Υπεραποδίδουμε…

Το ότι τέσσερα χρόνια μετά, μονιμοποιούνται οι περισσότερες από τις μειώσεις ΦΠΑ που είχαν εφαρμοσθεί ως προσωρινό αντίβαρο σε σημαντικούς κλάδους της οικονομίας την περίοδο της πρώτης καραντίνας της πανδημίας, δείχνει ότι αν μη τι άλλο, η κυβέρνηση έχει λάβει εγκαίρως τα μέτρα της. Οτι παρά τις καταστροφές του καλοκαιριού, πυρκαγιές και πλημμύρες, βρήκε τους απαραίτητους πόρους όχι μόνο για να μοιράσει χρήμα τα Χριστούγεννα αλλά και να ελαφρύνει

μόνιμα το μείγμα φορολογικής πολιτικής του 2024. Πετυχαίνοντας ταυτόχρονα και τους δημοσιονομικούς στόχους για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα.

Σχήμα οξύμωρο που δεν περνάει απαρατήρητο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πολιτεύεται επί σχεδόν μία τετραετία με αίτημα τη μείωση του ΦΠΑ σε βασικά προϊόντα, προκειμένου να συγκρατηθούν οι τιμές και η κυβέρνηση το κάνει εδώ και χρόνια, παρά το γεγονός ότι φαίνεται να διαφωνεί. Εφαρμόζει μειωμένους σε σχέση με το 2019 συντελεστές ΦΠΑ σε μεγάλο μέρος της οικονομίας, από τις μεταφορές και τον τουρισμό μέχρι βασικά είδη της εστίασης όπως τον καφέ. Και αυτό έχει αποτέλεσμα αναπτυξιακό. Μειώνεται ο ΦΠΑ σε έναν τομέα με πολλαπλασιαστικές για την οικονομία επιπτώσεις όπως ο τουρισμός και αυτός το ανταποδίδει. Πέρυσι φτάσαμε στα επίπεδα του 2019. Φέτος, τρέχουν οι αφίξεις με ρυθμό +17,3% και οι σχετικές εισπράξεις με +15,2%. Νέα ρεκόρ δημιουργούν περισσότερες εισπράξεις, μεγαλύτερα περιθώρια ελαφρύνσεων.

Σε κάθε περίπτωση ωστόσο είναι μια ιδιότυπη συνθήκη αυτή που επικρατεί στην ελληνική οικονομία. Με έναν ασυνήθιστο τρόπο έχουμε καταφέρει να δημιουργούνται μόνιμα πλεονάσματα επί των πλεονασμάτων. Δεν τηρείται δηλαδή ο προϋπολογισμός. Επί ΣΥΡΙΖΑ είχαμε μια σκαστή τσάμπα υπερφορολόγηση. Αλλά και όταν μείωσε αισθητά τους φόρους η Νέα Δημοκρατία και πάλι περίσσευμα είχαμε. Σε βαθμό που είναι σχεδόν βέβαιο ότι το υπάρχον μείγμα μειωμένων δαπανών και υψηλών φόρων που δημιουργήθηκε κατά κύριο λόγο μέσα στα Μνημόνια να είναι αναντίστοιχο με τη σημερινή οικονομία.

Αλλιώς δεν εξηγείται ότι το μείγμα οικονομικής πολιτικής χαλαρώνει κάθε χρόνο και η ελληνική οικονομία παρά τα κατά καιρούς εξωτερικά ή εσωτερικά προβλήματα και τη φοροδιαφυγή, συνεχίζει να υπεραποδίδει. Είναι προφανές ότι ακόμα δεν έχουμε βρει την ισορροπία, που οι φόροι και οι δαπάνες μας θα αντιστοιχούν σε όσα χρειάζονται προκειμένου να πετυχαίνουμε τους δημοσιονομικούς στόχους για τους οποίους έχουμε δεσμευτεί και όχι μόνιμα παραπάνω. Κάπως έτσι κάθε προϋπολογισμός που κατατίθεται βρίσκει και τον δικό του δημοσιονομικό χώρο. Το ίδιο ισχύει και για αυτόν που κατατίθεται σήμερα στη Βουλή, παρά το γεγονός ότι είναι ο πρώτος έπειτα από μια τετραετία που θα εφαρμοσθεί με τους κανόνες του συμφώνου σταθερότητας.

Το ερώτημα είναι μήπως πρέπει να αλλάξει και το μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής ως το προς το ποιοι ωφελούνται. Μήπως δηλαδή τώρα που αναμένεται αύξηση των εσόδων από την άμεση φορολόγηση των ελευθέρων επαγγελματιών ήρθε η στιγμή για μια μικρή έστω ελάφρυνση των άμεσων φόρων της μισθωτής εργασίας, που μόνιμα βρίσκεται στην απέξω. Και αν αυτό δεν γίνεται σε ό,τι αφορά τη φορολόγηση του μισθού, ας αφορά τουλάχιστον την ελάφρυνση των εισφορών.

Keywords
Τυχαία Θέματα