Λυκούργος Λιακάκος: Αντιμετωπίζοντας τη μόνιμη κρίση – Θα μπορέσει η Ευρώπη να διευρυνθεί και να μεταρρυθμιστεί;

00:01 1/4/2025 - Πηγή: Emea.gr

του Λυκούργου Λιακάκου

Από την εποχή της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008 έως σήμερα, η Ευρωπαϊκή Ένωση βιώνει μια σχεδόν μόνιμη κατάσταση διαρκούς κρίσης (permacrisis). Με αλλεπάλληλες οικονομικές, μεταναστευτικές, υγειονομικές και ενεργειακές προκλήσεις και παρά τις σοβαρές αντιξοότητες, η ΕΕ κατόρθωσε να επιδείξει οριακή ανθεκτικότητα. Η αιματηρή πολεμική σύγκρουση των τελευταίων ετών στην Ουκρανία τείνει να δοκιμάσει τα όρια της ευρωπαϊκής συνοχής.

Ωστόσο, η έλλειψη στιβαρής ηγεσίας και οι αναποτελεσματικές πολιτικές αποφάσεις αναδεικνύουν τα δομικά προβλήματα που παραμένουν

ανεπίλυτα. Η πρόσφατα εκπονημένη «Λευκή Βίβλος» για την ευρωπαϊκή άμυνα – η οποία διαμορφώνει ένα πλαίσιο αρχών και κατευθύνσεων σχετικά με τη μελλοντική συνεργασία των κρατών-μελών σε ζητήματα ασφάλειας και αμυντικών εξοπλισμών – και το σχέδιο «Re-arm Europe» – μια πρωτοβουλία που στοχεύει στην ενοποίηση και ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας και την ανάπτυξη κοινής γραμμής χρηματοδότησης για εξοπλιστικά προγράμματα – μαρτυρούν τη βούληση για αλλαγή, χωρίς όμως να επαρκούν για την παροχή ολοκληρωμένων απαντήσεων.

Σύμφωνα με τον σχεδιασμό έως το 2030, η ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφαλείας στηρίζεται σε υπερβολικό βαθμό στην απειλή που συνιστά η Ρωσία. Οι Βαλτικές χώρες, η Πολωνία και η Φινλανδία διατηρούν αυστηρή και τιμωρητική στάση απέναντι στη Μόσχα προερχόμενη από το σοβιετικό παρελθόν, αγνοώντας όμως τις ευρύτερες ευρωπαϊκές προτεραιότητες. Έτσι, πόροι που θα μπορούσαν να διοχετευτούν σε κρίσιμους τομείς, όπως η κοινωνική πολιτική, η καινοτομία, η επεξεργασία σπάνιων γαιών και η ενεργειακή μετάβαση, διατίθενται σε στρατιωτικές δαπάνες. Η στενή αυτή οπτική, εκτός από την αστάθεια που καλλιεργεί, προκαλεί και βαθιές διαιρέσεις μεταξύ των κρατών-μελών.

Ένα από τα πιο σύνθετα προβλήματα αφορά τη θέση της Τουρκίας στη νέα ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφαλείας. Οι ευρωπαϊκές χώρες ταλανίζονται με το ζήτημα των εξοπλισμών και των επικείμενων στρατιωτικών δράσεων στην ανατολική Ευρώπη. Σε αυτό το πλαίσιο, διαβλέπουν στην Άγκυρα, χάρη στην ισχυρή αμυντική βιομηχανία και τον πολυπληθή «αναλώσιμο» στρατό της, ένα πιθανό «ανάχωμα» στις αυξανόμενες απειλές και μια γεωπολιτική «ζώνη ασφαλείας» ανάμεσα στη Ρωσία και την ΕΕ. Εντούτοις, η ίδια η Τουρκία συνιστά απειλή, καθώς ασκεί αναθεωρητική πολιτική στα νοτιοανατολικά σύνορα της Ένωσης, γεγονός που υποκινεί αμφιβολίες αναφορικά με την αξιοπιστία της ως εταίρου. Ενδεικτικά, η παρατεταμένη κατοχή εδαφών της Κύπρου (κράτους-μέλους ΕΕ, 38%), η διαρκής απειλή πολέμου έναντι της Ελλάδας (casus belli) και οι αυταρχικές πρακτικές του καθεστώτος Ερντογάν (φυλάκιση Ιμάμογλου) καταδεικνύουν τη μεγάλη ταυτοτική και αξιακή απόσταση ΕΕ-Τουρκίας. Καθίσταται σαφές ότι η Ευρώπη οφείλει να επιλύσει πρώτα ως «ευρωτουρκικά» τα κρίσιμα-ζωτικά ζητήματα Ελλάδας και Κύπρου και ύστερα να θέσει οποιαδήποτε κριτήρια, εγγυήσεις και δεσμεύσεις, προτού εντάξει την Τουρκία στη στρατηγική της.

