Κ. Μίχαλος: Ο επιχειρηματικός κόσμος ζητά να διαμορφωθεί τώρα εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης

Την ανάγκη η νέα κυβέρνηση που θα σχηματιστεί μετά την 7η Ιουλίου να διασφαλίσει τη σταθερότητα στη χώρα και να δημιουργήσει προϋποθέσεις ανάπτυξης και ευημερίας για τα επόμενα χρόνια επεσήμανε ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων και του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθήνας, Κ. Μίχαλος στο διοικητικό συμβούλιο του ΕΒΕΑ

 παρουσία και των υποψήφιων βουλευτών της ΝΔ Γ. Βλάχου, Γ. Γιακουμάτου, Ν. Δένδια και Θ. Ρουσόπουλου.

Ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ στην ομιλία του σημείωσε ότι, 8 μήνες μετά την έξοδο της χώρας από τα μνημόνια, «ο ρυθμός ανάπτυξης, αντί να επιταχυνθεί, κινείται στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων δύο ετών, οι θεσμοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων φέτος, αλλά και για την εφαρμογή των συμφωνηθέντων στον τομέα των μεταρρυθμίσεων και παρά το ότι η στάση των αγορών μετά τις ευρωεκλογές και ιδιαίτερα μετά την προκήρυξη των εθνικών εκλογών είναι θετική, δεν παύουν να διατυπώνονται ανησυχίες για την ασθενική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και τη δυνατότητά της να διατηρήσει υγιή δημοσιονομικά μεγέθη και να διασφαλίσει τη βιωσιμότητα του χρέους της».
Την ίδια ώρα, τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις, αναζητούν μια νέα κανονικότητα, συνέχισε ο ίδιος και πρόσθεσε ότι δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για εφησυχασμό.
«Η επιτάχυνση της ανάπτυξης αποτελεί πλέον υπαρξιακή πρόκληση για την Ελλάδα.
Και, δυστυχώς, οι παράγοντες που την εμποδίζουν, εξακολουθούν να υφίστανται», όπως είπε, προσθέτοντας ότι «το παραγωγικό κενό της χώρας, η διαφορά μεταξύ πραγματικού και δυνητικού ΑΕΠ, φθάνει τα 100 δισεκατομμύρια ευρώ και μέχρι στιγμής δεν έχουμε δει κανένα συγκροτημένο σχέδιο για την αναπλήρωσή του.
Ένα σχέδιο που θα βοηθήσει στην προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων, αλλά στην ενδυνάμωση της εγχώριας επιχειρηματικότητας, ώστε να παραχθεί πλούτος και να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας.
Γι’ αυτό και ο επιχειρηματικός κόσμος ζητά να διαμορφωθεί τώρα ένα εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης».

Οι βασικές προτεραιότητες για τη νέα κυβέρνηση, που οι επιχειρήσεις επιθυμούν να υλοποιηθούν άμεσα, σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΕΒΕΑ, είναι:

– Η αναμόρφωση του φορολογικού συστήματος που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων την υιοθέτηση ενιαίου συντελεστή φορολόγησης για τα φυσικά πρόσωπα της τάξης του 20%-25%, σταδιακή μείωση του συντελεστή έως το 15% για τα νομικά πρόσωπα, μείωση του κανονικού συντελεστή Φ.Π.Α. από 24% σε 20% και η σταδιακή περαιτέρω μείωσή του έως 15%.
– Η αναμόρφωση του ασφαλιστικού συστήματος με τον εξορθολογισμό των εισφορών και πλήρη φοροαπαλλαγή για τις ιδιωτικές ασφαλίσεις, ώστε να εμπεδωθεί στη συνείδηση των πολιτών ο τρίτος προτεινόμενος πυλώνας, που θα μπορέσει να δώσει σημαντική ώθηση στις συντάξεις.
– Η άμεση εξυγίανση και βελτίωση του χρηματοδοτικού περιβάλλοντος για τις επιχειρήσεις με την εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος που δεν μπορεί σήμερα να ανταποκριθεί στον ρόλο του.
– Αν δεν απομακρυνθούν οι αβεβαιότητες από τους ισολογισμούς των τραπεζών όπως τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα και αν δεν υπάρξουν ξεκάθαρες προοπτικές κερδοφορίας τους, θα είναι δύσκολο να μπουν νέοι επενδυτές και να τις ενισχύσουν κεφαλαιακά για μια ακόμη φορά.
– Η επιμελητηριακή κοινότητα διεκδικεί, επιπλέον, την προώθηση μιας σειράς μεταρρυθμίσεων και μέτρων, οι οποίες θα συμβάλουν στη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και θα επιταχύνουν την ανάπτυξη.

