ΠΛΑΣΜΑΤΙΚΗ ΑΥΞΗΣΗ ΤΩΝ ΓΕΝΝΗΣΕΩΝ

Αυξήθηκαν μεν οι γεννήσεις στην Ελλάδα την τελευταία ενδεκαετία, από 100,6 χιλ. το 1999 σε 117,9 χιλ. το 2009 (+17 %), ωστόσο οφείλεται κυρίως στην αύξηση της μέσης ηλικίας που οι γυναίκες φέρνουν στον κόσμο τα παιδιά τους.

Αυτό προκύπτει από έρευνα του καθηγητή Δημογραφίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Βύρωνα Κοτζαμάνη.

Ειδικότερα, ένα τμήμα των γυναικών που θα τεκνοποιούσε στην περίπτωση που η μέση ηλικία στη γέννηση των παιδιών παρέμενε

σταθερή, «καθυστέρησε» να κάνει παιδιά την εικοσαετία 1980-1998 και τα έκανε λίγο αργότερα, εξ ου και η καταγραφόμενη από την ΕΛΣΤΑΤ αυτή αύξηση των γεννήσεων ανάμεσα στο 1999 και το 2009.

Η γονιμότητα των γενεών

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον στο πλαίσιο αυτό, για την κατανόηση της πρόσφατης αύξησης των γεννήσεων στην χώρα μας, παρουσιάζει και η εξέταση των μεταβολών τόσο της γονιμότητας των γενεών (του τελικού αριθμού δηλαδή των παιδιών που έφεραν στον κόσμο οι γυναίκες που γεννήθηκαν μετά το 1935) όσο και της μέσης ηλικίας τους στην τεκνογονία.

Η τελική γονιμότητα μιας γενεά, που προκύπτει από το άθροισμα των επιμέρους συντελεστών γονιμότητάς της, δίδει έτσι τον μέσο αριθμό παιδιών που έφεραν στον κόσμο 1000 γυναίκες της γενεάς αυτής (ή άλλως τον μέσο αριθμό παιδιών/γυναίκα αν διιαιρέσουμε την τιμή του δείκτη δια του 1000). Διαπιστώνουμε, τονίζει ο κ. Κοτζαμάνης, εξετάζοντας την πορεία του δείκτη αυτού ότι αν οι 1000 γυναίκες που γεννήθηκαν στον μεσοπόλεμο και μέχρι το 1955 έφερναν στον κόσμο κατά μέσο όρο 2000-2100 παιδιά, οι νεότερες γενεές έχουν περιορίσει προοδευτικά τη γονιμότητά τους, με αποτέλεσμα οι 1000 γυναίκες που γεννήθηκαν στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’70 (και άρχισαν να φέρνουν στον κόσμο τα παιδιά τους κυρίως από τα τέλη της δεκαετίας του ’90 και μετά) να κάνουν κατά μέσο όρο μόνον 1600 παιδιά (ή αλλως 1,6 παιδιά/γυναίκα).

Ειδικότερα, οι διαδοχικές γενεές των γυναικών που γεννήθηκαν στα τέλη της δεκαετίας του ’50 και μετέπειτα (γενεές που άρχισαν να τεκνοποιούν μετά το 1980), δεν κάνουν μόνον λιγότερα παιδιά αλλά τεκνοποιούν όλο και σε μεγαλύτερη ηλικία με αποτέλεσμα, σε μια πρώτη φάση, την ταχύτατη συρρίκνωση των γεννήσεων που καταγράφονται από τις αρχές του ’80 έως και τα τέλη της δεκαετίας του ’90.

Όπως, όμως, η μέση ηλικία στην τεκνογονία στις νεότερες γενεές (σε αυτές δηλ. που γεννήθηκαν μετά τις αρχές της δεκαετίας του 1970 έως τις αρχές της δεκαετίας του 1980) ανεβαίνει με αργότερους ρυθμούς και τείνει να σταθεροποιηθεί γύρω στα 31 έτη, οι γεννήσεις (και οι συγχρονικοί δείκτες) ακολουθούν μια ανοδική πορεία.

Το τι θα γίνει με τις νεότερες γενεές (δηλαδή τις γυναίκες που γεννηθήκαν μετά το 1980, είναι ακόμη άδηλο καθώς οι γυναίκες αυτές βρίσκονται στις πλέον αναπαραγωγικές τους ηλικίες (25-35 ετών) σε μια περίοδο που χαρακτηρίζεται- μεταξύ άλλων- από την ταχύτατη αύξηση της ανεργίας και τη σημαντική συρρί

Keywords
Τυχαία Θέματα