Ένα τραπεζικό deal που αλλάζει τα δεδομένα

Σε μια περίοδο μεγάλης αβεβαιότητας για τη διεθνή οικονομία, με τους αναλυτές να στοιχηματίζουν αν έχουμε φθάσει ή όχι στο τέλος της ανόδου των επιτοκίων κι έναν πόλεμο στη Μέση Ανατολή που κανείς δεν γνωρίζει τι έκταση θα πάρει και τι επιπτώσεις θα έχει, η Ελλάδα κατάφερε να επιστρέψει στον χάρτη των ευρωπαϊκών τραπεζών με τη συμφωνία της Alpha Bank με την Unicredit. Τα

τελευταία δεκαεπτά χρόνια δεν έγινε καμία επένδυση ξένης τράπεζας στην Ελλάδα. Αντιθέτως μάλιστα, μέχρι τώρα όλες οι ξένες τράπεζες πλήρωναν πρόθυμα αρκετά εκατομμύρια προκειμένου να τα μαζέψουν και να φύγουν από τη χώρα με πιο πρόσφατο παράδειγμα αυτό της HSBC. Πριν από αυτήν προηγήθηκαν οι γαλλικές Credit Agricole, Societe General, BNP Paribas, η πορτογαλική Millennium, οι αμερικανικές Citibank, American Express η ολλανδική ABN Amro και αρκετές ακόμη.

Η συμφωνία με την οποία η Unicredit – η δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της Ιταλίας – συμμαχεί με την Αlpha Bank και αποκτά το 9% του μετοχικού της κεφαλαίου σηματοδοτεί το τέλος αυτής της απομόνωσης και αποτελεί την επαναφορά του διεθνούς επενδυτικού ενδιαφέροντος για τις ελληνικές τράπεζες. Είναι μια εξέλιξη που δίνει ισχύ, αξιοπιστία και εμπιστοσύνη στη διαδικασία αποεπένδυσης του ΤΧΣ από τα μερίδια που ελέγχει σήμερα στις τράπεζες. Στην Κυβέρνηση – και πολύ σωστά – υποστηρίζουν ότι δεν είναι δουλειά του Δημοσίου να συμμετέχει στις τράπεζες. Οι κυβερνητικές προθέσεις, εφόσον το επιτρέψουν οι συνθήκες, είναι ως το τέλος του 2024 οι συμμετοχές στις τράπεζες, ένα κατάλοιπο της πτώχευσης του 2010, να ρευστοποιηθούν. Κάτι εφικτό, καθώς εκτός απροόπτου, στις αρχές του νέου έτους στον έλεγχο του Ταμείου θα απομένουν το 20% της Εθνικής, το 27% της Πειραιώς και η συμμετοχή στην Attica bank.

Υπάρχει πάντα η ένσταση ότι τα χρήματα των φορολογούμενων στήριξαν τα κεφάλαια των τραπεζών στην κρίση και τώρα το Δημόσιο αποχωρεί εισπράττοντας πολύ μικρότερα ποσά. Πράγματι έτσι είναι, αλλά υπάρχουν δύο θέματα που σκόπιμα υποβαθμίζονται από όσους επικαλούνται τη συγκεκριμένη επιχειρηματολογία.

Το πρώτο είναι ότι οι τράπεζες αποφασίστηκε να διασωθούν στην κρίση όχι επειδή τις συμπαθούσαν οι θεσμοί, αλλά επειδή οι καταθέσεις που υπέρβαιναν τις 100.000 ήταν στην συντριπτική τους πλειοψηφία επιχειρήσεων. Ένα κούρεμα για να κεφαλαιοποιηθούν οι τράπεζες θα γονάτιζε ακόμη περισσότερο τον ιδιωτικό τομέα και όσες εταιρίες επιβίωναν της κρίσης δεν θα ήταν σε θέση να πληρώσουν μισθοδοσίες με αποτέλεσμα η κρίση να βαθύνει και να επιταχυνθεί επικίνδυνα.

Το δεύτερο θέμα που δεν αναφέρεται, είναι ότι το 2012 το Δημόσιο με το PSI και την επαναγορά ομολόγων ωφελήθηκε αρκετά δισεκατομμύρια που μείωσαν το χρέος (γονατίζοντας ταυτόχρονα τις τράπεζες) και αυτό το όφελος σήμερα δεν αποτυπώνεται στον λογαριασμό που καταγράφει τι έδωσαν οι φορολογούμενοι για τις τράπεζες και τι εισπράττουν σήμερα.

Keywords
Τυχαία Θέματα