Βαρσοβία, Μπρατισλάβα και Πράγα έχουν υψηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ από τη Βιέννη

17:51 5/5/2014 - Πηγή: Matrix24

Όπως γράφει ο Ζολτ Ντάρβας στο ιστολόγιο του ινστιτούτου Bruegel, η Βαρσοβία, η Μπρατισλάβα και η Πράγα έχουν υψηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ από τη Βιέννη, υπολογιζόμενο με βάση τις μονάδες αγοραστικής δύναμης (PPS). Η Osterreichs Kaiserstadt υπήρξε το σημείο αναφοράς για τις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης για αιώνες, και ένα σημείο αναφοράς επίσης τώρα, λόγω της γεωγραφικής εγγύτητας και των ισχυρών εμπορικών και οικονομικών δεσμών.

Η Βουδαπέστη επίσης δεν είναι πολύ πίσω από τη Βιέννη

και οι άλλες πρωτεύουσες των υπολοίπων κρατών μελών που έχουν την επέτειο, γεφυρώνουν και αυτές το χάσμα, εκτός από την περιοχή της Λιουμπλάνα. Η εξέλιξη αυτή έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τις αντίστοιχες θέσεις των πρωτευουσών στις χώρες της Νότιας Ευρώπης, οι οποίες δεν έχουν συγκλίνει με το μέσο όρο των χωρών του πυρήνα της ΕΕ στη διάρκεια της περασμένης δεκαετίας και έχουν ακόμη και αποκλίσεις από το 2009. Η Ρώμη, η Μαδρίτη και η Λισσαβόνα έχουν τώρα κατά κεφαλήν ΑΕΠ (PPS υπολογιζόμενο) αντίστοιχο με αυτό του Βουκουρεστίου και χαμηλότερη αυτού της Βαρσοβίας, της Μπρατισλάβα, της Πράγας και της Βουδαπέστης.

Είναι σωστό ότι το κατά κεφαλήν ΑΕΠ είναι απλώς ένας δείκτης οικονομικής επίδοσης και στις πρωτεύουσες το ποσοστό των εταιρικών κερδών στο ΑΕΠ είναι συχνά δυσανάλογα υψηλό, αφήνοντας κάτι λιγότερο για τους πολίτες. Η Βιέννη ήταν συνήθως μεταξύ των πέντε καλύτερων πόλεων παγκοσμίως για να ζει κανείς (με βάση τους δείκτες για την ασφάλεια, την υγεία, τον πολιτισμό, το περιβάλλον, την εκπαίδευση και τις υποδομές, ενώ οι πρωτεύουσες στην κεντρική Ευρώπη πρέπει ακόμη να βελτιωθούν σε αυτό το επίπεδο. Ωστόσο, η ταχεία κάλυψη της υστέρησης των πρωτευουσών της κεντρικής Ευρώπης σε όρους ΑΕΠ, είναι πραγματικά αξιοσημείωτη και θα πρέπει να καταστεί δυνατή η βελτίωση άλλων πτυχών της ζωής σε αυτές τις πόλεις.

Σημείωση: το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε μονάδες αγοραστικής δύναμης συγκρίνεται συνήθως με τον μέσο όρο των 28 της ΕΕ. Αντί να χρησιμοποιήσουμε αυτό ως σημείο αναφορά, που εξ ορισμού περιλαμβάνει τις συγκλίνουσες χώρες της κεντρικής Ευρώπης και τις χώρες της Νότιας Ευρώπης που «μένουν πίσω», συγκρίνουμε το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε σχέση με το σταθμισμένο μέσο όρο των δέκα χωρών του πυρήνα της εΕ: η Αυστρία, το Βέλγιο, η Δανία, η Φινλανδία, η Γαλλία, η Γερμανία, το Λουξεμβούργο, η Ολλανδία, η Σουηδία και το Ηνωμένο Βασίλειο (χρησιμοποιήσαμε τον ίδιο μέσο όρο των χωρών του πυρήνα της ΕΕ και στα δεξιά πάνελ για την εκτίμηση του ΑΕΠ ανά κάτοικο στις πρωτεύουσες). Τα στοιχεία ανά χώρα είναι διαθέσιμα από τη Eurostat μέχρι τα 2012: εμείς συνδέσαμε τα στοιχεία του ΔΝΤ για την περίοδο 2013-2014 με τα στοιχεία της Eurostat. Περιφερειακά στοιχεία είναι διαθέσιμα μόνο μέχρι το 2011. Κανένα περιφερειακό στοιχείο δεν είναι διαθέσιμο για την Κύπρο και τη Μάλτα και ως εκ τούτου οι χώρες αυτές δεν περιλαμβάνονται στα πάνελ που εμφανίζουν τα στοιχεία των πρωτευουσών.

