Από πού πάνε στο Κούγκι;

Μέχρι πότε θα χαρίζεται η ελληνική κοινωνία στον συναισθηματισμό της, στην επιπολαιότητα των πολιτικών της, στην θυματοποίησή της από τη τρόικα. Δεν βαρέθηκε να ακούει παραμύθια; Πόσο ακόμα αντέχει στα υπεραισιόδοξα ψελλίσματα του τύπου «πάμε καλά», «άρχισε η ανάκαμψη», «ακόμη και βασικοί δείκτες έχουν αναστραφεί», «τα δύσκολα πέρασαν »;

Δεν της φτάνουν οι 400 χιλιάδες οικογένειες χωρίς ούτε ένα εργαζόμενο μέλος, οι 1,5 εκατομμύριο άνεργοι, ο ξενιτεμός των αποκλεισμένων από τη δουλειά παιδιών της, το περίπου 25% ύφεση

αθροιστικά που βιώνουν εδώ και τέσσερα χρόνια; Κυρίως, όμως, πώς ανέχεται τη βίαιη προσαρμογή σε τριτοκοσμικές συνθήκες με ακόμη μεγαλύτερες περικοπές στις δαπάνες για υγεία και παιδεία;

Και για πόσο ακόμα οι τροϊκανοί θα στραγγαλίζουν με τυφλές, οριζόντιες και θανάσιμα ασφυκτικές θηλιές τον εξουθενωμένο πληθυσμό και τον αποκαμωμένο παραγωγικό ιστό αυτής της χώρας; Μέχρι πότε θα τη βυθίζουν στη δυστυχία μυριάδων λουκετιασμένων και φαλιρισμένων μαγαζιών; Πόσο θα αντέξουν σερνάμενοι και αλυσοδεμένοι οι εκατοντάδες χιλιάδες επαγγελματίες που δεν μπορούν πια να επιστρέψουν ΦΠΑ και να πληρώσουν ΤΕΒΕ;

Ως πότε οι αμείλικτοι δανειστές θα δρομολογούν χωρίς ολιγωρία την εξόντωση των πολιτών φορολογώντας χέρσα αγροτεμάχια, γκρέμια χωρίς ρεύμα, καλύβες, κληρονομικά ερείπια και βοσκοτόπια; Τι να λέμε τώρα; Εδώ οι ξετσίπωτοι έβαλαν βέτο στη μείωση του φόρου και στη διεύρυνση των εισοδηματικών κριτηρίων για το πετρέλαιο θέρμανσης.

Ακόμα, χειρότερα, μήπως τα κόμματα που βρίσκονται στην εξουσία νομίζουν ότι ζουν στο αμέριμνο παρελθόν; Ως πότε, άραγε, θα συνεχίζουν τις διαχειριστικές πρακτικές του χθες με το μοίρασμα των λαφύρων της εξουσίας στη βάση της συνεννόησης των κομματικών τους επιτελείων; Για πόσο καιρό ακόμα θα αδυνατούν να προωθήσουν στοιχειώδη μέτρα εκσυγχρονισμού με αποτέλεσμα την οικονομική επιβράβευση όλων όσων έχουν -και συνεχίζουν- κατά καιρούς παρανομήσει;

Πού είναι το εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης και ο νέος επενδυτικός νόμος; Και βέβαια πόσο μακριά θα πάει ακόμα η βαλίτσα μιας δεμένης χειροπόδαρα κυβέρνησης που επιμένει να εκλιπαρεί και να ζητιανεύει από τους δήμιούς της κατανόηση και αλληλεγγύη; Αιτήματα για συμπεριφορές που έχουν προ πολλού εκλείψει.

Τέλος, σε ποιο πλανήτη πιστεύει ότι κατοικεί μερίδα της υψηλής επιχειρηματικής ελίτ αυτού του τόπου; Δεν μοιάζει, πάντως, να μένει εδώ, αφού δεν φαίνεται να έχει ξεκολλήσει διανοητικά από το τζόγο της χρηματοπιστωτιικής φούσκας της προηγούμενης δεκαετίας, δεν δείχνει πρόθυμη να αντιληφθεί τους μείζονες κοινωνικούς μετασχηματισμούς και τα ταξικά χάσματα που γέννησαν τα μνημόνια, ενώ ακόμα βαυκαλίζεται ότι με τις φορολογικές της τρίπλες και τις παρκαρισμένες καταθέσεις της στην Ελβετία, θα επιστρέψει κραταιά σε μια κανονικότητα η οποία υπάρχει μόνο στη φαντασία της.

Στο κάτω κάτω αυτό το τσούρμο των ντόπιων ραντιέρηδων, διαπλεκόμενων και κρατικοδίαιτων ποια ανάπτυξη ή επενδυτική δραστηριότητα επιδεικνύει τώρα, μετά από δεκαετίες φορολογικής ασυλίας και το προνομιακό σερβίρισμα από τους τροϊκανούς μειωμένου μισθολογικού κόστους και αζημίως αθρόων απολύσεων εδώ και τριάμισι χρόνια;

Με το δίκιο σας θα με ρωτήσετε ποιους ρωτάω; Το ΔΝΤ που την κάνει με ανάλαφρα βηματάκια από το πρόγραμμα της ελληνικής «διάσωσης». Τη Γερμανία που στοχεύει να χώσει όλη την Ευρώπη σε καθεστώς επιτήρησης; Ή μήπως την αξιωματική αντιπολίτευση που μέσες άκρες υπόσχεται να απελευθερώσει τη χώρα από τα μνημόνιο, να σταματήσει την ύφεση, να δημιουργήσει χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας, να επαναφέρει μισθούς και συντάξεις στο πρόσφατο χθες;

Λυπάμαι, δεν ρωτάω κανένα παρά μόνο τον εαυτό μου. Ειδικά τώρα που, όπως πάνε τα πράγματα, είτε η χώρα θα απεγκλωβιστεί από τα μνημόνια με βάση κάποιο ψευτοπλεόνασμα, την ενδεχόμενη αναδιάρθρωση του χρέους της και την έμφαση σε αναπτυξιακού χαρακτήρα μεταβιβάσεις πόρων, είτε θα συνεχίσει στο ίδιο καταστροφικό μοτίβο με δάνεια και μνημονιακές δεσμεύσεις.

Ωστόσο, αυτό δεν αποτελεί δίλημμα όταν απουσιάζει σχέδιο κατεύθυνσης. Ο Άγγλος συγγραφέας της «Αλίκης στη χώρα των θαυμάτων» Λιούις Κάρολ έγραφε δυο αιώνες πριν: «Όταν δεν ξέρεις πού πας, όλοι οι δρόμοι σε οδηγούν εκεί ακριβώς».

Φοβάμαι ότι στην περίπτωσή μας δεν υπάρχει καν η πολυτέλεια να τραβήξουμε στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα. Δυστυχώς ο μονόδρομος προς τη πυριτιδαποθήκη στην Ελλάδα δεν παραπέμπει σε ψυχεδελικές αναζητήσεις αλά Κάρολ, αλλά λόγω ταμπεραμέντου και παραδόσεων, μας στέλνει απευθείας στο Σαμουήλ και το Κούγκι.

Keywords
Τυχαία Θέματα