Πέραν της γεωπολιτικής διάστασης, η ΕΕ αντιμετωπίζει ένα πλέγμα επιπρόσθετων προκλήσεων. Η κλιματική αλλαγή, το μεταναστευτικό, η κυβερνοασφάλεια και η πρόληψη του ηλεκτρονικού πολέμου συγκροτούν τομείς που απαιτούν ολοκληρωμένες ευρωπαϊκές λύσεις. Η μονομερής προσκόλληση στην απειλή της Ρωσίας υποβαθμίζει άλλους σοβαρούς κινδύνους που εξελίσσονται ραγδαία. Δίχως μια ολιστική προσέγγιση, η Ένωση κινδυνεύει να βρεθεί εκτεθειμένη σε πολλαπλά μέτωπα.

Για να σταθεί η Ευρώπη στη νέα εποχή, χρειάζεται βαθιά αναθεώρηση των θεσμών της και τολμηρά βήματα προς την ολοκλήρωση που οραματίστηκαν οι πατέρες της. Ένα κοινό Ενωσιακό Σύνταγμα, η δημιουργία συλλογικών και ουσιαστικών ευρωπαϊκών υπουργείων, καθώς και μια κοινή εξωτερική πολιτική που θα προτάσσει πρώτα το ευρωπαϊκό συμφέρον, ενσωματώνοντάς το με το εθνικό, συνθέτουν αφετηρίες για μια συνεκτική στρατηγική. Με αυτό τον τρόπο θα αποσαφηνιστούν οι κόκκινες γραμμές και θα εδραιωθεί κοινό μέτωπο.

Η ανεπάρκεια ηγετικών προσωπικοτήτων αποτελεί μείζον ζήτημα στη γηραιά ήπειρο. Αυτό διαπιστώνεται σε όλα τα επίπεδα λήψης αποφάσεων και αναδεικνύει την έλλειψη οράματος. Η πρόεδρος της Κομισιόν έχει αποτύχει να διαχειριστεί αποτελεσματικά κρίσιμες καταστάσεις. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν η αδιαφάνεια στις συμβάσεις των εμβολίων κατά τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης και οι εντελώς ανεδαφικές προβλέψεις της για σύντομη και καθολική ήττα της Ρωσίας. Επιπλέον, διόρισε σε καίριες για την ΕΕ θέσεις, επίτροπο άμυνας και ύπατο αρμόδιο για την εξωτερική πολιτική, αξιωματούχους από Βαλτικές χώρες (Λιθουανία-Εσθονία) που αντιπροσωπεύουν το 1% της Ευρώπης. Ειδικά η Κάγια Κάλλας δρα περισσότερο ως πρωθυπουργός της Εσθονίας, προωθώντας μια επιθετική πολιτική έναντι του Κρεμλίνου και αγνοώντας άλλες νευραλγικές απειλές για την ευρωπαϊκή συνοχή (Τουρκία στη ΝΑ-Ευρώπη, Ισλαμικό Κράτος).

