Παράγοντες και Προκλήσεις Επενδυτικής Στρατηγικής

Το χρηματοοικονομικό περιβάλλον, το οποίο βιώνουμε, έχει γίνει ιδιαίτερα πολύπλοκο και δυσνόητο, με αποτέλεσμα η κατανόηση της μεταβολής των τιμών στο ταμπλό να αποτελεί μία δύσκολη άσκηση και αντικείμενο εξειδικευμένης μελέτης, ακόμα και για τα καλύτερα ακαδημαϊκά ιδρύματα ανά τον κόσμο.

Στις μέρες μας ο όγκος πληροφορίας είναι τεράστιος και αποτελεί ένα σύννεφο θορύβου μπροστά στο πραγματικό αντίκτυπο που έχει στις τιμές. Τόσο ο επικεφαλής επενδύσεων όσο και ο επικεφαλής διαχείρισης καλούνται να διερευνήσουν και να καταλήξουν στο ποια είναι η πραγματική πληροφορία και ποιος είναι ο θόρυβος

που πρέπει να αγνοηθεί για να παραχθεί η «σωστή» στρατηγική σε βραχυπρόθεσμο, μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο ορίζοντα, ώστε αυτή να μετουσιωθεί και να πάρει μορφή μέσω ενός ορθά δομημένου χαρτοφυλακίου για τους πελάτες του.

Η πληροφορία συνοψίζεται μέσω παραγόντων κινδύνου (risk factors) και το ερώτημα έγκειται πλέον στο ποιοι από αυτούς έχουν αρκετά αυξημένη οικονομική και στατιστική συσχέτιση και τελικά ποιοι και πόσοι φέρουν την καθαρή πληροφορία, η οποία επηρεάζει τόσο το παρόν όσο και το μέλλον μιας οικονομίας ή ενός χρηματιστηρίου.

Η παραπάνω ανάλυση δεν μπορεί πλέον να αγνοείται και πολλοί επενδυτικοί οίκοι παγκόσμιου βεληνεκούς έχουν αρχίσει να στελεχώνονται με εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό όπου μπορούν να κατανοήσουν και να μετουσιώσουν άμεσα την υπάρχουσα πληροφορία σε επενδυτικές στρατηγικές και έπειτα σε χαρτοφυλάκια, που να λαμβάνουν υπόψη αυτούς τους παράγοντες κινδύνου και να μπορούν να πάρουν άμεση θέση πάνω σε αυτούς.

Οι εν λόγω παράγοντες αποτελούν συστημικούς κινδύνους και ένας εξ αυτών είναι ο δείκτης αναφοράς. Με τον όρο “συστημικούς” εννοούμε παράγοντες που είναι στατιστικά αλλά κυρίως οικονομικά σημαντικοί για το σύνολο των επενδυτών και όχι για μεμονωμένους κλάδους. Αυτοί οι παράγοντες μπορεί να έχουν είτε θετικό είτε αρνητικό premium κινδύνου το οποίο πρέπει να αξιολογηθεί σωστά για να μπορεί κάποιος να πάρει θέση σε αυτούς.

Το παραπάνω στάδιο είναι πολύ σημαντικό και μέχρι πρόσφατα δεν είχε γίνει απόλυτα κατανοητό, μιας και πολλοί χαρακτηρίζουν τις αποδόσεις που επιτυγχάνουν πάνω από τον δείκτη της αγοράς ως κερδοσκοπικές ευκαιρίες και όχι ως επιπλέον έκθεση σε κάποιους εξειδικευμένους παράγοντες κινδύνου. Το αντίκτυπο της άνωθεν διαπίστωσης είναι να μην μπορεί κάποιος να ξεχωρίσει και να καταλάβει τις κερδοσκοπικές ευκαιρίες από τους παράγοντες κινδύνου και άρα να έχει «άγνοια κινδύνου-ων». Έτσι, δεν είναι δυνατό να μετουσιώσει σωστά την εξειδικευμένη πληροφορία που του προσφέρει ο κάθε παράγοντας κινδύνου σε ένα βέλτιστο χαρτοφυλάκιο-στρατηγική. Το αποτέλεσμα είναι τόσο ο ίδιος όσο και οι πελάτες του να μην μπορούν να κατανοήσουν τη συμπεριφορά του χαρτοφυλακίου τους σε ορισμένα δομικά σοκ των αγορών.

Το Ελληνικό χρηματιστήριο αποτελεί ένα πολύ καλό παράδειγμα, μιας και οι επενδυτές που ενεργοποιούνται σε αυτό έχουν βιώσει πολλάκις τη στοχαστική μεταβλητότητα και ρευστότητά του. Αυτοί οι δύο παράγοντες κινδύνου είναι από τους βασικότερους και πιο δυσνόητους παγκοσμίως. Πολλοί αγανακτούν γιατί δεν τους καταλαβαίνουν και νομίζουν ότι το “παιχνίδι” είναι καθαρά κερδοσκοπικό.

