οι πολιτικοί σχηματισμοί και αποσβολωμένοι από τους διαξιφισμούς τους δε συνειδητοποιούν την επικλινή αυτή πορεία. Ωστόσο αυτή καθαυτή η εθνική συνεννόηση δεν είναι τόσο ακατόρθωτη, αλλά ούτε κατ’ ανάγκην συνεπάγεται κυβερνητικές συμπράξεις. Απαριθμώντας τα κριτήρια δεν προκύπτει η απεμπόληση του αξιακού περιβλήματος έκαστου φορέα ούτε η κινδυνώδης ιδεολογική «πολτοποίηση» και κομφορμισμός. Ασφαλώς ο κομματικός ανταγωνισμός, η ετερότητα εξαγγελιών και ο πλουραλισμός προγραμματικών θέσεων συνιστά τη Λυδία λίθο του δημοκρατικού πολιτεύματος και είναι απολύτως θεμιτός, φυσικός(εφόσον επιδιώκεται η κατάκτηση της εξουσίας) και ευκταίος, αλλά όπως δωρικά και με διανοητικό βάθος έγραφε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής σε μία επιστολή του προς τον Κ.Τσάτσο το 1966:«Οι ανταγωνισμοί όμως αυτοί δεν δύνανται να υπερβαίνουν τα όρια τα οποία χαράσσουν η στοιχειώδης ηθική και προπαντός τα γενικώτερα συμφέροντα του Έθνους. Συμφέροντα τα οποία, ευρισκόμενα πέραν των ιδεολογικών των τοποθετήσεων, δεν δύνανται να αγνοηθούν από έναν λαό, χωρίς τον κίνδυνο να καταστραφή.»

Τούτου δοθέντος αποτελεί τη διακήρυξη της ενότητας σύγκορμης της πολιτικής κοινότητας και τη συνειδητοποίηση της σύμπτυξης ορισμένων πολιτικών επιλόγων σε νευραλγικούς τομείς του δημοσίου συμφέροντος. Για ποιο λόγο επί παραδείγματι πρέπει να ερίζουμε για την εξωτερική πολιτική; Είναι αδιανόητο και ανήκουστο να μην καταρτίζεται ενιαία αντίληψη επ’αυτης, παραπλεύρως με την εθνική άμυνα. Επιπροσθέτως στη θωράκιση της δημοσίας ασφάλειας και της δημόσιας τάξης; Συν τοις άλλοις δε δύναται να υπάρχει ομοφροσύνη στο ζήτημα του εκπαιδευτικού συστήματος; Εν τη ρύμη του λόγου ο εκάστοτε υπουργός ιδιοποιείται και απορρυθμίζει την παιδεία στο όνομα μιας προσωπικής επίπλαστης μεταρρύθμισης. Στον απόηχο των θλιβερών και τραγικών τεκταινομένων στη περιοχή της Δυτικής Αττικής όπου οι ευθύνες είναι διάχυτες, διαχρονικές και αλυσιδωτές, τίθεται επί τάπητος η πολιτικά ομόθυμη διευθέτηση της ελλειμματικής χωροταξικής οριοθέτησης και της πολεοδομικής αυθαιρεσίας. Επαγωγικά η ευαισθητοποίηση στο κάδρο της περιβαλλοντικής προστασίας. Κατάρτιση εθνικού σχεδίου απαιτείται και για την ανάσχεση του λοιμώδους δημογραφικού και της υπογεννητικότητας που επιφέρει πληθυσμιακή γήρανση και συρρίκνωση. Έτι περαιτέρω υποβοηθά το πεδίο διεκδίκησης και διαπραγμάτευσης ελάττωσης του δημόσιου χρέους.

Καταληκτικά, η αποφασιστική αναμόχλευση της επείγουσας αναγκαιότητας προς εθνική ευθυγράμμιση και η άμβλυνση του αρνητισμού και της προκατάληψης εκπορεύεται από τα κελεύσματα της κοινής γνώμης. Αρκεί οι πολιτικοί παράγοντες να μετατραπούν σε ευήκοους ακροατές. Οι αντεγκλήσεις, ο ρεβανσισμός, οι πυρώδεις αψιμαχίες εκατέρωθεν είναι φθοροποιοί και καταδικαστικοί. Η κεντροδεξιά ανταποκρινόμενη στην ιστορική της κληρονομιά από την ίδρυση της, που συνίσταται στην υπευθυνότητα, την ειλικρίνεια και το εθνικό καθήκον, οφείλει να εξελιχθεί σε πρωτεργάτη και αρχιτέκτονα της εθνικής συμπόρευσης, αίροντας την ελληνική πεπατημένη του μανιχαϊσμού, προκειμένου η χώρα μας να ατενίσει ένα ελπιδοφόρο και αισιόδοξο μέλλον. Η ιστορία είναι ‘’φιλοσοφείν’’ με παραδείγματα κατά παράφραση του αποφθέγματος του Γουίλ Ντίραν και μεταστοιχειώνεται σε πυξίδα όταν διυλίζεται με ευθυκρισία και ορθοφροσύνη. Ας μην αγνοηθεί το απόσταγμα της.

Keywords
Τυχαία Θέματα