Αλήθεια, πόσο μας άλλαξε η κρίση;

Το περιστατικό πραγματικό:
Σε κάποια φάση της διαπραγμάτευσης, πιεζόμενοι από την κοινή γνώμη οι Έλληνες τεχνοκράτες προσπαθώντας να πιάσουν στο φιλότιμο τον κυνικό Μπομπ Τράα του λένε «μα δεν βλέπετε τη φτώχεια των Ελλήνων»; Για να λάβουν την απάντηση. «Όχι. Εχθές κυκλοφόρησα στη Γλυφάδα κι όλα τα καφέ ήταν γεμάτα».

Μας άλλαξε λοιπόν η κρίση ή εξακολουθούμε και είμαστε οι γνωστοί Ελληνάρες που πάντα ήμασταν; Οι άξεστοι δηλαδή Βαλκάνιοι ξερόλες και παρτάκηδες, που δεν έχουν σεβασμό σε τίποτα, που αγνοούν την λέξη ιεραρχία, που φθονούν την επιτυχία και που έχουν κάνει τη βολή και το

ρουσφέτι προέκταση της ύπαρξης τους; Που βρίζουν το Κράτος και τις λαμογιές των διπλανών τους όμως ποτέ δεν βλέπουν τη δική τους καμπούρα;

Αυτό το ερώτημα μου τριβελίζει το μυαλό εδώ και καιρό, δίχως εύκολα να μπορώ να δώσω απάντηση.

Όμως αν «ξύσουμε» προσεκτικά τον λούστρο της εύκολης κριτικής, από κάτω θα δούμε μια σειρά ελαφρών μεν, υπαρκτών δε ποιοτικών διαφοροποιήσεων ως προς την κοινωνία μας. Δεν λέμε πως όλα άλλαξαν μονομιάς και η Ελλάδα έγινε μια χώρα «μοντέλο». Εξάλλου για να αποτινάξεις τα χαρακτηριστικά μιας ολόκληρης εποχής χρειάζεται μόχθος και φυσικά χρόνος. Όμως μήπως πρέπει να δούμε και λίγο πιο μπροστά; Να εξετάσουμε το που ήμασταν το 2008 και που βρισκόμαστε τώρα;

Από αυτή εδώ τη γωνιά, την περασμένη εβδομάδα γράφαμε για την ανάγκη ενός εθνικού οικονομικού εγερτηρίου, μια και κανένας Ευρωπαίος δεν φαίνεται να θέλει να δώσει λύσεις στα δικά μας προβλήματα. Αν ρίξει κανένας μια προσεκτική ματιά σε πρόσφατη μελέτη του Ινστιτούτου Ελληνικών Καταναλωτικών Αγαθών, δεδομένη είναι η αύξηση του μεριδίου των ελληνικών προϊόντων στις πωλήσεις των μεγάλων αλυσίδων σούπερ μάρκετ. Είναι το περίφημο «αγοράζω ελληνικά». Η ανάγκη λοιπόν να δούμε τα του οίκου μας και να αλληλοϋποστηριχτούμε, οδηγεί πολλούς Έλληνες σε ένα πρωτότυπο κύμα στήριξης της εγχώριας επιχειρηματικότητας κι όχι σε μια μαϊμουδίζουσα κατανάλωση ξένων φιρμών όπως συνηθίζαμε στην Ελλάδα της ευμάρειας.

Μια άλλη όψη που δείχνει πως η κρίση μας κάνει σοφότερους, είναι η ανατροπή των συνθηκών με την οποία προσεγγίζαμε την επιχειρηματικότητα. Πολλοί νέοι Έλληνες, μη μπορώντας πλέον να επενδύσουν στην κατάληψη μιας θέσης στο Δημόσιο αναγκάστηκαν να στραφούν στην επιχειρηματικότητα. Ξαφνικά, στην Ελλάδα των Μνημονίων η έννοια «start up» μπήκε στη ζωή μας ως αναγκαστικό αντίδοτο στην ανεργία αν και ακόμα έχουμε δρόμο να διανύσουμε σε μια χώρα που επί τριάντα χρόνια βίωσε την πασοκική σοσιαλμανία. Το ξέρω πως επιχειρηματικότητα δεν είναι τα καφέ ή τα σαντουιτσάδικα που με ευκολία σαν τα μανιτάρια ανοίγουν. Όμως επιχειρηματικότητα είναι οι νέες κοινότητες νεαρών ανθρώπων που έχουν ξαφνικά αναδυθεί ή οι ιντερνετικές business που εσχάτως παρουσιάζονται. Και σε αυτό το πεδίο θα πρέπει να πούμε πως η κρίση μας κάνει καλύτερους μέρα με την ημέρα, μήνα με τον μήνα.

