Επενδυτική εμπιστοσύνη με ανοιχτές προοπτικές αλλά και ανοιχτά ζητήματα

Η Ελλάδα ανέκαθεν αποτελούσε έναν ελκυστικό προορισμό για τους Γερμανούς επενδυτές. Οι σταθερά υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, η επιστροφή της στην επενδυτική βαθμίδα και η μεταρρυθμιστική βούληση της κυβέρνησης συνέβαλαν -τελευταία- καθοριστικά στην αναζωπύρωση του γερμανικού επενδυτικού ενδιαφέροντος.Ωστόσο, οι ευκαιρίες συνυπάρχουν με εμπόδια που εξακολουθούν να προκαλούν επιφυλάξεις σε σημαντική μερίδα επιχειρηματιών της μεγαλύτερης ευρωπαϊκής οικονομίας.Η ελληνική αγορά έχει καθιερωθεί
ως στρατηγική πύλη διακίνησης αγαθών από και προς τις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου, της ΝΑ Ευρώπης και της Βόρειας Αφρικής.Για τις γερμανικές επιχειρήσεις που επιδιώκουν να εδραιώσουν την παρουσία τους σε αυτές τις περιοχές, η Ελλάδα προσφέρει ένα σταθερό ευρωπαϊκό πλαίσιο, με δυνατότητες για logistics, διαμετακομιστικό εμπόριο και περιφερειακά κέντρα διαχείρισης προϊόντων.Στα θετικά της ελληνικής οικονομίας συγκαταλέγεται και η διπλή, ενεργειακή - ψηφιακή, μετάβαση, που σε συνδυασμό με το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ), διευρύνει το πεδίο για νέες επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, έξυπνα δίκτυα, υποδομές αποθήκευσης ενέργειας και ψηφιακές υπηρεσίες. Τομείς στους οποίους οι γερμανικές εταιρείες διαθέτουν τεχνογνωσία και κεφάλαια.Πέραν των ανωτέρω, η Ελλάδα προσφέρει ένα υψηλά εκπαιδευμένο και εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό, κυρίως σε τομείς όπως η πληροφορική, η μηχανική, οι χημικές επιστήμες και οι επιστήμες υγείας, με το κόστος εργασίας να παραμένει συγκριτικά χαμηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.Η Γερμανία αναγνωρίζει τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της Ελλάδας, γι' αυτό και επί πολλά έτη αποτελεί το μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο της Ελλάδας αλλά και τον ισχυρότερο επενδυτή σε κομβικούς τομείς, όπως ο τουρισμός, η ενέργεια, οι κατασκευές, τα τρόφιμα, η τεχνολογία, το εμπόριο, οι ασφάλειες, η φαρμακοβιομηχανία κ.α.Πέραν της ηλιοφάνειας, του αιολικού δυναμικού και της γεωγραφίας της που προσελκύουν γερμανικές επιχειρήσεις να επενδύσουν στις ΑΠΕ, στις υποδομές πράσινου υδρογόνου και τις ηλεκτρικές διασυνδέσεις, η ελληνική οικονομία λογίζεται αναδυόμενη δύναμη στη διεθνή τεχνολογική σκηνή, μαγνητίζοντας γερμανικά funds, επιταχυντές και επιχειρηματικούς αγγέλους. Επίσης, startups στους τομείς του fintech, της αγροτεχνολογίας και της τεχνητής νοημοσύνης συγκεντρώνουν αυξανόμενο ενδιαφέρον.Η κυοφορούμενη αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας εντείνει όλο και περισσότερο την προσοχή των Γερμανών επενδυτών. Όμως, παρά τα θετικά της ελληνικής οικονομίας, το γερμανικό επιχειρείν εξακολουθεί να εκφράζει ανησυχίες για συγκεκριμένα μέτωπα, τα οποία αποτυπώνονται συστηματικά σε εκθέσεις αξιολόγησης διεθνών Φορέων και Οργανισμών. Χαρακτηριστικότερα αυτών, η γραφειοκρατία -κυρίως στις αδειοδοτήσεις έργων και επενδύσεων- που παραμένει ζητούμενο αν και τα τελευταία χρόνια έχουν καταγραφεί αισθητές περικοπές διαδικασιών. Οι Γερμανοί επενδυτές αντιμετωπίζουν καθυστερήσεις, πολυπλοκότητα και κάποιες φορές συγκρούσεις αρμοδιοτήτων μεταξύ κρατικών φορέων.Προκλήσεις διαπιστώνονται και στην επίλυση νομικών διαφορών, ειδικά σε εμπορικά και επενδυτικά ζητήματα, με τους Γερμανούς επενδυτές να επιζητούν νομική ασφάλεια και σχετική προβλεψιμότητα του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, αλλά και φορολογική σταθερότητα. Αναγνωρίζουν τις μειώσεις φόρων των τελευταίων ετών, όμως η ανησυχία για το ενδεχόμενο αιφνιδιαστικών μεταβολών στη φορολογική πολιτική παραμένει, με αποτέλεσμα η έλλειψη μακροπρόθεσμης φορολογικής στρατηγικής και συχνών αλλαγών στην ερμηνεία των νόμων, να επιβαρύνουν τον επενδυτικό σχεδιασμό.Τα εμπόδια εισόδου νέων επενδύσεων στην Ελλάδα περιλαμβάνουν επίσης τις εκκρεμότητες που υπάρχουν σχετικά με το Εθνικό Κτηματολόγιο, τους δασικούς χάρτες και τα ειδικά χωροταξικά σχέδια, ενώ δυσκολίες καταγράφονται και κατά την ένταξη επενδυτικών σχεδίων σε προγράμματα χρηματοδότησης, παρά τις πολλές εναλλακτικές άντλησης πόρων που προσφέρονται από το ΤΑΑ, το ΕΣΠΑ, το νέο Αναπτυξιακό νόμο και το νόμο για τις Στρατηγικές Επενδύσεις.Ζητούμενα για την ελληνική οικονομία παραμένουν η μείωση του επενδυτικού ρίσκου και η περαιτέρω ενίσχυση της εμπιστοσύνης σε ένα περιβάλλον που, αν και βελτιωμένο, χρειάζεται ακόμα να πείσει για τη σταθερότητά του. Τα πολλά και κυρίως τα δυσκολότερα βήματα έχουν ήδη γίνει από την ελληνική πολιτεία. Απομένουν μια σειρά από μεταρρυθμίσεις, ορισμένες εκ των οποίων επιβάλλονται από το ΤΑΑ, ώστε η Ελλάδα να καλύψει πλήρως τις ανάγκες των Γερμανών επενδυτών. Τα καλύτερα και για τις δύο οικονομίες έπονται. Ο επενδυτικός ορίζοντας παραμένει ανοιχτός, μένει να «κλείσουν» και οι «ανοικτές» μεταρρυθμίσεις.*Ο Ίλια Νότναγκελ είναι Γενικός Διευθυντής του Ελληνογερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου
Keywords
Τυχαία Θέματα