Πέρα από τα σύνορα

Ανεβαίνοντας με μια παρέα φίλων – συνολικά τέσσερα αμάξια – προς τη Μακεδονία με απώτερο σκοπό την πόλη Μπίτολα (πάλαι ποτέ Μοναστήρι), μείναμε κατάπληκτοι με την απίθανη εικόνα της μακεδονίτικης εξοχής. Η ύπαιθρος χώρα ξεδιπλωνόταν σαν ατελεύτητη πελούζα όπου μόνο ο αμαξητός δρόμος διέκοπτε τα εκπληκτικά σταροχώραφα, λιναροχώραφα, κριθαροχώραφα και τα δέντρα (πλατάνια, ΄καρυδιές και στα ψηλώματα έλατα) που παρακολουθούσαν σιωπηλά το κορδόνι των τεσσάρων αυτοκινήτων. Φυσιολάτρες δεν είμαστε, μόνο η πόλη μας αρέσει, αλλά έχουμε την ανάγκη να τονίσουμε ότι παρόμοια εικόνα δεν ήταν συνηθισμένη

εντύπωση. Η εξοχή δικαίωνε την ύπαιθρο χώρα, μάλιστα καθώς οι βοσκοί με τα ποίμνιά τους και οι γεωργοί απουσίαζαν, τα σταροχώραρα θύμιζαν το άπειρο σε μικρές αλλά πειστικές δόσεις.

Πρώτη στάση ήταν το Τσοτύλι, ένα κεφαλοχώρι μεταξύ Βόιου όρους και Αλιάκμονα (με 1350 κατοίκους) όπου η παρέα στελεχώθηκε από ντόπιο αρχηγό (με αθηναϊκή έδρα το …Ντόλτσε…) ο οποίος έδενε και έλυνε καθώς μας ξενάγησε σε αρκετές πόλεις και χωριά στα κοντινά και απόμακρα περίχωρα της Μακεδονίας : στις Πρέσπες, στα Γρεβενά, στη Σιάτιστα, στον εγκαταλελειμμένο Γάβρο με τα πλίνθινα σπίτια, στο Ροδοχώρι και στην Κρίμηνη.

Η πρώτη σκέψη που έκαναν οι οδηγοί μας ήταν βέβαια η φτηνή βενζίνη (περίπου στα μισά της δικής μας) και τα δηνάρια που «έπαιζαν» την ανταλλαγή με τα ευρώ προς τα πάνω και όχι προς τα κάτω. Στην πλατεία αποθαυμάσαμε βέβαια τι άλλο; Το άγαλμα του έφιππου Φιλίππου που δέσποζε κρατώντας ένα δόρυ, αν θυμάμαι καλά. Όσο για τον κοσμάκη που περιφερόταν στους δρόμους (ανάμεσά του και πολλοί Έλληνες) έδειχνε συμπαθής, μιλούσε κάποια λίγα ελληνικά και δεν άφηνε καρέκλα στα καφενεία που ήταν παραταγμένα εκατέρωθεν.

Προφανώς τα Βαλκάνια δεν διαφέρουν και πολύ από τη χώρα μας. Σίγουρα είναι δύο κλικ πίσω, στην ενδυμασία, στους τρόπους, στην εμφάνιση, στη γλώσσα βέβαια και πιθανώς στις γυναίκες, το φρόνημα πάντως έχει περίπου τις ίδιες πηγές. Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες δεν σε κοιτάζουν στους δρόμους, στα Βαλκάνια το κοίταγμα είναι περίπου όπως σε μας υποχρεωτικό. Πολλές ελληνικές επιχειρήσεις έχουν υποκαταστήματα στα Μπίτολα και πιθανώς σε άλλες πόλεις των Βαλκανίων. Ο επισκέπτης δεν αναχωρεί από τα Μπίτολα καταγοητευμένος, η εντύπωση που αποκομίζει είναι μετριοπαθής, παλιοκαιρίστικη και ενέχει κάτι από το δικό μας, νεοελληνικό παρελθόν.

Keywords
Τυχαία Θέματα