ΤΙ ΓΡΑΦΟΥΝ ΟΙ ΑΠΟΔΗΜΗΤΙΚΕΣ ΤΣΙΧΛΕΣ ΤΗΣ ΤΡΟΪΚΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΜΠΡΑΟΥΝΣΒΙΛ

Τον Ντέϊβιντ Σεντάρις τον ανακάλυψα πριν 5 ή 6 χρόνια. Είχε τότε κυκλοφορήσει, από τις εκδόσεις «Μελάνι», και σε μετάφραση της Μυρσίνης Γκανά, το βιβλίο του με τίτλο «Εγκώ μιλήσει καλά κάποια μέρα».

Το αγόρασα περισσότερο από περιέργεια γιατί ήθελα να δω πως βίωνε την ελληνική του ρίζα (Έλληνας γαρ ο πατέρας του) ο Αμερικανός, θεατρικός κατά βάσιν, συγγραφέας. Το χιούμορ του είναι ιδιαίτερο και μου άρεσε.

Εχθές, εκεί που διάβαζα το «Ντελίριουμ» -ένα άλλο βιβλίο του Σεντάρις, ένα βιβλίο που η κριτική

το χαρακτήρισε «σαν ένα ραντεβού στα τυφλά με την σύγχρονη πραγματικότητα»- θυμήθηκα ότι πριν περίπου ενάμιση χρόνο είχα αγοράσει και ένα άλλο δικό του βιβλίο, το «σκίουρος ζητεί βερβερίτσα». Είναι κριτική της ανθρώπινης συμπεριφοράς μέσα από ιστορίες με ζώα. Κάτι σαν σύγχρονος Αίσωπος ή Λαφονταίν.

Σκέφτηκα μήπως έχει κάτι που να ταιριάζει στη σχέση τροϊκανών και Ελλήνων. Ήθελα να δώσω συνέχεια στο χθεσινό άρθρο. Εχθές, προσπάθησα να την αποδώσω μέσα από στίχους «αφανών» Ελλήνων ποιητών της δεκαετίας του 1970. Σήμερα είπα να το κάνω μέσα από την παράδοξη και ειρωνική ματιά ενός διάσημου Έλληνα, δεύτερης όμως γενιάς.

Και οι στίχοι των μεν και η ιστορία του Σεντάρις έχουν μια απόσταση από την σημερινή …αιμομικτική σχέση Ελλάδας και Ευρώπης -μην ξεχνάτε ότι η Ευρώπη είναι ελληνική μυθική κόρη. Αυτό ήθελα. Να (περι)γράψω την ολέθρια, όπως εξελίσσεται, μνημονιακή σχέση μέσα από τα κείμενα ανθρώπων που την αγνοούν, αλλά που σε μας αναδεύουν αισθήματα ομοιότητας και ταύτισης.

Έψαξα στη βιβλιοθήκη και το βρήκα. Και ανακάλυψα ότι η ιστορία με τις «αποδημητικές τσίχλες» μπορεί να μην ταιριάζει γάντι, όπως χθες η «διάγνωση» της Έλενας Στριγγάρη, αλλά σε πολλά σημεία θα αναγνωρίσουμε τους εαυτούς μας, όπως μας αντιμετωπίζουν και μας περιγράφουν στις εκθέσεις τους οι εκπρόσωποι της τρόικας…

Η κίτρινη τσίχλα ισχυριζόταν συχνά ότι ήταν μια χαρά μέχρι να φτάσει στο Μπράουνσβιλ. «Εκεί – μπαμ!» έλεγε στους φίλους της. «Δεν ξέρω αν φταίει ο αέρας ή κάτι άλλο, αλλά όποτε περνάμε αποκεί κατά την αποδημία μας, πρέπει να σταματήσω και να ξεράσω τ’ άντερά μου». «Όντως, αυτό κάνει» γελούσε πνιχτά ο άντρας της. «Χρειάζομαι μόνο κάνα δυο ώρες ξεκούρασης, αλλά δεν είναι παράξενο; Ούτε στο Ολμίτο ούτε στο Μπέιβιου ή στο Ίντιαν Λέικ, αλλά στο Μπράουνσβιλ. Κάθε φορά στο Μπράουνσβιλ».

Τα πουλιά στα οποία μιλούσε προσπαθούσαν να δείξουν συμπόνια ή, τουλάχιστον, ενδιαφέρον. «Χμμμμμ» έλεγαν ή «Μπράουνβιλ, νομίζω έχω έναν ξάδελφο εκεί». Από το νοτιότερο άκρο του Τέξας, το ζευγάρι πετούσε πάνω από το Μεξικό και στη συνέχεια στην Κεντρική Αμερική. «Η οικογένειά μου ξεχειμωνιάζει στη Γουατεμάλα από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου» εξηγούσε η τσίχλα. «Κάθε χρόνο σαν ρολόι, καταφτάνουμε κατά χιλιάδες – αλλά νομίζετε ότι έστω και ένα από αυτά τα ισπανόφωνα πουλιά έχει μπει στον κόπο να μάθει τη γλώσσα μας; Ούτε κατά διάνοια!».  «Είναι πράγματι φρικτό» έλεγε ο άντρας της. «Ε, και αστείο επίσης» επέμεινε η γυναίκα του. «Φρικτό και αστείο. Όπως μια φορ

Keywords
Τυχαία Θέματα