Σάρκα από την (άρρωστη) σάρκα της!

Ο «πολύς» Μάκης Βορίδης που, ως φαίνεται, λόγω ενδόξου παρελθόντος αλλά και νομικής κατάρτισης και ικανότητας, έχει αναλάβει «από τα μέσα» την εργολαβία για την εξάρθρωση και, άρα, την πολιτική ταπείνωση ή και εξαφάνιση της «Χρυσής Αυγής», στο τιτάνιο, όντως, αγώνα που διεξαγάγει, ξεχνάει (είτε από υπερβολικό ζήλο, είτε από κεκτημένη ταχύτητα, είτε από εμπάθεια για κάτι που δεν κατάφερε ο ίδιος ενώ ήταν το όνειρό του), ότι η Δημοκρατία και οι θεσμοί της δεν αντιμετωπίζουν τα «εξτρεμιστικά πολιτικά φαινόμενα» με όρους που εκτρέπουν αυτή – τούτη την ίδια την Δημοκρατία από τις στρατηγικές αφετηρίες

της και τους σκοπούς της, αλλά, με όρους που αναβαθμίζουν την Δημοκρατία και την ποιότητα των θεσμών προς τους πολίτες. Ξεχνώντας, λοιπόν, ότι βρίσκεται πλέον στους «δημοκρατικούς στρατώνες» συνεχίζει (αποτελεί κοινό μυστικό), να εργάζεται με «γκεμπελικές μεθόδους», ήγουν, να παρεισδύει προσωπικά και ατομικά στον «αντίπαλο χώρο» και με την διαχείριση αποκαλύψεων σκηνών ή και με νομικίστικες θεωρήσεις και «όπλα» που του παρέχει η δημοκρατία επιχειρεί να ξεχωρίσει τους «πιο μαύρους» από τους «μαύρους» (υπονοώντας έτσι ότι μπορεί και να γλυτώσει κόσμο!), να τους αποσπάσει από κει που βρίσκονται ή και να καταφέρει μια διάσπαση που θα ευνοεί πολιτικά και εκλογικά το κόμμα του.

Και μπορεί σ’ αυτή την προσπάθεια να προσφέρει μέγιστες υπηρεσίες στον πρωθυπουργό και το κόμμα του, αλλά, πάλι ξεχνάει ότι η «Χρυσή Αυγή» δεν είναι ένα όποιο – όποιο εθνικιστικό (ή και ναζιστικό) κίνημα της τάξης του 0,2 – 0,5% όπως ήταν παιδιόθεν συνηθισμένος στα εθνικιστικά (και ναζιστικά) κινήματα, αλλά, ένα «κόμμα» που το ψήφισε με ελεύθερη βούληση ο ελληνικός Λαός για να εκφράσει το θυμό και την αγανάκτησή του και που σήμερα, -για σήμερα μιλάμε-, φέρεται να έχει σταθεροποιηθεί σε διψήφιο αριθμό ψήφων και πάει λέγοντας. Σ’ αυτή του, μάλιστα, την προσπάθεια έχει βοηθούς ότι πιο «μαύρο» κατάφερε να αποσπάσει από το, αλήστου μνήμης, ΛΑ.Ο.Σ, (και που ήταν το, κυρίως ειπείν, «υγιές» εθνικιστικό κομμάτι της ελληνικής πολιτικής και φιλοδοξούσε να τον δει αρχηγό του), οι οποίοι ερχόμενοι σ’ επαφή με την σαγήνη και τα προνόμια της επαγγελματικής πολιτικής έχουν γίνει βασιλικότεροι του βασιλέως και καταδιώκουν τους απολιτικούς, δήθεν, ομοθρήσκους τους ανηλεώς. Αυτό είναι, όμως, και το στρατηγικό (και καθοριστικό) λάθος που κάνει ο κ. Βορίδης παίζοντας στις πλάτες που του προσφέρει το, έστω, σε αδυναμία βρισκόμενο δημοκρατικό πολίτευμα.

Η Δημοκρατία δεν χρειάζεται «πρώην ακροδεξιούς» που θα καταδιώκουν «νυν ακροδεξιούς» με τρόπους που μόνο οι ίδιοι γνωρίζουν. Και αυτό, διότι, πέραν του ότι αυτός ο ιδιότυπος εισοδισμός των «ακροδεξιών» στον κοινοβουλευτισμό αποτελεί βόμβα στα θεμέλια, στις διεργασίες και τις παραπέρα ζυμώσεις και εξέλιξη της Δημοκρατίας, δίνει δύναμη και κουράγιο στους «διωκόμενους» να συνεχίσουν τον αγώνα που ξεκίνησαν : οι μέθοδοι αυτοί όσο αποτελεσματικοί και αν φαίνονται αντισυσπειρώνουν κυρίαρχα μεγάλα και σημαντικά κομμάτια του χώρου και το μόνο που καταφέρνουν είναι να εντείνουν την παρουσία τους κάνοντάς τους από δυναμικούς, – δυναμικότερους! Όθεν, ο «πολύς» κ. Βορίδης καταφέρνοντας μες την ανάγκη των καιρών να «αποπροσανατολίσει» και να «παγιδεύσει» και τους λοιπούς ηγέτες (όχι εν αγνοία τους, αλλά, από αναπηρία), του αστικού χώρου, το μόνο που καταφέρνει είναι να προβάλλει τον εαυτό του, περίπου, ως ο εξ ουρανού «σωτήρας». Ακόμη και αν δεν καταφέρνει αυτό περισώζει, έστω, τον εαυτό του από την γενικότερη δυσπραγία βάζοντας, μάλιστα, και υποθήκες για ένα λαμπρότερο μέλλον. Αλλά αυτό δεν θα είναι «σωτηρία» : θα είναι σίγουρα το χειρότερο αντίστοιχο του σήμερα. Γιατί τότε το «υγιές» ακροδεξιό – εθνικιστικό κομμάτι θα έχει γίνει μόνιμα σάρκα από τις (άρρωστη) σάρκα της δημοκρατίας…

Keywords
Τυχαία Θέματα