Ο Μάρκεζ, ο Μπόρχες και οι ποταμοί του χρόνου

Πέρα από τη γοητευτική εμπειρία της ανάγνωσης των έργων του προσφάτως εκδημήσαντος Μάρκεζ, του Μπόρχες, του Φουέντες και των άλλων «ιερών τεράτων» της λατινοαμερικανικής συγγραφικής παράδοσης, είχα και ιδία επαφή με τα λογοτεχνικά δρώμενα της Λατινής Αμερικής, όταν, τον Οκτώβριο του 2009 βρέθηκα στο Μουένος Άιρες για τη βράβευση, από την Ένωση Συγγραφέων Λογοτεχνών της Αργεντινής, του διηγήματος “Ο ασημένιος βώλος”, με το οποίο συμμετείχα στον Παγκόσμιο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό με θέμα “Ο Ελληνισμός και ο Μέγας Αλέξανδρος”.

Η τελετή βράβευσης είχε λάβει

χώρα στο αμφιθέατρο, της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Αργεντίνης, “Χόρχε Λουίς Μπόρχες”. Ο μεγάλος αυτός λογοτέχνης, τυφλός κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του, όπως ο Κάλχας, ο Τειρεσίας και ο Λαοκόοντας της ελληνικής μυθολογίας, την οποία τόσο αγάπησε και μελέτησε, ήτανε προικισμένος με σπάνια χαρίσματα και λογοτεχνικές αρετές. Δανείστηκε και αξιοποίησε εμπνευσμένα στο έργο του -όπως και οι άλλοι συνομόγλωσοι και συνόμοροι “πατέρες” του “μαγικού ρεαλισμού” της ισπανόφωνης λογοτεχνίας, τα μυθολογικά μοτίβα της αρχαιοελληνικής μας παράδοσης και κληρονομιάς, όπως ο Λαβύρινθος και ο Μινώταυρος. Η ξεχωριστή, λογοτεχνική τους ματιά που βλέπει πέρα και πάνω από τον ιστορικό, συχνά δε και τον προϊστορικό χρόνο, αναλύοντας, αποδομώντας και ανασυνθέτοντας διαλεκτικά τα μυθολογικά αρχέτυπα, αναδαυλίζει την πανάρχαια συνδιαλλαγή του ανθρώπινου με το θείο, μέσα από τη διαμεσολάβηση του λόγου και της τέχνης. Τότε που οι θεοί της χώρας μας επεφύλασσαν στους εκλεκτούς τους το αντιτίμιο της τυφλότητος περί τα εγκόσμια, για να τους ανταμείψουν με το χάρισμα της μαντικής τέχνης, δηλαδή της ξεχωριστής ενορατικής ματιάς και της πνευματικής θέασης των πραγμάτων. Της ματιάς που βλέπει πέρα από το μικρό και το εφήμερο κοιτώντας προς το αιώνιο, το διαχρονικό και το ξεχωριστό. Κοιτώντας προς την άλλη όχθη του ποταμού της θνητότητάς μας. Και όλα αυτά αποκτούν ιδιαίτερη σημασία, όταν τα αναλογίζεσαι στις όχθες του Rio de la Plata. Του ποταμού από ασήμι, όπως λέγεται ο ποταμός που διατρέχει το Buenos Aires. Περνώντας από τις φτωχογειτονιές της La Boca, τον γενέθλιο τόπο του tango, με τις μελωδίες της κομπαρσίτα να ξεχύνονται από το μαντονεόν πλημμυρίζοντας τους λαβυρίνθους των αυτιών και της ψυχής μου.

Ο ασημένιος ποταμός είναι τόσο πλατύς που δεν μπορείς να δεις την άλλη του όχθη, όπου είναι χτισμένη η πρωτεύουσα της Παραγουάης, το Μοντεβιδέο. Δυο χώρες που μοιράζονται τις όχθες του ίδιου ποταμού, όπως η θνητότητα και η αθανασία μοιράζονται τις δύο όχθες του ανθρώπου. Μα αυτός ο ποταμός είναι τόσο μεγάλος που τον μπερδεύεις με τον Ωκεανό. Δεν έχει βέβαια το γαλάζιο χρώμα της θάλασσας, ούτε το λαμπερό χρώμα του ασημιού, αλλά το χρώμα της αρχαίας σκουριάς, θαρρείς παρμένο από την πανοπλία του Φιλίππου, όπως αυτή βρέθηκε στον τάφο του στη Βεργίνα, με τις χρυσοποίκιλτες κεφαλές των λεόντων στα σκουριασμένα της δεσίματα, να θυμίζουν το αλλοτινό μεγαλείο του πατέρα του Μεγάλου Μακεδόνα Βασιλιά, του ορφανεμένου πρίγκιπα της Πέλλας.

