Γιατί οι Ελληνες εμπιστεύονται τον λαϊκισμό και όχι τη λογική

Το πρόσφατο πόρισμα του καθηγητή Καρώνη και της επιστημονικής ομάδας του από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο για την τραγωδία στα Τέμπη ήρθε να ξεκαθαρίσει πολλά από όσα κυκλοφόρησαν ως «γεγονότα» τους τελευταίους μήνες. Δεν υπήρξε κανένα κρυμμένο βαγόνι, κανένα λαθρεμπόριο καυσίμων, κανένα σενάριο συγκάλυψης με μπαζώματα και εξαφανισμένα ίχνη. Η επιστήμη μίλησε. Όχι για να απαλλάξει κανέναν – άλλωστε, το ίδιο το πόρισμα αποδίδει ευθύνες στο κράτος, στους χειρισμούς, στις παραλείψεις και στη συντήρηση – αλλά για να αποκαταστήσει την πραγματικότητα σε ένα πεδίο που δηλητηριάστηκε από λαϊκισμό, καχυποψία
και θεωρίες συνωμοσίας.[caption id="attachment_1941798" align="alignnone" width="1360"] Eurokinissi[/caption]Κι όμως, για ένα μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας, όλα αυτά τα ευρήματα είναι… ύποπτα. Η Δικαιοσύνη θεωρείται εργαλείο συγκάλυψης, οι επιστήμονες είναι «πουλημένοι», οι θεσμοί δεν έχουν καμία σημασία. Αυτό που μετρά είναι τι λέει ο εκάστοτε σχολιαστής στα social media, τι φωνάζει κάποιος σε ένα live στο TikTok, ή ποιο hashtag έγινε τάση στο Twitter. Από εκεί, δυστυχώς, αντλείται η «εθνική αλήθεια» κάθε φορά που συμβαίνει μια τραγωδία ή μια κρίση.Δεν είναι νέο φαινόμενο. Στις πλατείες των Αγανακτισμένων πριν από μια δεκαετία, η χώρα έβλεπε πολίτες να χορεύουν τσάμικα μπροστά από τη Βουλή, φωνάζοντας «έξω τα μνημόνια» και «οι αγορές θα χορεύουν στο ταμπούρλο μας». Η πολιτική αντιπολίτευση, πριν γίνει κυβέρνηση – τότε με ηγέτη τον Αλέξη Τσίπρα – υπέθαλπε αυτή την αφέλεια, τάζοντας εύκολες λύσεις για μια χώρα που είχε ήδη γκρεμιστεί από τη δημοσιονομική της ασυδοσία. Η κατάληξη είναι γνωστή: η 17ωρη διαπραγμάτευση που οδήγησε στο τρίτο και πιο επώδυνο μνημόνιο, έπειτα από ένα δημοψήφισμα που περήφανα έλεγε «Οχι», αλλά κατέληξε σε «Ναι» – γιατί, προφανώς, κανείς δεν ήθελε να διαχειριστεί τις στάχτες μιας εξόδου από την ευρωζώνη.Η ευπείθεια αυτή δεν περιορίζεται στην αντιμνημονιακή περίοδο. Επανέρχεται ξανά και ξανά, κάθε φορά που υπάρχει θυμός, αδικία, φόβος ή θλίψη. Από τα Τέμπη ως τις πλημμύρες στον θεσσαλικό κάμπο, από τις φωτιές στην Πεντέλη ως τις υπεξαιρέσεις και τις διαχρονικές αθωώσεις πολιτικών – ο κόσμος θέλει κάπου να ξεσπάσει, και συνήθως το κάνει όχι απέναντι σε υπεύθυνους με στοιχεία, αλλά σε στόχους γενικούς και αόριστους: «το κράτος», «η Δικαιοσύνη», «όλοι τα παίρνουν».Αυτό που γεννά απορία – και ανησυχία – είναι πόσο εύκολα ένας λαός, με τόσες πικρές εμπειρίες, εξακολουθεί να παρασύρεται από κραυγές και να απορρίπτει επιχειρήματα. Πόσο γρήγορα ξεχνά πως οι ίδιες φωνές που υπόσχονταν ανατροπή του κατεστημένου, τελικά το αναπαρήγαγαν. Πόσο άκριτα δέχεται την εναλλακτική «αλήθεια» ενός ανώνυμου σχολίου στο Facebook αντί της τεκμηρίωσης ενός πανεπιστημιακού ιδρύματος.Φυσικά, ένα μεγάλο μέρος της ευθύνης για αυτή την καχυποψία φέρουν και οι ίδιες οι κυβερνήσεις. Όταν επί δεκαετίες αποφεύγεις να αναλάβεις ευθύνες για τραγωδίες, όταν κουκουλώνεις λάθη, όταν καθυστερείς αποδόσεις ευθυνών και χάνεις τη μάχη της διαφάνειας, τότε χάνεις και την αξιοπιστία σου. Όταν οι πολίτες έχουν δει δεκάδες υποθέσεις να θάβονται ή να σέρνονται στα συρτάρια, δεν είναι παράλογο που αναζητούν την αλήθεια αλλού. Όμως το να γυρίζεις την πλάτη στην επιστήμη, στους θεσμούς και στη λογική, είναι μια άλλη υπόθεση. Είναι επικίνδυνο. Κι εν τέλει, δεν τιμωρεί το σύστημα – τιμωρεί την ίδια την κοινωνία.Η αφελής ευπείθεια των πολιτών δεν είναι απλώς θέμα ενημέρωσης, είναι ζήτημα παιδείας, εμπιστοσύνης και – κυρίως – κρίσης. Η Δημοκρατία απαιτεί πολίτες με λογική, όχι χειροκροτητές του θυμικού και των likes. Κι αν οι κυβερνήσεις πρέπει επιτέλους να αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους με σοβαρότητα, τότε και οι πολίτες, αντίστοιχα, πρέπει να μάθουν να μην παρασύρονται από τα παραμύθια της αγανάκτησης. Γιατί όποιος πιστεύει εύκολα, προδίδεται εύκολα. Και, τελικά, πληρώνει – πάντα – ακριβά.
Keywords
Τυχαία Θέματα