Πράγματι σε μια ρηχή αγορά μπορούν να υπάρξουν κερδοσκοπικά ανοίγματα οποιαδήποτε μορφής αλλά δεν μπορεί να φανταστεί κάποιος να διαρκούν εις το διηνεκές μιας και οι “μεγάλοι παίχτες” θα μπουν και θα τα “κλείσουν”. Όμως, κάτι τέτοιο θα ήταν δύσκολο σε μια αγορά που δεν τη βλέπουν διεθνή μάτια (segmented) και παράλληλα υπάρχει μικρή συμμετοχή εγχώριων χαρτοφυλακίων. Η Ελλάδα δεν είναι μέσα σε αυτές και ένδειξη για τα παραπάνω αποτελεί η αντίδραση (είτε θετική είτε αρνητική) του Ελληνικού χρηματιστηρίου σε παγκόσμια γεγονότα που μεταβάλλουν συστημικά τις αγορές.

Άρα πρέπει να ξανασκεφτούμε εάν ο κερδοσκοπικός χαρακτηρισμός που αποδίδεται στην εγχώρια χρηματιστηριακή αγορά είναι ορθός ή εάν αυτό που βλέπουμε κατά καιρούς είναιαπλά αρνητικά σοκ του παράγοντα κινδύνου ρευστότητας και χρήζει ιδιαίτερης προσοχής και αντιμετώπισης από τους ειδήμονες.

Τα premium του κινδύνου διαφέρουν από αγορά σε αγορά αλλά με βάση μελέτες που έχουν γίνει για τις μεγάλες αγορές (Αμερική, Ευρώπη, Κίνα, Ιαπωνία), έχει παρατηρηθεί ότι γι’ αυτές μπορούμε να καταλήξουμε σε τουλάχιστον πέντε παράγοντες που κινούν συστημικά τις αγορές. Επίσης, υπάρχει αλληλεπίδραση μεταξύ των παραγόντων αυτών όχι μόνο μεταξύ των μετοχικών αγορών αλλά και σε συνδυασμό με τις ομολογιακές αγορές, την αγορά νομισμάτων και την αγορά εμπορευμάτων. Παράδειγμα για την Ελλάδα αποτελεί η πρόσφατη άνοδος της μετοχικής αγοράς (αλλαγή τάσης;) με βάση την αποκλιμάκωση των ομολογιακών αποδόσεων.

Ακόμα και εάν τα άνωθεν έχουν αρχίσει να δειλά – δειλά να εφαρμόζονται από τους μεγάλους παγκόσμιους επενδυτικούς οίκους, κυρίως μέσα από αμοιβαία κεφάλαια, η ανάλυση γίνεται ακόμα πιο σύνθετη για τους ιδιοσυγκρασιακούς παράγοντες κινδύνου, οι οποίοι εξ ορισμού δεν αποτιμώνται από την αγορά (μηδενικό premium κινδύνου) αλλά συνεχίζουν να απασχολούν μερίδες επενδυτών. Η διαφορά ανάμεσα σε συστημικό και ιδιοσυγκρασιακό παράγοντα κινδύνου είναι ότι ο πρώτος αφορά την αγορά στο σύνολό της (και έχει στατιστικά και οικονομικά premium κινδύνου διάφορο του μηδενός), ενώ ο δεύτερος αφορά μόνο ορισμένους επενδυτές με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που έχουν να κάνουν κυρίως με το επάγγελμά τους και επιλέγουν να επενδύσουν στο χρηματιστήριο μόνο σαν αντιστάθμιση κινδύνου του επαγγελματικού τους εισοδήματος.

Έτσι, παράγοντες που αφορούν μια μερίδα επενδυτών με συγκεκριμένα εισοδηματικά χαρακτηριστικά, δεν αφορούν τους υπόλοιπους επενδυτές φέροντας εν τέλει μηδενικό premium κινδύνου. Το ότι ο συγκεκριμένος παράγοντας-κλάδος δεν αφορά όλη την αγορά δεν συνεπάγεται ότι δεν απασχολεί συγκεκριμένη μερίδα επενδυτών που θα ήθελαν να έχουν έκθεση σε αυτόν. Η παραπάνω προσέγγιση δεν είναι δυνατό να υλοποιηθεί από επενδυτικούς οίκους όπου ο μόνος στόχος είναι η παραγωγή υπέρ-αποδόσεων έναντι ενός δείκτη αναφοράς, μιας και δεν μεριμνούν για παράγοντες κινδύνου που δεν φέρουν θετικό premium.

Με βάση τα παραπάνω μπορούμε να καταλάβουμε την πολυπλοκότητα των αγορών και το πόσο δύσκολο είναι αυτές να μελετηθούν. Τέλος, γίνεται αντιληπτή η δυσκολία στη διαχείριση ενός επενδυτικού χαρτοφυλακίου, λαμβάνοντας υπόψη τόσο τους συστημικούς όσο και τους ιδιοσυγκρασιακούς παράγοντες κινδύνου.

* Ο Δρ. Ιωάννης Νεοκοσμίδης είναι Επικεφαλής Διακριτικής Διαχείρισης Euroxx Wealth Management

Keywords
Τυχαία Θέματα