Οι Ευρωπαίοι ηγέτες επέδειξαν επίσης, στην πλειοψηφία τους, χαμηλά αντανακλαστικά και έλλειψη στρατηγικής αντίληψης, καθώς δεν κατόρθωσαν ούτε να αποτρέψουν την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, πιέζοντας για τήρηση των Συμφωνιών του Μινσκ, ούτε να προστατεύσουν τους πολίτες τους από μια παρατεταμένη ενεργειακή και οικονομική κρίση, με αποτέλεσμα ακριβότερο φυσικό αέριο από τις ΗΠΑ, κλιμάκωση εξοπλισμών, αποβιομηχάνιση και ακραία φαινόμενα πληθωρισμού. Η παραπάνω αβελτηρία ενίσχυσε τα αντισυστημικά και ακροδεξιά κόμματα, τα οποία πλέον απειλούν ανοικτά την ακεραιότητα της Ευρώπης.

Στο νέο, σκληρά πολυπολικό διεθνές περιβάλλον, η ΕΕ δεν δύναται  να παραμείνει ένας απλός οικονομικός «γίγαντας» και παράλληλα ένας στρατιωτικός-πολιτικός «νάνος». Κρίνεται επιτακτική η στρατηγική της αυτονομία ώστε να ανταγωνιστεί αποτελεσματικά την Κίνα και να διατηρήσει ισότιμη και ισοβαρή σχέση με τις ΗΠΑ. Καθίσταται αναγκαίο να επενδύσει σε έρευνα, καινοτομία, νέες τεχνολογίες και τεχνητή νοημοσύνη, προκειμένου να εξασφαλίσει βιώσιμη ανάπτυξη και να αποκτήσει αναβαθμισμένη διαπραγματευτική ισχύ στη διεθνή γεωπολιτική σκακιέρα. Παράλληλα, η ροπή στην συναλλακτική διπλωματία που διαφαίνεται στο παγκόσμιο στερέωμα εγείρει τις συνθήκες να αξιολογηθεί και, κατά συνέπεια, να εξαργυρωθεί η συνεισφορά της ΕΕ στην Ουκρανία.

Παρέχοντας το 60% της συνολικής βοήθειας από την έναρξη του πολέμου και έχοντας επωμιστεί δυσανάλογα υψηλό κόστος, θα αποτελούσε κατάφωρη αδικία και στρατηγικό σφάλμα να αποκλειστεί η Ευρώπη από τον διαμοιρασμό και την εκμετάλλευση των σπάνιων γαιών και κρίσιμων ορυκτών, που ήδη επιχειρείται να κατανεμηθούν μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας. Αφενός, θα ενισχύσει την υπόστασή της ως αυτόνομου γεωπολιτικού δρώντος, αφετέρου, οι ζωτικής σημασίας ενεργειακοί πόροι προωθούν την αναβάθμιση της θέσης της Ένωσης στον παγκόσμιο ανταγωνισμό.

Εν τέλει, η πραγματική πρόκληση για την ΕΕ έγκειται στην ανάδειξή μιας νέας γενιάς ηγετών, ικανή να υπερβεί μικροπολιτικές και εθνικούς εγωισμούς. Εφόσον η Ένωση δεν μετασχηματιστεί άμεσα, κινδυνεύει να υποβαθμιστεί σε γεωπολιτικό και οικονομικό θεατή του αβέβαιου, αναδυόμενου πολυπολικού κόσμου. Για την Ευρώπη συνιστά μονόδρομο η μεταστροφή της δυσκίνητης αλλά και μοναδικής της πολυμορφίας σε πλεονέκτημα. Συγχρόνως, η εστίαση σε μια συμπεριληπτική στρατηγική θα θέσει τις βάσεις για κοινωνική συνοχή, οικονομική ευρωστία και αποτελεσματική άμυνα. Ειδάλλως, η μόνιμη κρίση θα εξελιχθεί σε μόνιμη παρακμή.

* ο Λυκούργος Λιακάκος, είναι Διδάκτωρ Διεθνούς Δικαίου, Επιστημονικός Διευθυντής Κέντρου Νησιωτικού και Μεσογειακού Πολιτισμού ΜΕΣΟΝΗΣΟΣ

Keywords
Αναζητήσεις
lykourgos-liakakos-antimetopizontas-ti-monimi-krisi--tha-boresei-i-evropi-na-dievrynthei-kai-na-metarrythmistei.htm
Τυχαία Θέματα