ΟΛΟΚΛΗΡΗ Η ΟΜΙΛΙΑ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΚΕΕ & ΕΒΕΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΜΙΧΑΛΟΥ ΣΤΟ Δ.Σ. ΤΟΥ ΕΒΕΑ

«Σας καλωσορίζουμε στο ΕΒΕΑ και σας ευχαριστούμε που βρίσκεστε απόψε εδώ.

Βρισκόμαστε στο μέσο μιας – ευτυχώς για την οικονομία και την αγορά – σύντομης προεκλογικής περιόδου.

Η κυβέρνηση που θα αναδειχθεί μετά τις εκλογές της 7ης Ιουλίου, θα κληθεί να διασφαλίσει τη σταθερότητα στη χώρα και να δημιουργήσει προϋποθέσεις ανάπτυξης και ευημερίας για τα επόμενα χρόνια.

Το έργο αυτό θα είναι κάθε άλλο παρά εύκολο.

Σύμφωνα με πρόσφατα επίσημα στοιχεία, το πρώτο τρίμηνο του 2019 η ανάπτυξη περιορίστηκε στο 1,3%, συνεχίζοντας την αδύναμη πορεία του τελευταίου τριμήνου του 2018.

Η επίδοση αυτή προφανώς προκαλεί προβληματισμό για την πορεία του ελληνικού ΑΕΠ στο σύνολο του 2019.

Οκτώ μήνες μετά την έξοδο της χώρας από τα μνημόνια, ο ρυθμός ανάπτυξης, αντί να επιταχυνθεί, κινείται στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων δύο ετών.

Οι θεσμοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων φέτος, αλλά και για την εφαρμογή των συμφωνηθέντων στον τομέα των μεταρρυθμίσεων.

Η στάση των αγορών μετά τις ευρωεκλογές και ιδιαίτερα μετά την προκήρυξη των εθνικών εκλογών είναι θετική.

Δεν παύουν, όμως, να διατυπώνονται ανησυχίες για την ασθενική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και τη δυνατότητά της να διατηρήσει υγιή δημοσιονομικά μεγέθη και να διασφαλίσει τη βιωσιμότητα του χρέους της.

Την ίδια ώρα, τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις, αναζητούν μια νέα κανονικότητα. Προσπαθούν να ανακτήσουν την αισιοδοξία και την αυτοπεποίθησή τους για το μέλλον. Και βέβαια, είναι πολλοί αυτοί που εξαιτίας της κρίσης βρέθηκαν στο περιθώριο. Και εξακολουθούν να χρειάζονται στήριξη, προκειμένου να μπορέσουν να ακολουθήσουν την πορεία ανάκαμψης.

Δεν υπάρχει, λοιπόν, κανένα περιθώριο για εφησυχασμό.

Η επιτάχυνση της ανάπτυξης αποτελεί πλέον υπαρξιακή πρόκληση για την Ελλάδα. Και, δυστυχώς, οι παράγοντες που την εμποδίζουν, εξακολουθούν να υφίστανται.

Η Ελλάδα εξακολουθεί να παραμένει ουραγός σε όλες τις διεθνείς κατατάξεις για την ανταγωνιστικότητα.

Η αναλογία των επενδύσεων ως προς το ΑΕΠ περιορίστηκε την περασμένη χρονιά στο 11%, που αποτελεί τη χειρότερη επίδοση στην Ευρώπη, με μεγάλη διαφορά από το μέσο όρο.

Το παραγωγικό κενό της χώρας, η διαφορά μεταξύ πραγματικού και δυνητικού ΑΕΠ, φθάνει τα 100 δισεκατομμύρια ευρώ και μέχρι στιγμής δεν έχουμε δει κανένα συγκροτημένο σχέδιο για την αναπλήρωσή του. Ένα σχέδιο που θα βοηθήσει στην προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων, αλλά στην ενδυνάμωση της εγχώριας επιχειρηματικότητας, ώστε να παραχθεί πλούτος και να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας.

