ΔΝΤ: Αναθεωρεί προς τα πάνω τις προβλέψεις για τα πλεονάσματα – Aπαισιόδοξο για ισχυρή ανάπτυξη – Γιατί διαφωνεί η κυβέρνηση

Σε δραστική ανοδική αναθεώρηση των προβλέψεων που είχε δημοσιοποιήσει για τα πρωτογενή πλεονάσματα της χώρας μας μόλις πριν από ένα μήνα προχώρησε σήμερα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στην ετήσια έκθεσή του για την Ελλάδα. Παράλληλα, ευθυγράμμισε πλήρως τις προβλέψεις του για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας την τριετία 2019-2021, διατηρώντας όμως αμετάβλητη τη δυσοίωνη μεσοπρόθεσμη πρόβλεψή του για ανάπτυξη μόλις 0,9% και εμμένοντας στη γνωστή συνταγή μέτρων: μείωση του αφορολογήτου ορίου, περικοπή των συντάξεων, κατάργηση

της «13ης σύνταξης», τέλος στην προστασία της Α΄ κατοικίας, περαιτέρω άνοιγμα αγορών και απορρύθμιση της αγοράς εργασίας.

Αίσθηση προκαλεί επίσης το γεγονός ότι το ΔΝΤ διατηρεί πολύ χαμηλά την πρόβλεψή του για έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις τα επόμενα χρόνια, ενώ αντιθέτως φουσκώνει τις δαπάνες για τόκους και, σε συνδυασμό με την αδύναμη ανάπτυξη που προβλέπει, καταλήγει σε μια αδικαιολόγητα δυσοίωνη ανάλυση βιωσιμότητας χρέους (DSA).

Σύμφωνα με αυτή, το χρέος παραμένει μη βιώσιμο μετά το 2032 και θα απαιτηθούν τότε πρόσθετα μέτρα ελάφρυνσης από τους Ευρωπαίους πιστωτές.

Πιο αναλυτικά, στην έκθεση που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα για την Ελλάδα με βάση το άρθρο 4 του καταστατικού του, το ΔΝΤ:

– Αναθεώρησε επί τα βελτίω τις προηγούμενες προβλέψεις του για τα πρωτογενή πλεονάσματα, αναγνωρίζοντας πως φέτος ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ όχι μόνο θα επιτευχθεί, αλλά θα ξεπεραστεί κατά 0,2% του ΑΕΠ, φθάνοντας το 3,7% του ΑΕΠ (έναντι προηγούμενης πρόβλεψης για 3,3%). Ωστόσο, για το 2020 το Ταμείο εξακολουθεί να υποστηρίζει ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα είναι κάτω από τον στόχο, περιοριζόμενο στο 3,1% του ΑΕΠ. Η πρόβλεψη αυτή είναι, πάντως, σημαντικά βελτιωμένη σε σύγκριση με την προ μηνός έκθεση Fiscal Monitor του ΔΝΤ, που υποστήριζε ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα ανέλθει μόλις στο 2,6% την προσεχή χρονιά. Το Ταμείο εμφανίζεται τώρα οριακά πιο αισιόδοξο και για τα επόμενα χρόνια, σε σύγκριση με τις προηγούμενες προβλέψεις του, βλέποντας πρωτογενές πλεόνασμα 2,7% του ΑΕΠ το 2021 (από 2,5%), 2,6% το 2022 (από 2,5%), 2,4% το 2023 (από 2,3%) και 2,2% το 2024 (από 2%). Εντούτοις, με τα σημερινά δεδομένα ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα είναι 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022, άρα το ΔΝΤ εξακολουθεί να θεωρεί ότι δεν θα επιτευχθεί.

– Αναφορικά με την ανάπτυξη, ο διεθνής οργανισμός αναθεώρησε οριακά προς τα πάνω την πρόβλεψή του για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας το 2020 από το 2,2% στο 2,3%, ευθυγραμμιζόμενο με την Κομισιόν. Αντιθέτως, έριξε στο 1,8% τον πήχη για τη φετινή ανάπτυξη, ταυτιζόμενο και πάλι με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, έναντι προηγούμενης εκτίμηση για αύξηση του ΑΕΠ κατά 2% το 2019. Στη συνέχεια το Ταμείο προβλέπει ανάπτυξη 2% το 2021, μόλις 1,4% το 2022 και ισχνή αύξηση του ΑΕΠ κατά 0,9% το 2023 και το 2024.

