Αμοιβαίος συμβιβασμός ή πόλεμος;

Καθώς η προεκλογική περίοδος κορυφώνεται, γίνεται ξεκάθαρο ότι Βερολίνο και Βρυξέλλες ετοιμάζουν τα όπλα τους στην περίπτωση που η νέα κυβέρνηση στην Ελλάδα επιχειρήσει να ανατρέψει την πορεία που ακολουθείται μέχρι σήμερα.

Η απόπειρα του Βερολίνου να «τεστάρει» τα νερά, με διαρροές του υπουργείου Οικονομικών περί Grexit στο περιοδικό «Der Spiegel», δεν είχε συνέχεια.

Η Κομισιόν έσπευσε να δηλώσει ότι «το ευρώ είναι αμετάκλητο», ενώ η ίδια η Ανγκελα Μέρκελ απέρριψε επισήμως την ιδέα της εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ, υπογραμμίζοντας όμως ότι περιμένει από την Αθήνα να σεβαστεί τις δεσμεύσεις της.

Τη σκυτάλη παρέλαβε ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι, ο οποίος διεμήνυσε ότι η ρευστότητα που παρέχεται προς τις ελληνικές τράπεζες έχει προϋπόθεση την ύπαρξη προγράμματος.

Ακόμα και χωρίς πρόγραμμα υπάρχουν, υπό προϋποθέσεις, εναλλακτικές δυνατότητες ρευστότητας (αν και ακριβότερες και με παρενέργειες), αλλά είναι σαφές ότι η ΕΚΤ πιέζει από τώρα την επόμενη κυβέρνηση να δεχτεί τη συμφωνία με την Ευρωζώνη και, στην ουσία, να εφαρμόσει όσα έχει συμφωνήσει η προηγούμενη κυβέρνηση... σαν να μην έχουν μεσολαβήσει εκλογές.

Επιπλέον, το μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μπενουά Κερέ δήλωσε σε συνέντευξή του ότι η συζήτηση για Grexit δεν έχει νόη­μα. Υπογράμμισε, όμως, ότι η Ελλάδα πρέπει να εξοφλήσει τα ομόλογα που κατέχει η ΕΚΤ και τα οποία λήγουν τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, ύψους 6,7 δισ. ευρώ, διότι οι ευρωπαϊκές συνθήκες δεν επιτρέπουν την μετακύλισή τους στο μέλλον.

Το στέλεχος της ΕΚΤ επιχειρεί να αφοπλίσει ένα από τα διαπραγματευτικά σχέδια του ΣΥΡΙΖΑ που βασίζεται στο να μην πληρωθούν οι υποχρεώσεις προς την ΕΚΤ εάν δεν συνεχιστεί η χρηματοδότηση της χώρας. Είναι, άλλωστε, λογικό η ελληνική πλευρά να ζητήσει παράταση για την εξόφληση των ομολόγων αυτών στην περίπτωση που οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται μέχρι εκείνη τη στιγμή.

Το ενδιαφέρον είναι ότι τα ομόλογα αυτά η ΕΚΤ τα έχει στην κατοχή της από την εποχή (από το 2010 έως το 2012) που τα αγόραζε στην ελεύθερη αγορά, όπου οι τιμές τους είχαν υποχωρήσει σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα από την ονομαστική αξία λόγω των πιέσεων και της αβεβαιότητας που υπήρχε τότε εν όψει κουρέματος.

Ασφαλώς και οι αγορές των ομολόγων από την ΕΚΤ την περίοδο εκείνη εκτόνωσαν σε κάποιον βαθμό την πίεση και προστάτευσαν το ευρύτερο σύστημα της αγοράς ομολόγων της Ευρωζώνης. Για την Ελλάδα, όμως, υπήρχε μια παρενέργεια: τα συγκεκριμένα ομόλογα εξαιρέθηκαν από το κούρεμα του 2012, επειδή ακριβώς ήταν στην κατοχή της ΕΚΤ και η Ελλάδα τα εξοφλεί κανονικά στη λήξη τους στην ονομαστική τους αξία (την αξία με την οποία εκδόθηκαν από το Ελληνικό Δημόσιο).

Η Κεντρική Τράπεζα, βέβαια, επιστρέφει στη χώρα μας τα κέρδη που έχει από αυτή τη συναλλαγή, δηλαδή τη διαφορά ανάμεσα στην ονομαστική αξία τους και τη -χαμηλότερη- τιμή στην οποία τα αγόρασε. Αυτό όμως δεν αναιρεί το γεγονός ότι, εάν τα ομόλογα είχαν παραμείνει στα χέρια των ιδιωτών που τα κατείχαν, θα είχαν κουρευτεί και η Ελλάδα θα είχε απαλλαγεί από ένα επιπλέον χρέος.

Είναι σαφές ότι η ΕΚΤ χρησιμοποιεί τη ρευστότητα του τραπεζικού συστήματος και τα ελληνικά ομόλογα ως εργαλεία πολιτικής πίεσης, υπερβαίνοντας τους δημοκρατικούς θεσμούς, δεδομένου ότι η Κεντρική Τράπεζα δεν διαθέτει νομιμοποίηση για να ανατρέψει αποφάσεις δημοκρατικά εκλεγμένων κυβερνήσεων. Αυτό, βέβαια, δεν την εμπόδισε να δράσει ανάλογα στο παρελθόν, είτε με την Ιρλανδία είτε με την Κύπρο.

Θα πρέπει, ωστόσο, όλοι οι αρμόδιοι παράγοντες να συνυπολογίσουν ότι αυτές οι κινήσεις θα έχουν ρίσκο για όλο το σύστημα. Ενας αμοιβαίος συμβιβασμός άλλωστε είναι προτιμότερος από έναν πόλεμο.

Blogger Γιώργος Χ. Παπαγεωργίου
Keywords
Τυχαία Θέματα