«Μπρα ντε φερ» Νήσων Μάρσαλ και Λιβερίας για τα πρωτεία στην ελληνόκτητη και παγκόσμια ναυτιλία

Του Μηνά Τσαμόπουλου

Σε έναν απαιτητικό και σκληρό αγώνα δρόμου βρίσκονται τα διεθνή νηολόγια, οι λεγόμενες «Σημαίες», διεκδικώντας ολοένα και μεγαλύτερο μερίδιο της παγκόσμιας πίτας.

Στην κορυφαία τριάδα βρίσκονται, κατά σειρά, τα νηολόγια του Παναμά, των Νήσων Μάρσαλ και της Λιβερίας.

Σύμφωνα με τα στοιχεία των Clarksons, την 1η Σεπτεμβρίου 2018, ο Παναμάς είχε στο νηολόγιό του εγγεγραμμένα 7.844 πλοία συνολικής χωρητικότητας 218,1 εκατομμυρίων τόνων, σημειώνοντας μείωση κατά 0,2%. Ακολουθούν τα Νησιά Μάρσαλ με 3.509 πλοία χωρητικότητας

152 εκατομμυρίων τόνων-gross tonnage, παρουσιάζοντας αύξηση σε ποσοστό 2,8%, σε σύγκριση με το αντίστοιχο περσινό χρονικό διάστημα. Στην τρίτη θέση είναι η Λιβερία με 3.411 πλοία, χωρητικότητας 148,6 εκατομμυρίων τόνων και ποσοστό αύξησης 4,3%.

Το «παιχνίδι» γίνεται πιο τραχύ χρόνο με τον χρόνο και τα νηολόγια προσπαθούν να ισορροπήσουν μεταξύ της κερδοφορίας τους και της ικανοποίησης των πελατών. Δυνατά μπαίνει στον ανταγωνισμό το νηολόγιο του Χόνγκ Κόνγκ με 2.664 πλοία, χωρητικότητας 120,7 εκατομμυρίων τόνων, και ποσοστό αύξησης 6,1%.

Σε νέο πεδίο ανταγωνισμού στις «πωλήσεις» εξελίσσεται η πολιτική χρέωσης ενός τέλους για τις επιθεωρήσεις των πλοίων κάθε σημαίας που γίνονται από τους νηογνώμονες.

Πιο συγκεκριμένα, οι νηογνώνονες- classification societies κάνουν επιθεωρήσεις (surveys) εκ μέρους των Νηολογίων-Σημαιών και εκδίδουν πιστοποιητικά συμμόρφωσης των πλοίων με τις διεθνείς συνθήκες και κανονισμούς, όπως για παράδειγμα Safety Equipment ή Safety Construction Certificates.

Νηολόγια όπως του Παναμά, του Μπελίζ και της Ονδούρας χρεώνουν τα classifications με ένα τέλος-fee για την έκδοση αυτών των πιστοποιητικών. Αυτό το ποσό είτε μετακυλύετε στον πλοιοκτήτη για να το πληρώσει- αυξάνοντας έτσι το ετήσιο κόστος διαχείρισης του πλοίου, είτε καλούνται να το πληρώσουν τα classifications επιβαρύνοντας τα έξοδα τους.

Στη ρότα αυτή των χρεώσεων μπήκε πρόσφατα το νηολόγιο της Λιβερίας, υπ’ αριθμόν δύο στον κόσμο. Επιβάλλει αυτό το τέλος (fee) στα classifications-νηογνώμονες.

Οικονομικοί αναλυτές επισημαίνουν ότι προφανώς η αιτία για τη λήψη της απόφασης αυτής είναι η ενίσχυση των εσόδων του λιβεριανού νηολογίου σε αντιστάθμισμα των πολύ χαμηλών σε σύγκριση με τον ανταγωνισμό τιμών που προσφέρει για να προσελκύσει πλοία.

Σε αυτό το «μπρα ντε φερ», το νηολόγιο των Νήσων Μάρσαλ φαίνεται να αρπάζει την ευκαιρία και επικοινωνεί διεθνώς το γεγονός ότι δεν επιβάλλει αυτό το τέλος (fee) στα classification societies ούτε προτίθεται να το επιβάλλει στο μέλλον.

Σύμφωνα με διεθνείς αναλυτές η διοίκηση των Νήσων Μάρσαλ κάνει άνοιγμα τόσο στους πλοιοκτήτες και στους νηογνώμονες, στην λογική ότι « εκτιμούν τη συνεργασία με τα classifications-νηογνώμονες, αναγνωρίζουν την προσφορά τους στην ναυτιλιακή βιομηχανία και θα συνεχίσουν την ομαλή συνεργασία στο πλαίσιο ενός partnership, έτσι ώστε από κοινού να εξασφαλίσουν την ασφάλεια και την ποιότητα των πλοίων, χωρίς να επιβαρύνουμε με extra χρεώσεις την έκδοση πιστοποιητικών.»

Τα δύο αυτά νηολόγια, της Λιβερίας και των Νήσων Μάρσαλ, ανταγωνίζονται και για τα πρωτεία στην ελληνόκτητη ναυτιλία. Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη ετήσια έκθεση της Ελληνικής Επιτροπής Ναυτιλιακής Συνεργασίας του Λονδίνου (Committee) τα ελληνόκτητα πλοία είναι μοιρασμένα σε 41 νηολόγια.

Τα περισσότερα είναι εγγεγραμμένα στο νηολόγιο της Λιβερίας, 19% και των Νησιών Μάρσαλ επίσης 19%. Το ελληνικό νηολόγιο είναι στην τρίτη θέση με ποσοστό 17,4%. Η Μάλτα έχει ε το 17% και ακολουθούν ο Παναμάς με 9%, η Κύπρος με 7% και οι Μπαχάμες με 6%.

Στο νηολόγιο της Λιβερίας τα ελληνόκτητα πλοία αυξήθηκαν κατά 49, των Νησιών Μάρσαλ και 33, της Μάλτας κατά 23 και της Κύπρου κατά τρία.

Ο ελληνόκτητος στόλος το χρονικό διάστημα από τον Μάρτιο του 2017 έως τον Μάρτιο του 2018 έχει ενισχυθεί κατά 63 πλοία ή 1,5% και μετράει 4.148 «κομμάτια» χωρητικότητας άνω των 1.000 gt το καθένα. Ο ελληνόκτητος στόλος σε αριθμό πλοίων αντιπροσωπεύει το 7% του παγκόσμιου στόλου και το 16,6 βάση της χωρητικότητας.

Επίσης, αυξήθηκε η χωρητικότητα κατά 13,1 εκατομμύρια τόνους dw φθάνοντας τα 341,9 εκ. και κατά 6,8 εκατ. gross tonnage αγγίζοντας τα 199,2 εκατομμύρια.

Keywords
Τυχαία Θέματα