‘Ένας βώλος από ασήμι’, ή αλλιώς ‘Una esfera de plata’, όπως μεταφράστηκε στα ισπανικά ο τίτλος του διηγήματός μου. Με το νεκρικό καράβι του Αλέξανδρου να πλέει αργόπρεπα στα νερά του Ευφράτη και του Νείλου και ύστερα στα νερά της Στύγας.

«Όπως τον είχε ενημερώσει, τις προηγούμενες ημέρες, ο Νέαρχος, ο στόλος ήταν έτοιμος. Αν δεν τον έπιανε ο πυρετός θα είχαν ήδη αποπλεύσει, για τον περίπλου της Αφρικής και την κατάκτηση της Καρχηδόνας. Μα δεν ανεβαίνει στη βασιλική ναυαρχίδα. Λίγο πιο κάτω, σ’ έναν ταπεινό μόλο τον περιμένει δεμένη μια μικρή καλαμένια βάρκα. Ο μαυροντυμένος οδηγός της απλώνει τα σκελετωμένα του δάχτυλα. Εκείνος βγάζει ένα χρυσό νόμισμα. Από εκείνα τα παλιά, που είχανε σκαλισμένη τη μορφή του χωρίς τα κέρατα του Άμμωνα και του το δίνει.

Η βάρκα ξεκινά το αργόπρεπο ταξίδι της. Ένα ακόμη, ίσως το τελευταίο πυρετικό κύμα φλογίζει το μυαλό του και η βάρκα δεν πλέει πια στον Ευφράτη αλλά στον Νείλο. Στις όχθες του λούζεται γυμνή μια πανέμορφη Αιγύπτια ιέρεια με την ακολουθία της. Έχει το πρόσωπο της Ολυμπιάδας και δίπλα της επιπλέει ένα μικρό καλαμένιο καλάθι αλειμμένο με πίσσα, που έχει μέσα του ένα μωρό.

Η νύχτα πέφτει και η βάρκα πλησιάζει στο δέλτα του ποταμού. Ο βαρκάρης έχει εξαφανιστεί από δίπλα του αλλά η βάρκα πλέει οδηγούμενη από μια μεγάλη λάμψη στο βάθος του ορίζοντα.»…

Έτσι κατέβαινε και το επιθανάτιο ποταμόπλοιο του Μπολίβαρ τον μεγάλο ποταμό Μαγδαλένα, στο μνημειώδες έργο του Μάρκεζ “Ο στρατηγός μες στον λαβύρυνθό του”: «ο ποταμός που πάνω του αρμενίζει το καράβι του στρατηγού δεν είναι ο Μαγδαλένα, αλλά ένας άλλος – ο χρόνος, ο οποίος αργά, αμείλικτα, οδηγεί σε μια άλλη θάλασσα: τον θάνατο…»

Ένας ποταμός με το όνομα του ασημιού και το χρώμα της τίγρης, που χύνεται στον Ατλαντικό. Όπως το ποτάμι της Στύγας που χυνόταν στον Ωκεανό ο οποίος περιέβαλλε τον ασημένιο βώλο της γης, που τότε ήταν επίπεδη. Στον Ωκεανό που δεν κατάφερε τελικά να φτάσει ο Αλέξανδρος. Όμως στο ποτάμι της Στύγας θα ορκίζονται πάντα οι αρχαίοι θεοί μας που τον υποδέχτηκαν στον Όλυμπο. Γι’ αυτό γράφω. Για τους όρκους που έγιναν “στα νερά της Στυγός”. Για τα φλογισμένα λόγια του Αλέξανδρου προς τους στρατιώτες του που τους καλούσε να τον ακολουθήσουνε πιο πέρα από τις όχθες του Υφάση. Μέχρι τον μεγάλο Ωκεανό και τα όρια του γνωστού κόσμου των θνητών και ακόμη πιο πέρα, μέχρι τις όχθες της Στυγός και την αθανασία. Γι’ αυτό γράφω. Για όλα όσα χάσαμε, ως νέοι, ως Έλληνες, ως κοινωνία και ως η «γενιά της κρίσης» και τα ξαναθέλουμε πίσω. Και ας έγραψε ο Ηράκλειτος πως ‘δις εις τον αυτόν ποταμόν ουκ αν εμβαίνεις’.

Χρίστος Χ. Λιάπης

Ιατρός – Διδάκτωρ Εθνικού & Καποδιστριακού

Πανεπιστημίου Αθηνών

[email protected]

Twitter@chliapis

Στη φωτογραφία, παραλαμβάνοντας το βραβείο από τον πρόεδρο της Ένωσης Συγγραφέων Λογοτεχνών της Αργεντινής κ. Antonio Las Eras, παρουσία του τότε Έλληνος Πρέσβη στο Buenos Aires κ. Μιχάλη Χρηστίδη. Ο Antonio Las Eras, ψυχίατρος στο επάγγελμα, είναι ένας από τους πλέον αναγνωρισμένους, διεθνώς, μελετητές του Jung

Keywords
Τυχαία Θέματα