– Στο πεδίο του χρέους το ΔΝΤ διατηρεί αμετάβλητη την πρόβλεψή του για το 2020, θεωρώντας ότι θα φθάσει το 171,4% του ΑΕΠ. Για φέτος καταγράφεται οριακή μείωση στο 176,5%, έναντι προηγούμενης εκτίμησης για 176,6%, και ακολουθεί μικρή βελτίωση των προβλέψεων για τα επόμενα χρόνια: 166,3% το 2021 (από 167,1%), 161% το 2022 (από 161,7%), 155,6% το 2023 (από 157,2%) και 152% το 2023 (από 154,1%).

– Οι τεχνοκράτες του Ταμείου περιμένουν σταδιακή διεύρυνση του ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών από 2,8% φέτος σε 2,9% το 2020, 3,2% το 2021, 3,3% το 2022, 4% το 2023 και 4,2% το 2024.

Οι κυριότερες επισημάνσεις της έκθεσης συνοψίζονται στα εξής:

Η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας ήταν κατώτερη των προσδοκιών. Η αναστροφή πολιτικών τον προηγούμενο χρόνο (αφορολόγητο, συντάξεις, εργασιακά) «φρενάρει» τη μακροπρόθεσμη αναπτυξιακή προοπτική.

Το προεκλογικό πακέτο μέτρων της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ έπληξε τις προηγούμενες προσπάθειες στο πεδίο του ΦΠΑ και των συντάξεων.

Το μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής χρειάζεται βελτίωση, με μεγαλύτερη έμφαση στις επενδύσεις και στις στοχευμένες κοινωνικές δαπάνες για στήριξη των πιο ευάλωτων. Προς αυτή την κατεύθυνση το ΔΝΤ θεωρεί ότι μπορεί να συμβάλει μια συμφωνία με τους Ευρωπαίους για μείωση των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα, ενώ προτείνει επίσης να δημιουργηθεί μηχανισμός για αντιμετώπιση προσωρινών αποκλίσεων από τους στόχους στην περίπτωση αναταράξεων (σοκ).

Το ΔΝΤ διαφωνεί με τις εξαιρέσεις από τον ΦΠΑ, όπως το «πάγωμα» του ΦΠΑ στις νέες οικοδομές για μια τριετία, ενώ χαρακτηρίζει μεν ευπρόσδεκτες τις μειώσεις στη φορολογία εισοδήματος, αλλά επιμένει ότι θα έπρεπε να συνδυαστούν με διεύρυνση της φορολογικής βάσης μέσω της μείωσης του αφορολογήτου ορίου.

Το Ταμείο εκφράζει αμφιβολίες για το μέτρο ενίσχυσης των ηλεκτρονικών πληρωμών, εκτιμώντας ότι μπορεί να βοηθήσει στη μεγαλύτερη εισπραξιμότητα του ΦΠΑ, όμως μπορεί να προκαλέσει και κινδύνους σε θέματα κατανάλωσης των πολιτών με χαμηλά εισοδήματα.

Το ΔΝΤ εμμένει στη μείωση των συντάξεων, ζητώντας ευθυγράμμιση των παλιών συντάξεων με τον νέο τρόπο υπολογισμού, δηλαδή στην κατάργηση της προσωπικής διαφοράς. Επισημαίνεται, ωστόσο, ότι η ελληνική κυβέρνηση υποστήριξε ότι οι αναπτυξιακοί και δημοσιονομικοί στόχοι μπορούν να επιτευχθούν χωρίς μείωση του αφορολογήτου και των καταβαλλόμενων συντάξεων.