Γι’ αυτό και ο επιχειρηματικός κόσμος ζητά να διαμορφωθεί τώρα ένα εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης.

Οι βασικές προτεραιότητες για τη νέα κυβέρνηση, που οι επιχειρήσεις επιθυμούν να υλοποιηθούν άμεσα, είναι:

Η αναμόρφωση του φορολογικού συστήματος που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων την υιοθέτηση ενιαίου συντελεστή φορολόγησης για τα φυσικά πρόσωπα της τάξης του 20%-25%, σταδιακή μείωση του συντελεστή έως το 15% για τα νομικά πρόσωπα, μείωση του κανονικού συντελεστή Φ.Π.Α. από 24% σε 20% και η σταδιακή περαιτέρω μείωσή του έως 15%. Η αναμόρφωση του ασφαλιστικού συστήματος με τον εξορθολογισμό των εισφορών και πλήρη φοροαπαλλαγή για τις ιδιωτικές ασφαλίσεις, ώστε να εμπεδωθεί στη συνείδηση των πολιτών ο τρίτος προτεινόμενος πυλώνας, που θα μπορέσει να δώσει σημαντική ώθηση στις συντάξεις. Η άμεση εξυγίανση και βελτίωση του χρηματοδοτικού περιβάλλοντος για τις επιχειρήσεις με την εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος που δεν μπορεί σήμερα να ανταποκριθεί στο ρόλο του.Αν δεν απομακρυνθούν οι αβεβαιότητες από τους ισολογισμούς των τραπεζών όπως τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα και αν δεν υπάρξουν ξεκάθαρες προοπτικές κερδοφορίας τους, θα είναι δύσκολο να μπουν νέοι επενδυτές και να τις ενισχύσουν κεφαλαιακά για μια ακόμη φορά.

Η Επιμελητηριακή Κοινότητα διεκδικεί, επιπλέον, την προώθηση μιας σειράς μεταρρυθμίσεων και μέτρων, οι οποίες θα συμβάλουν στη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και θα επιταχύνουν την ανάπτυξη.

Χρειαζόμαστε:

Αποτελεσματικότερη δημόσια διοίκησηΕπιτάχυνση των αποκρατικοποιήσεωνΠροσαρμογή της εργατικής νομοθεσίας στα ευρωπαϊκά δεδομέναΕπιτάχυνση της διαδικασίας απονομής της δικαιοσύνηςΑναμόρφωση του Πτωχευτικού ΚώδικαΟλοκλήρωση του εθνικού και χωροταξικού σχεδιασμού και κωδικοποίηση των χρήσεων γηςΝέα εθνική πολιτική για τη μεταποίησηΜέτρα για την ενίσχυση της Μικρομεσαίας ΕπιχειρηματικότηταςΣύνδεση των Πανεπιστημίων με τον κόσμο της παραγωγής.

Τέλος, χρειαζόμαστε αλλαγή πολιτικής κουλτούρας για την επίτευξη μεγάλου εύρους συναινέσεων μεταξύ των πολιτικών κομμάτων με την προώθηση κοινά αποδεκτών μέτρων που θα δώσουν ώθηση στην ανάπτυξη και θα ενισχύσουν την κοινωνική συνοχή.

Οι κινήσεις της επόμενης κυβέρνησης στα προαναφερόμενα σημαντικά μέτωπα, θα κρίνουν σε μεγάλο βαθμό την προσπάθεια για οικονομική και κοινωνική ανάκαμψη στα επόμενα χρόνια

Τα Επιμελητήρια, ως θεσμικός εκφραστής της επιχειρηματικής κοινότητας, θα συνεχίσουν να διατηρούν ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας, με τους φορείς λήψης αποφάσεων. Θα συνεχίσουν να επιδιώκουν τη συναίνεση και τη συνεργασία, θα συνεχίσουν να συμμετέχουν υπεύθυνα και εποικοδομητικά στο διάλογο, ώστε η χώρα να καταφέρει να κάνει το μεγάλο βήμα μπροστά».

Keywords
Τυχαία Θέματα