Άνθρωποι και αριθμοί

Η κυβέρνηση αλλά και οι δανειστές το τελευταίο διάστημα δίνουν έμφαση στη σταθεροποίηση της ελληνικής οικονομίας, στη σταδιακή ανάκαμψη, στην επιστροφή στις αγορές και την επικείμενη έξοδο από το μνημόνιο.

Και οι δύο πλευρές υιοθετούν τη ρητορική αυτή για πολιτικούς λόγους. Η μεν κυβέρνηση θέλει να απαντήσει στην κριτική για υπερφορολόγηση δείχνοντας ότι τα δυσκολότερα πέρασαν και ότι έρχονται καλύτερες ημέρες, οι δε δανειστές επιθυμούν να προβάλουν το γεγονός ότι και η Ελλάδα

εξέρχεται από την κρίση, επομένως οι χειρισμοί που έγιναν ήταν σωστοί και οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι δεν έχουν να επωμιστούν άλλα βάρη.

Η πραγματικότητα, όμως, είναι αρκετά πιο σύνθετη και, δυστυχώς, δεν δικαιολογεί ούτε αισιοδοξία, ούτε εφησυχασμό.

Το βασικό είναι ότι η περίφημη ανάκαμψη είναι πολύ κατώτερη των προβλέψεων. Τα προσωρινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ δείχνουν ότι το γ’ τρίμηνο το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 1,3% σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο. Με τα δεδομένα αυτά, είναι δύσκολο να επιτευχθεί ο τελικός στόχος του 1,6%, ο οποίος, βέβαια, έχει αναθεωρηθεί πολλάκις προς τα κάτω σε σχέση με τις αρχικές περσινές προβλέψεις για ανάπτυξη άνω του 2,5%. Ο στόχος μπορεί να επιτευχθεί μόνο εάν επιταχυνθεί ο ρυθμός ανάπτυξης το δ’ τρίμηνο - ή εάν τα τελικά στοιχεία για το γ’ τρίμηνο αναθεωρηθούν προς τα πάνω, κάτι που δεν μπορεί να αποκλειστεί αν ληφθεί υπόψη η πολύ καλή πορεία του τουρισμού, αλλά και οι ενέσεις που έσπευσε να χορηγήσει η κυβέρνηση με τα επιδόματα (κοινωνικό μέρισμα και ενίσχυση άνεργων νέων 18-24 ετών) γνωρίζοντας ότι αυτά θα περάσουν στο σύνολό τους στην κατανάλωση ενισχύοντας έτσι το ΑΕΠ πριν από το τέλος του χρόνου.

Ακόμα και έτσι, όμως, η μεγάλη εικόνα δεν αλλάζει. Η ελληνική οικονομία αρχίζει μεν να κινείται αφού πρώτα έπιασε πάτο, αλλά δεν πρόκειται να εκτιναχθεί, όπως ήλπιζαν ορισμένοι, αφού ούτε ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις έγιναν στα χρόνια των μνημονίων, ούτε προϋποθέσεις για την προσέλκυση επενδύσεων έχουν δημιουργηθεί.

Με τέτοια δεδομένα οι ρυθμοί ανάπτυξης θα είναι στην καλύτερη περίπτωση μέτριοι ή χαμηλοί τα επόμενα χρόνια, με αποτέλεσμα να είναι εξαιρετικά δύσκολο να καλυφθούν οι μεσοπρόθεσμοι στόχοι που έχουν τεθεί για τον προϋπολογισμό.

Δεν είναι, όμως, μόνο αυτό, αφού τα στοιχεία δείχνουν ότι το γ’ τρίμηνο υπήρξε στασιμότητα στην ιδιωτική κατανάλωση (και μείωση της δημόσιας), ενώ παράλληλα καταγράφηκε μείωση του μισθολογικού κόστους.

Φαίνεται δηλαδή ότι, παρά την αύξηση ορισμένων συντελεστών του ΑΕΠ (εξαγωγές, τουρισμός, επενδύσεις), οι μισθοί συνεχίζουν να υποχωρούν ενώ και η ιδιωτική κατανάλωση φρενάρει προφανώς λόγω της υψηλής φορολογίας και των άλλων βαρών που σηκώνει η υπερχρεωμένη μεσαία τάξη.

Παρά το γεγονός ότι ορισμένοι «αριθμοί ευημερούν», η πραγματικότητα για την πλειονότητα των πολιτών είναι διαφορετική. Την ώρα που ακούμε για υποχώρηση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων, για ενδιαφέρον ξένων επενδυτών και για επιστροφή στις αγορές, βλέπουμε ότι οι κατασχέσεις που επιβάλλει η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων έχουν ξεπεράσει το 1 εκατομμύριο (γίνονται περίπου 1.000 την ημέρα) και, βέβαια, ότι ξεκινούν οι πλειστηριασμοί ακινήτων που συνδέονται με κόκκινα δάνεια.

Keywords
Τυχαία Θέματα