Πόλεμος για τις τιμές τεσσάρων προϊόντων

Ανατροπές και άνοιγμα της αγοράς για τη μείωση των τιμών σε βασικά καταναλωτικά προϊόντα υπόσχεται η κυβέρνηση από τον Ιανουάριο του 2014. Γάλα, ψωμί, φάρμακα και απορρυπαντικά βρίσκονται στο στόχαστρο των παρεμβάσεων που ετοιμάζει το υπουργείο Ανάπτυξης, το οποίο καλείται να διαχειριστεί και να επιλύσει το δύσκολο σταυρόλεξο της ακρίβειας που κρύβει αντικρουόμενα συμφέροντα επαγγελματικών ομάδων, καταναλωτών και παραγωγών.

Με εργαλείο την έκθεση του ΟΟΣΑ για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, το υπουργείο Ανάπτυξης

προτίθεται να προχωρήσει σε συγκεκριμένες νομοθετικές πρωτοβουλίες καταργώντας διατάξεις που είναι σήμερα σε ισχύ και καθορίζουν τις τιμές σε μια σειρά από βασικά προϊόντα για το καλάθι της νοικοκυράς.

Ομως οι διαφορετικές εκτιμήσεις ακόμα και ανάμεσα σε εμπλεκόμενα υπουργεία για τις αλλαγές που πρόκειται να γίνουν, δίνουν το στίγμα της δυσκολίας του εγχειρήματος, του οποίου το εύρος και το βάθος ουδείς μπορεί να προβλέψει σήμερα.

Απορρυπαντικά

Μεγαλύτερο ανταγωνισμό στην αγορά των απορρυπαντικών εκτιμάται ότι μπορεί να φέρει η κατάργηση της υποχρεωτικής ενημέρωσης του Γενικού Χημείου του Κράτους για κάθε απορρυπαντικό. Επισημαίνεται ότι με το σύστημα ενημερώσεων που ισχύει σήμερα αυξάνεται το κόστος των προϊόντων για τις εταιρείες και οι τελικές τιμές καταναλωτή, ενώ επιχειρήσεις που επιθυμούν να λανσάρουν νέα προϊόντα στην ελληνική αγορά αποθαρρύνονται. Σήμερα σε κανένα άλλο κράτος – μέλος της ΕΕ δεν υπάρχει παρόμοια ρύθμιση. Η κατάργηση των δεσμεύσεων που σήμερα υπάρχουν με παράλληλη αυτοδέσμευση για τις επιχειρήσεις να πληρούν τους όρους που θέτει η νομοθεσία για την καταλληλότητα των προϊόντων τους θα δημιουργήσει καλύτερες συνθήκες ανταγωνισμού και καλύτερες τιμές για τον καταναλωτή.

Ψωμί: Η φραντζόλα με το ζύγι θα αυξήσει τον ανταγωνισμό

Στην αγορά ψωμιού οι προτεινόμενες παρεμβάσεις αφορούν την απελευθέρωση των περιορισμών που υπάρχουν σήμερα και προβλέπουν συγκεκριμένα βάρη για τον άρτο και τα αρτοσκευάσματα από 250, 350, 500, 750, 1.000, 1.500 έως και 2.000 γρ. Το μεγαλύτερο ποσοστό των αρτοσκευασμάτων παρασκευάζεται σε βάρος 350 γρ. και πωλείται σε τιμές από 0,60 έως και 0,80 ευρώ. Μάλιστα οι καταναλωτές στην πραγματικότητα δεν γνωρίζουν εάν στην τιμή των 0,80 ευρώ αγοράζουν 350 ή 500 γρ. ώστε να επιλέγουν τι τους συμφέρει, γιατί αυτό δεν ζυγίζεται κατά την αγορά. Με την κατάργηση των υποχρεωτικών βαρών ο κάθε αρτοποιός θα μπορεί να παράγει και να διαθέτει προϊόντα σε όποιο βάρος θέλει. Ετσι θα μπορεί και ο καταναλωτής να έχει περισσότερες επιλογές, ενώ το εύρος των τιμών θα είναι μεγαλύτερο και θα καθορίζεται ανάλογα με το βάρος του προϊόντος, με αναγωγή στο κιλό. Ωστόσο στο ενδεχόμενο αυτό οι εκπρόσωποι των αρτοποιών αντιδρούν και εκτιμούν ότι η κατάργηση της παρασκευής ψωμιού σε συγκεκριμένα, καθορισμένα από τον νόμο βάρη θα οδηγήσει σε παραπλάνηση του καταναλωτή εάν δεν υπάρχει η υποχρεωτική αναγραφή του βάρους και της τιμής ανά κιλό σε κάθε σκεύασμα ώστε να γνωρίζει τι αγοράζει και τι πληρώνει.

Γάλα: Η επιμήκυνση της διάρκειας ζωής θα φέρει μείωση κόστους

Η πρόθεση για κατάργηση του καθορισμένου μέγιστου χρόνου ζωής για το φρέσκο παστεριωμένο γάλα που σήμερα είναι οι πέντε ημέρες έχει πέσει στο τραπέζι από το υπουργείο Ανάπτυξης από το 2012, ενώ οι προσπάθειες είχαν αρχίσει προ δεκαετίας.

