Ιστορίες Ζωολογικού κήπου

Μαρίκα Θωμαδάκη

Ο Έντουαρντ Άλμπη, στο γνωστό θεατρικό του έργο “Ιστορία Ζωολογικού Κήπου, δημιουργεί μία αλληγορία χωροταξιακών αντιθέσεων. Οι σχέσεις αναπτύσσονται στη βάση του θεατρικού μικροκόσμου σε συνάρτηση με τον κοινωνικό μακρόκοσμο, του οποίου η εν λόγω αλληγορία αποτελεί μέρος υπό μορφήν μετωνυμίας.Εντούτοις, το μέρος αντί του όλου συνιστά ιδιάζον σημασιακώς φαινόμενο δεδομένου ότι υπογραμμίζει την άδηλη δυναμική προσώπων

και πραγμάτων σε ομολογική διάταξη.

Στην αλληγορία του Άλμπη, οι κοινωνικές συνιστώσες αποτυπώνονται σε δύο κοσμοαντιληπτικά συστήματα, εκφραζόμενα από τα δύο πρόσωπα της ιστορίας,τον αστό που διαβάζει γαλήνιος στο παγκάκι του πάρκου το βιβλίο του και τον περιθωριακό, ο οποίος εισβάλλει στον χώρο με όπλο τον απροκάλυπτα επικριτικό λόγο.Τα δύο πρόσωπα του έργου υποδηλώνουν τα σημεία εγγραφής δύο διαφορετικών μεταξύ τους κοινωνικών τάξεων, των οποίων η συνάντηση προβάλλει την παρουσία της ετερότητας, τόσο ως διαφορετικότητας όσο και ως αλλότητας “συμπαθητικής” φύσεως.

Ούτως ή άλλως, ο διαφορετικός, ο άλλος, δεν εντάσσσεται οπωσδήποτε σε συστήματα χαρακτηριζόμενα από αρνητικό ή από θετικό πρόσημο.Εκείνο που αναδεικνύεται είναι ο πάσχων άνθρωπος, είτε “κατάγεται” από το περιθώριο,είτε από μία δεσπόζουσα τάξη του αστικού κατεστημένου.Ως εκ τούτου, ο Ζωολογικός Κήπος δύναται να ταυτισθεί με την κοινωνία των ανθρώπων, όπως περίπου και τηρουμένων των αναλογιών, η περίφημη “Φαρμα των Ζώων” του Όργουελ. Εξάλλου, πάνω σε ένα παγκάκι του πάρκου διαδραματίζεται η συμπυκνωμένη δράση του “Ζωολογικού Κήπου”: Το παγκάκι συγκεντρώνει δυνάμεις που ευθυγραμμίζονται σε κοινή συντεταγμένη εννοιών, στοιχειοθετεί δε την ελεγχόμενη και προκατασκευασμένη κοινωνία, ως αρένα, ως ένα χώρο δηλαδή πάλης σώμα με σώμα.

Στον χώρο αυτό του πάρκου δομείται η σύγκρουση ανάμεσα στον αμέριμνο αστό και στον “ανταριασμένο” άνθρωπο του περιθωρίου. Ο τελευταίος, για να υπάρξει,χρειάζεται την παρουσία του αστού, ο οποίος έχει επίσης την ανάγκη του άλλου για να εκφρασθεί, έστω και δια της σιωπής ή και δια της στατικότητας.

Η κάθαρση δίδεται αμφίσημα: Το περιθώριο εισβάλλει μεν οριακά απειλητικό στο σύστημα της αστικής τάξεως,αλλά δεν κατορθώνει να το εξουδετερώσει. Το αμείλικτο “κατηγορώ” του απελπισμένου περιθωριακού προβληματίζει για λίγο τον φιλήσυχο αστό, ο οποίος, μετά την σύντομη συνάντηση μαζί του επιστρέφει στον προσωπικό του Ζωολογικό Κήπο ή στην δική του ζούγκλα.