Και μια και μιλήσαμε για επιχειρηματικότητα να πούμε επίσης πως σταδιακά αναδύεται και μια νέα γενιά που κατανοώντας το αδιέξοδο, παύει πλέον να πιστεύει πως το κέρδος είναι μια έννοια απαγορευμένη. Παύει να θεωρεί τον ιδιωτικό τομέα κάτι κακό, τις πολυεθνικές ως επάρατο νόσο και τη δημιουργία επιχειρηματικών σχημάτων μείζον κακό. Είναι οι άνθρωποι εκείνοι που επικροτούν το γεγονός πως πολυεθνικές εταιρείες μπαινοβγαίνουν στο Μαξίμου και θέλουν να φέρουν χρήματα στη χώρα και που δεν ψάχνουν πίσω από κάθε τέτοια ενέργεια μια συνομωσία του «κεφαλαίου» και του κακού «καπιταλισμού». Και εάν κάποιοι επιθυμούν να μειώσουν αυτές τις επαφές του πρωθυπουργού, απλά να τους πούμε πως η κυβέρνηση σε επίπεδο 18μηνού έχει επιτύχει το καλύτερο σκορ προσέλκυσης άμεσων επενδύσεων της τελευταίας 20ετίας. Θέλετε και παραδείγματα; Nestle, Coca Cola, Nokia Siemens Networks, Αθηναϊκή Ζυθοποιία, Hewlett Packard, Microsoft είναι μερικές μόνο από τις επιχειρήσεις που αποδεδειγμένα πλέον φέρνουν χρήματα και νέες θέσεις εργασίας.

Το 2008 αλλά και πιο μετά, ο άνεργος Έλληνας παρά τη δεδομένη δυσκολία της κατάστασης του πολύ συχνά αδιαφορούσε για να βρει εργασία. Κάτι η στήριξη από την οικογένεια, κάτι η αδυναμία του να κατανοήσει τις νέες συνθήκες που διαμορφώνονταν, κάτι η πρόσδεση του στο πτυχίο που είχε, τον οδηγούσαν στο να μην αντιλαμβάνεται τη νέα εποχή και εμμονικά να αναζητά θέση βάσει αποκλειστικά των προσόντων που θεωρούσε πως είχε ή που πραγματικά είχε. Σήμερα, δειλά – δειλά και υπό το βάρος της μακροχρόνιας κρίσης πολλοί κακομαθημένοι συνέλληνες σπεύδουν πλέον να εργαστούν χωρίς πολλά «ναι μεν αλλά», άλλοι μεταναστεύουν αλλά σταδιακά όλοι ξεκάθαρα κατανοούν πως το παιχνιδάκι της αεργίας έχει πλέον τελειώσει σε μια χώρα που γίνεται ολοένα πιο σκληρή.

Σίγουρα τα παραπάνω αλλά και άλλα όπως για παράδειγμα το ότι οι Έλληνες παράτησαν μια σειρά από «ευκολίες» όπως για παράδειγμα επαναξιολόγησαν τη σχέση τους με την κατανάλωση, εξορθολόγισαν τη χρήση αυτοκινήτου και κινητού (και οι δύο καταναλώσεις έχουν πέσει δραματικά σε όλες τις μετρήσεις), δεν σημαίνουν πως οι Έλληνες έγιναν σώνει και καλά σοφότεροι. Όμως είναι τα πρώτα δείγματα μιας χώρας που οπωσδήποτε δεν είναι η ίδια. Είναι το δείγμα πως ο Έλληνας υπό συνθήκες πρωτοφανούς πίεσης, αναγκάζεται να κάνει την αυτοκριτική του, να βελτιώσει τις ατέλειες και να κινηθεί προς τα εμπρός.

Βέβαια δεν θα λησμονήσουμε και τα κακά που η κρίση εσχάτως ανέδειξε όπως τον διχασμό, την ανάδυση ακραίων φαινομένων στην πολιτική σκηνή, το έλλειμμα ηγεσίας, την απουσία λογικής και σύνεσης. Όμως είπαμε. Οι Έλληνες έχουμε ακόμα πολύ δρόμο να διανύσουμε προς την κατεύθυνση της εύρεσης της δικής μας ΕΔΕΜ.

Blogger Δημήτρης Μαρκόπουλος
Keywords
Τυχαία Θέματα