Ο οίκος Fitch επιβεβαίωσε στο “ΒΒ” την αξιολόγηση της Ελλάδας – Θετικό το outlook – Ανθεκτική η οικονομία, βελτίωση στο χρέος

Την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας της ελληνικής οικονομίας στο ΒΒ, δυο βαθμίδες κάτω από την επενδυτική, διατήρησε ο οίκος Fitch, με το outlook να παραμένει θετικό.

Όπως σημειώνει ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης, η Ελλάδα έχει κατά κεφαλήν εισόδημα που υπερβαίνει κατά πολύ την κλίμακα ΒΒ και ΒΒΒ.

Οι βαθμολογίες σε

ότι αφορά τη διακυβέρνηση και τους δείκτες ανθρώπινης ανάπτυξης είναι από τους υψηλότερους σε αυτή την κλίμακα. Αυτά τα πλεονεκτήματα, όμως, έρχονται αντιμέτωπα με τα πολύ υψηλά, αν και μειούμενα, επίπεδα μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPL) και με πολύ μεγάλα αποθέματα δημόσιου και εξωτερικού χρέους.

Οι θετικές προοπτικές αντικατοπτρίζουν την αναμενόμενη συνέχιση της μείωσης του χρέους του δημόσιου τομέα, στο πλαίσιο χαμηλού κόστους δανεισμού, και ενός επιπέδου ανθεκτικότητας της ελληνικής οικονομίας, παρά την επιδείνωση των προοπτικών στην ευρωζώνη τους τελευταίους μήνες.

Παρά την επιβράδυνση της δραστηριότητας το β’ εξάμηνο του τρέχοντος έτους, η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ φέτος αναμένεται να είναι στο 5,5%. Η οικονομική δραστηριότητα θα παραμείνει στάσιμη κατά το α’ εξάμηνο του επόμενου έτους, πριν αναπτυχθεί κατά το β’ εξάμηνο. Ο οίκος σημειώνει ακόμη ότι αναμένεται αρνητικός ρυθμός του ΑΕΠ το 2023 (-0,2%). Η ανάκαμψη αναμένεται να παγιωθεί περισσότερο το 2024, με σταθερή ανάπτυξη καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, που συνεπάγεται ετήσια αύξηση 1,8%.

Οι προβλέψεις της Fitch για τα δημόσια οικονομικά υποδηλώνουν σταθερή πτώση του λόγου του δημόσιου χρέους/ΑΕΠ μέχρι το 2024.  Ο οίκος αναμένει ότι ο λόγος χρέους θα μειωθεί στο 175,4% έως το τέλος του 2022, κάτω από το προ πανδημίας επίπεδό του και κάτω από το 193,3 % στο τέλος του 2021.

Ο δείκτης θα υποχωρήσει στο 174,4% προτού μειωθεί περαιτέρω στο 170,4% στα τέλη του 2024, καθώς η χώρα θα περνά σε πρωτογενές πλεόνασμα. Ο δείκτης χρέους θα παραμείνει μεταξύ των υψηλότερων μεταξύ των χωρών που καλύπτει η Fitch, υπερτριπλάσιος των χωρών με αξιολόγηση ΒΒ.

Την ίδια στιγμή υπάρχουν παράγοντες που στηρίζουν τη βιωσιμότητα του χρέους. Η Ελλάδα διαθέτει σημαντικό κεφαλαιακό μαξιλάρι (στο 17% του ΑΕΠ στα τέλη του έτους). Τα κόστη εξυπηρέτησης παραμένουν χαμηλά και ο σχεδιασμός των δόσεων είναι διαχειρίσιμος. Οι προτεινόμενες αλλαγές από τη Eurostat θα οδηγήσουν τις εγγυήσεις προς τις τράπεζες μέσω του Ηρακλή να συμπεριληφθούν στο χρέος γενικής κυβέρνησης. Αυτό θα αυξήσει το ύψος του χρέους κατά 13,8 δισ. ευρώ (8,8% του προβλεπόμενου ΑΕΠ για το 2022).

Οι ομολογιακές αποδόσεις έχουν ενισχυθεί το τελευταίο τρίμηνο, με το 10ετές μόλις κάτω από το 5% στα τέλη Σεπτεμβρίου. Ωστόσο, ο δείκτης τόκων προς έσοδα θα αυξηθεί μόνο σταδιακά προς το 6% περίπου το 2024. Η μέση ωρίμανση του ελληνικού χρέους είναι μεταξύ των μεγαλύτερων, στα 19 χρόνια περίπου. Επιπλέον, τα επιτόκια είναι σταθερά, περιορίζοντας την επίπτωση των αυξήσεων επιτοκίων.

Keywords
Τυχαία Θέματα