Ο Άλμπη αφήνει τον αναγνώστη/θεατή/ακροατή ελεύθερο να σκεφθεί τον συνάνθρωπο, τον κατ’εικόνα και ομοίωση διαφορετικό από εκείνον. Το συγκρουσιακό περιβάλλον δημιουργείται αυτόματα, από την στιγμή που τίθεται σε λειτουργία ο μηχανισμός άμυνας του ενός εν σχέσει προς τον άλλο, του οποίου διεγείρεται η ανάγκη προβολής συναισθημάτων και διαθέσεων. Πρόκειται για παράδοξη αμφίδρομη αντίδραση: ο αστός εξοβελίζεται από τον ζωτικό του χώρο, από το κυριακάτικο παγκάκι και αναγκάζεται να εγκαταλείψει τον Κήπο και το διάβασμα. Επιπροσθέτως, ο περιθωριακός, υπό την απειλή όπλου, αναγκάζει τον αστό να διαπράξει έναν “ανώφελο” φόνο, έναν φόνο που δεν θέλει να διαπράξει και ο οποίος είναι στην ουσία η “αυτοκτονία” του περιθωριακού.

Ποιος φοβάται τελικά τις τύψεις και τις ενοχές; Ποιός φοβάται τί και ποιόν; Ο Κολτές, την σύγκρουση δύο “γκετοποιημένων” ανθρώπων, την σχολιάζει εμμέσως πλην σαφώς, σε περιβάλλον αρκετά μακρυά από τον Ζωολογικό Κήπο, σε έναν κάμπο με βαμβάκι, σε μία ζούγκλα ίσως διαφορετική. Εδώ, ο Άλλος ενέχεται στις διαπλοκές μιας συναλλαγής και ορίζει την ουσία της συγκρουσιακής διαφορετικότητας, μέσα από τα λόγια ενός ντήλερ:”Μπορείτε να φτύνετε πάνω στην γέννησή μου. Μην φτύνετε όμως πάνω στο σακάκι μου. Το ρούχο μου είναι η επανάστασή μου γιατί εγώ το επέλεξα”.

Σε τελευταία ανάλυση, το περιθώριο γοητεύει και υπνωτίζει το κατεστημένο, που προσπαθεί να απωθήσει τον εξωτισμό και τη σαγήνη του. Ομοίως, το περιθώριο οικειοποιείται σταδιακά την κοσμοθεωρία της άρχουσας και της κυριαρχούσας τάξεως, με αποτέλεσμα την άμβλυνση των ορίων της διαφορετικότητας και την βαθμιαία ένταξη του περιθωρίου στους κόλπους της αστικής πραγματικότητας.

Στις αρκετά υποκριτικές κοινωνίες μας, επιδιώκουμε τον αποχρωματισμό των χρωματισμένων και την αλλοίωση των χρωμάτων. Άσπρο και μαύρο ανεβοκατεβαίνουν στις παντός είδους καρέκλες, ενώ το κόκκινο αίμα προσπαθούμε να το διορθώσουμε. Πάνω απ’ όλα χρειάζεται φυσικά ένα γκέτο, μία διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην ύπαρξη και στην ύπαρξη. Γύρω-γύρω απλώνονται, από τη μια πλευρά, οι “καλοί” άνθρωποι της κοινωνίας, που κατοικούν στα όμορφα διαμερίσματα και από την άλλη, οι “κακοί”, που κατοικούν ό,που να ‘ναι, φτάνει να είναι στο περιθώριο.

Η Ιστορία του ζωολογικού Κήπου μπορεί να είναι η παγκόσμια Ιστορία της αποτυχίας του ανθρώπου, στην ελάχιστη εντούτοις προσπάθειά του να ισορροπήσει στο σχοινί του σχοινοβάτη και να βρει επιτέλους το νόημα της Ουτοπίας.

*Η Μαρίκα Θωμαδάκη είναι καθηγήτρια στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και υποψήφια Δημοτική Σύμβουλος με τον συνδυασμό «Αθήνα Μπορείς» του Άρη Σπηλιωτόπουλου.

The post Ιστορίες Ζωολογικού κήπου appeared first on Paraskhnio.gr.

Keywords
Τυχαία Θέματα