Ειδικά για τις τράπεζες το ΔΝΤ χαρακτηρίζει την εξυγίανση του τραπεζικού τομέα ύψιστη προτεραιότητα. «Οι αδύναμες τράπεζες εμποδίζουν τις προοπτικές ανάπτυξης και δημιουργούν σημαντικούς κινδύνους για τη δημοσιονομική και χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Οι στόχοι της κυβέρνησης για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι προς τη σωστή κατεύθυνση και το πρόγραμμα «Ηρακλής» θα μπορούσε να προσφέρει σημαντική υποστήριξη. Ωστόσο, χρειάζεται μια πιο ολοκληρωμένη, φιλόδοξη και καλά συντονισμένη στρατηγική για την πλήρη αποκατάσταση της υγείας των τραπεζών», επισημαίνει το Ταμείο.

Η απάντηση της Ελλάδας

Η Ελληνική πλευρά  μέσω του εκπροσώπου στο ΔΝΤ Μιχάλη Ψαλιδόπουλου και της επιστολής του (που περιλαμβάνεται στο πακέτο εκθέσεων που σήμερα ανακοινώθηκαν) προέβη σε πάρα πολύ έντονη απάντηση, αναφέροντας ότι  η έκθεση του Ταμείου δίνει έμφαση υπερβολικά πολύ στο παρελθόν και σε προκλήσεις και υποτιμά τις θετικές πρόσφατες εξελίξεις οι οποίες βελτιώνουν σημαντικά τις προοπτικές – τόσο τις βραχυπρόθεσμες όσο και τις μεσοπρόθεσμες – της Ελληνικής οικονομίας. Όπως επισημαίνεται  είναι σαφές ότι οι ελληνικές αρχές υποεκτιμούν ότι οι οικονομικές προοπτικές της χώρας μας είναι πολύ πιο ευνοϊκές από ότι περιγράφονται στην έκθεση του ΔΝΤ.

Καλείται μάλιστα το Ταμείο στις επόμενες εκθέσεις του να προχωρεί σε πολύ πιο ισόρροπη αποτίμηση και να δίδεται μεγαλύτερη έμφαση στο μέλλον.

Αναφέρεται σε περιγραφές του Ταμείου που είναι ανακριβείς και δεν συνιστούν μια ισορροπημένη εκτίμηση των οικονομικών εξελίξεων στην Ελλάδα κατά την εποχή του προγράμματος.  

Η ελληνική πλευρά επισημαίνει ότι η κυβέρνηση “έχει την ιδιοκτησία της μεταρρυθμιστικής της ατζέντας και έχει εκλεγεί με εντολή να την εφαρμόσει και ως εκ τούτου υπάρχει ισχυρή κοινωνική συναίνεση”.

Επισημαίνεται επίσης ότι “οι αναπτυξιακές και δημοσιονομικές προβλέψεις των ελληνικών αρχών, όπως αναφέρονται στο σχέδιο Προϋπολογισμού για το 2020 είναι πολύ πιο αισιόδοξες” από αυτές που εκτιμά το ΔΝΤ.

Η ελληνική πλευρά εκτιμά επίσης ότι η αξιολόγηση της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους από το ΔΝΤ “είναι εξαιρετικά απαισιόδοξη, διότι δεν λαμβάνει υπόψη την εντονότατη μείωση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων και των επιτοκίων δανεισμού που παρατηρήθηκαν τους τελευταίους δεκαοκτώ μήνες και ειδικότερα τους τελευταίους τρεις μήνες”. Το ΔΝΤ εκτιμά ότι από το 2,8% θα υποχωρήσει μόνο στο 2,4% το κόστος δανεισμού του ελληνικού δημοσίου σε μακροχρόνια βάση…

Η ελληνική πλευρά μέσω του εκπροσώπου της καταλήγει στην τοποθέτησή της ότι  “παρά τα πλεονεκτήματά της, η έκθεση δίνει υπερβολικά μεγάλο βάρος στο παρελθόν και στις προκλήσεις και υποτιμά τις πρόσφατες θετικές εξελίξεις που βελτιώνουν σημαντικά τις βραχυπρόθεσμες και μεσοπρόθεσμες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Συνολικά, αναφέρεται ότι “σύμφωνα με την εκτίμηση των ελληνικών αρχών, που επιβεβαιώνεται από τις εξελίξεις στην αγορά, οι ελληνικές οικονομικές προοπτικές είναι πολύ πιο ευνοϊκές από αυτές που παρουσιάζονται στην Έκθεση”.

Keywords
Τυχαία Θέματα