Είδα: Tην «Καθαρή πόλη» σε σκηνοθεσία Ανέστη Αζά και Πρόδρομου Τσινικόρη

Δεν ξέρω αν Έλληνας λογίζεται εκείνος που παίρνει ελληνική παιδεία. Αν είναι εκείνος που γεννιέται ή δουλεύει στην Ελλάδα, που μαθαίνει να μιλάει ελληνικά ή που αυτοσχεδιάζει σε ελληνικούς χορούς (βλέπε ζεϊμπέκικο στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών-γιατί μάλλον δεν θα ξαναδείς). Νομίζω πως Έλληνας είναι αυτός που μαθαίνει να υπομένει μια χώρα, η οποία εφευρίσκει διαρκώς καινούργιους τρόπους για να τον απωθήσει και παρόλα αυτά εκείνος επιμένει σε μια δήλωση: «Εδώ θα μείνω».

Γιατί η Mabel, η Rositsa, η Fredalyn, η Drita και
η Valentina - οι πέντε γυναίκες που είχαν το ψυχικό σθένος να υποδυθούν επί σκηνής, στην «Καθαρή πόλη», αποσπάσματα από τη ζωή τους σε τούτο τον τόπο - η καθεμιά με τον φόρτο του δικού της βιώματος - αυτό ομολογεί. Δηλώνει ριζωμένη σε μια Ελλάδα που μόνο τρικλοποδιές και πληγές στα γόνατα τους έχει προσφέρει. Αλήθεια, πόσο δύσκολο είναι να ανήκεις σε μια τέτοια γη;

Καθαρίστριες όλες τους, γνώρισαν τη «βρώμικη» Ελλάδα όχι επειδή κλήθηκαν να βάλουν γάντια και να πιάσουν σφουγγαρίστρες και ξεσκονόπανα στα χέρια τους, αλλά επειδή ήρθαν πρώτες αντιμέτωπες με την σαπίλα του κοινωνικού κράτους και του δημόσιου συστήματος, γιατί πρώτες δοκίμασαν το ρατσισμό και την κοινωνική διάκριση του υποτιμημένου επαγγέλματος τους, γιατί ανέχθηκαν τη σεξουαλική παρενόχληση χωρίς να κάνουν ούτε μια καταγγελία, γιατί υπήρχαν και δεν υπήρχαν σε ένα τόπο που τις χρειαζόταν αλλά δεν τις αναγνώριζε. Και γιατί πίσω από όλη αυτή την οδύσσεια, κρύβονταν άνθρωποι κανονικοί, μορφωμένοι, άξιοι, μητέρες με δικά τους παιδιά, γυναίκες σαν εσένα κι εμένα, που ωστόσο κανείς-ή σχεδόν κανείς-δεν ρώτησε το όνομα τους, δεν έμαθε την ιστορία τους.

Να λοιπόν, που μια παράσταση-ντοκιμαντέρ από τους συνεπείς του είδους, τον Ανέστη Αζά και τον Πρόδρομο Τσινικόρη γίνεται η αφορμή να την αφηγηθούν• σαν τραγέλαφο - μέσα από γέλιο και συγκίνηση-όπως εξάλλου είναι και η ζωή τους στην Ελλάδα. Ίσως η πρόθεση της παράστασης «Καθαρή πόλη» να ήταν ακόμα πιο σύνθετη: Να αποτυπώσει μέσα από τη μαρτυρία τους την ιστορική και φιλοσοφική διάσταση της έννοιας του «καθαρού», συνδεδεμένης άρρηκτα με τα φασιστικά ιδεώδη. Προσωπικά θα ήθελα να σταθώ στο λιγότερο θεωρητικό κέρδος της: Στο δικαίωμα της δημόσιας παρουσίας που παραχωρήθηκε στις πέντε αυτές καθαρίστριες, στο δικαίωμα του βήματος, στο δικαίωμα να συστηθούν, να φωνάξουν, να ακουστούν, να μοιραστούν, να υπάρξουν συμπυκνώνοντας σε μια παράσταση όσα δεν ειπώθηκαν στα 20 (λιγότερα ή περισσότερα) χρόνια που ζουν στην Ελλάδα. Και που η φωνή τους σβήνει μόνιμα κάτω από το θόρυβο της ηλεκτρικής σκούπας.

Να πως το θέατρο γίνεται δικαίωμα, ένα είδος ελευθερίας, ή έστω μια πρόταση απελευθέρωσης. Να πως επιβεβαιώνεται η αφίσα της παράστασης με τις πέντε κυρίες ντυμένες σε στολές σούπερ ηρωίδων. Ηρωίδες επειδή άντεξαν κι επειδή αντέχοντας σου δηλώνουν κατάμουτρα ακόμα κάτι: Ότι τώρα που κι εσύ πιέζεσαι κάτω από μια σφοδρή κοινωνική συνθήκη (όπως κι αυτές στο παρελθόν εξάλλου γι' αυτό και μετανάστευσαν) δεν πρέπει να ξεχνάς ούτε ποιος είσαι, ούτε τι έχεις καταφέρει, ούτε να αποδιώχνεις το δικαίωμα σε μια καλύτερη ζωή.

Μπροστά σε αυτό το θάρρος (των ίδιων των γυναικών και της ομάδας που εμπνεύστηκε και υλοποίησε αυτή την παραγωγή) θεατής μπορείς να είσαι μόνο για όσην ώρα διαρκεί η παράσταση.

Της Στέλλα Χαραμή

Διαβάστε περισσότερα για ό,τι συμβαίνει στις τέχνες στο www.tospirto.net
Ακολουθήστε το www.tospirto.net στο facebook

-- This feed and its contents are the property of The Huffington Post, and use is subject to our terms. It may be used for personal consumption, but may not be distributed on a website.

Keywords
Τυχαία Θέματα