Ενώ προχωρούν με βραδύτερο ρυθμό από ό,τι οι πρωτεύουσές τους, το σύνολο των οικονομιών των χωρών οι οποίες έχουν επέτειο, έχουν επίσης γενικά συγκλίνει προς το μέσο όρο των χωρών του πυρήνα της ΕΕ από την ημέρα της προσχώρησής τους, αν και υπάρχουν κάποιες αξιοσημείωτες εξαιρέσεις: η Σλοβενία και η Κύπρος έχουν τώρα μείνει πίσω (κυρίως λόγω των τραπεζικών τους προβλημάτων) και η Τσεχία και η Ουγγαρία δεν έχουν συγκλίνει τόσο πολύ τα τελευταία χρόνια. Αυτές οι διαφορές μεταξύ των χωρών αντανακλούν πιθανώς τη διαφορετική ικανότητα των μεμονωμένων χωρών να εκμεταλλευτούν τις ευκαιρίες που τους παρέχονται από την ΕΕ.

Σε μια οικονομετρική μελέτη που καλύπτει τόσο την περίοδο πριν από την κρίση όσο και την περίοδο στη διάρκεια της κρίσης, ανακάλυψα ότι η διεύρυνση αύξησε την ετήσια ανάπτυξη του ΑΕΠ της χώρας περίπου κατά 0,5% ετησίως κατά μέσο όρο στις 10 νέες χώρες-μέλη της ΕΕ στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη. Αυτό είναι σημαντικό, αν και αυτή η εκτίμηση είναι μικρότερη από αυτή που έχουν ανακαλύψει κάποιες άλλες μελέτες. Η ένταξη στην ΕΕ έχει προσφέρει σειρά ευκαιριών και βελτιωμένες προοπτικές οικονομικής ανάπτυξης μέσω διαφόρων διόδων όπως:

Με την υιοθέτηση της νομοθεσίας της ΕΕ, οι θεσμοί της αγοράς έχουν ενισχυθεί, βελτιώνοντας το επιχειρηματικό περιβάλλον και ελκύοντας επενδύσεις από το εξωτερικό, που αυξάνει τα κεφαλαιακά αποθέματα, την παραγωγικότητα και βελτιώνει την εταιρική διακυβέρνηση.

Η πρόσβαση στην ενιαία αγορά βελτίωσε την ανταγωνιστικότητα, ενισχύοντας την αποδοτικότητα των επιχειρήσεων.

Ως αποτέλεσμα, αρκετές εταιρείες της Κεντρικής Ευρώπης έχουν ενσωματωθεί στις ευρωπαϊκές και παγκόσμιες value chains, προς όφελος τόσο του μεταποιητικού κλάδου όσο και του κλάδου των υπηρεσιών.

Η πρόσβαση στο εκπαιδευτικό σύστημα άλλων χωρών της EE, μαζί με την κινητικότητα του εργατικού δυναμικού, επέτρεψε την αναβάθμιση των δεξιοτήτων, κάτι που είχε επιπτώσεις στην εγχώρια οικονομία, ακόμη και όταν πολλοί από αυτούς που άφησαν τη χ.ώρα τους δεν έχουν επιστρέψει.

Η τεράστια χρηματοδοτική στήριξη από διάφορα ευρωπαϊκά ταμεία ενίσχυσε την ανάπτυξη των υποδομών, της εκπαίδευσης, της έρευνας, της υγείας, του περιβάλλοντος και της επιδοτούμενης γεωργίας, απλώς για να αναφέρω μερικούς μόνο βασικούς στόχους. Ενώ υπάρχουν ερωτήματα για την αποτελεσματικότητα της χρήσης των κεφαλαίων της εε, ακόμη και αν μόνο ορισμένες από τις δαπάνες που χρηματοδοτούνται από την Ευρώπη, έχουν θετικές μακροπρόθεσμες επιδράσεις, κάποιες επιπτώσεις υπάρχουν.

Ωστόσο, οι περιφερειακές διαφορές στο εσωτερικό των χωρών διευρύνθηκαν. Η ραγδαία άνοδος των πρωτευουσών και κάποιων άλλων περιοχών, χαρακτηρίζεται από μια αποτελεσματική συγκέντρωση των οικονομικών δραστηριοτήτων, δεν αντικατοπτρίστηκε στις περισσότερες άλλες περιοχές. Ορισμένες περιοχές δεν συγκλίνουν με το μέσο όρο του πυρήνα των χωρών της ΕΕ καθόλου και διάφορες άλλες περιοχές συγκλίνουν οριακά μόνο. Συγκεκριμένα, οι περιοχές που ήταν φτωχότερες το 2000 τείνουν να συγκλίνουν λιγότερο, σε αντίθεση ε την πρόβλεψη της βασικής θεωρίας σύγκλισης. Μια τέτοια απόκλιση εγείρει σοβαρά ερωτήματα για τους στόχους και την αποτελεσματικότητα της πολιτικής σύγκλισης της ΕΕ καθώς και για τις περιφερειακές στρατηγικές των κρατών-μελών της ΕΕ που έχουν την 10ετή επέτειο.

Keywords
Τυχαία Θέματα