Το θέμα επανέρχεται, καθώς στην έκθεση του ΟΟΣΑ γίνεται λόγος για απελευθέρωση της μέγιστης διάρκειας ζωής του φρέσκου γάλακτος και για τη θέσπιση καθεστώτος που θα δίνει την αποκλειστική ευθύνη στη βιομηχανία να την καθορίζει ανάλογα με τη μέθοδο παστερίωσης που εφαρμόζει.

Από την απελευθέρωση της αγοράς γάλακτος το υπουργείο Ανάπτυξης προσδοκά μείωση των τιμών καθώς θα περιορίσει σημαντικά τις επιστροφές των γαλακτοβιομηχανιών, που σήμερα υπολογίζονται στο 5% της τελικής τιμής του προϊόντος.

Στελέχη του υπουργείου εκτιμούν ότι η επιμήκυνση της διάρκειας ζωής θα φέρει μείωση του κόστους και θα δώσει την ευκαιρία σε μικρές γαλακτοβιομηχανίες, εφόσον έχουν την υποδομή, να δίνουν στα προϊόντα τους μεγαλύτερη διάρκεια και να μπορούν να τα διακινούν σε όλη την Ελλάδα. Στις σκέψεις που έχουν διατυπωθεί είναι ακόμα να υπάρχει στις συσκευασίες του γάλακτος η επισήμανση π.χ. «γάλα μιας ή δύο ή τριών ή πέντε ή δέκα ημερών» ώστε να έχει τη δυνατότητα ο καταναλωτής να επιλέγει το προϊόν που θέλει και θεωρεί εκείνος φρέσκο ανάμεσα σε μεγαλύτερη γκάμα τιμών.

Στην προοπτική αυτή εναντιώνεται το σύνολο των αγελαδοτρόφων, υποστηρίζοντας ότι έτσι ανοίγει ο δρόμος στο εισαγόμενο γάλα, στην εκτόπιση της ελληνικής παραγωγής που δεν μπορεί να ανταγωνιστεί το κόστος και τις τιμές των παραγωγών μεγάλων γαλακτοκομικών χωρών.

Παράλληλα και το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, που είναι το συναρμόδιο να αποφασίσει και να νομοθετήσει σχετικά, έχει ήδη εκφράσει την αντίθεσή του σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο δηλώνοντας ότι θα έχει σημαντικές επιπτώσεις για την ελληνική κτηνοτροφία.

Από την πλευρά τους πάντως οι ελληνικές βιομηχανίες θεωρούν ότι θα πρέπει να αυξηθεί μόνο η διάρκεια ζωής του γάλακτος και να μην απελευθερωθεί πλήρως καθώς φοβούνται την είσοδο ξένων εταιρειών στην ελληνική αγορά.

Σουπερμάρκετ – πρώτος στόχος να περνούν οι εκπτώσεις στις τσέπες μας

Καθαρές τιμές στα ράφια των σουπερμάρκετ οι οποίες θα περιλαμβάνουν και τις εκπτώσεις που δίνουν οι βιομήχανοι στους λιανεμπόρους φιλοδοξεί να φέρει η αγορανομική διάταξη που επεξεργάζεται το υπουργείο Ανάπτυξης. Η διάταξη την οποία έχουν αναλάβει να ετοιμάσουν από κοινού ο υπουργός Οικονομικών Ι. Στουρνάρας και ο υφυπουργός Ανάπτυξης Θαν. Σκορδάς, έπειτα από υπόδειξη του Πρωθυπουργού, προβλέπει την υποχρεωτική αναγραφή στα τιμολόγια πώλησης όλων των χορηγούμενων εκπτώσεων που δίνουν οι προμηθευτές (βιομηχανίες, χονδρέμποροι).

ΤΑ «ΔΩΡΑ». Στόχος είναι η διαμόρφωση των περιθωρίων κέρδους των λιανεμπόρων να γίνεται επί των καθαρών τιμών αγοράς των προϊόντων από τις βιομηχανίες. Σύμφωνα με στελέχη του υπουργείου Ανάπτυξης, με την εφαρμογή της διάταξης αυτής θα γίνει εφικτό τα «δώρα» που δίνονται από τις βιομηχανίες στο εμπόριο και έχουν συνήθως την μορφή εκπτώσεων, επιπλέον ποσοτήτων προϊόντων, να περάσουν στο μεγαλύτερο ποσοστό τους στις τελικές λιανικές τιμές στο ράφι σε όφελος των καταναλωτών.

Οπως λένε στελέχη του υπουργείου Ανάπτυξης, η πρακτική που μέχρι σήμερα ακολουθείται είναι οι βιομηχανίες να παρουσιάζουν υψηλότερες τιμές χονδρικής στα τιμολόγια από αυτές στις οποίες πραγματικά πωλούν τα προϊόντα τους. Η τιμή αυτή αποτελεί τη βάση για την διαμόρφωση της λιανικής τιμής στο ράφι, παρά το γεγονός ότι δεν είναι η πραγματική τιμή με την οποία αγοράζουν οι λιανέμποροι, αφού υπάρχουν εκπτώσεις και προσφορές που δεν υπολογίζονται. Η πολιτική αυτη φουσκώνει τις τιμές, καθώς δημιουργεί ένα πλασματικά υψηλό επίπεδο χονδρικών τιμών και στρεβλώνει τον ανταγωνισμό.

Keywords
Τυχαία Θέματα