Πώς θα προλάβουμε τους κανιβαλισμούς μας;

13:30 7/3/2013 - Πηγή: Aixmi

Εn este mundo en el que no tenemos sino el terror como defensa contra la angustia.

Louis Scutenaire,

(1905-1987, Βέλγος σουρεαλιστής & Αναρχικός)

Είναι ο αστείρευτος δημιουργός, Λουίς Μπουνιουέλ, που κλείνει με την παραπάνω φράση την ταινία του, «Εξολοθρευτής άγγελος» και μας αφήνει με μια ταγγιασμένη, αίσθηση πίκρας, στο στόμα.

Μα ποιος ήταν αυτός ο Άγγελος;

“Η λέξη Πασχ ή Πασάχ σημαίνει

παράτρεξη, διάβαση, προσπέρασμα κι αναφέρεται στην τελευταία νύχτα που πέρασε ο λαός του Ισραήλ στην Αίγυπτο, τότε που ο άγγελος εξολοθρευτής σκότωνε τα πρωτότοκα των Αιγυπτίων.

Ο Θεός είχε οδηγήσει το λαό Του να σφάξει ένα αρνί και με το αίμα του να βάψει τους παραστάτες και τα ανώφλια των σπιτιών του, ώστε ο δολοφόνος άγγελος να τους προσπεράσει και να σωθούν από την οργή Του που έπεφτε πάνω στην Αίγυπτο”.

Αυτό είμαστε, αναπαράγουμε τη μύξα του διπλανού και χαριεντιζόμαστε, δήθεν επαναστατούμε, κάνουμε τους καμπόσους κλαψουρίζοντας για ωτακουστές, ενώ ψάχνουμε τη γλυκειά γαλήνη στους τάφους, στα πατροπαράδοτα πιστεύω μας.

Στα 1962, κάνει το φιλμ που μοιάζει με μάθημα, είναι ο σουρεαλιστής δημιουργός που ακόμη και σήμερα (όποτε διαβάζεται) μας στέλνει μεταξεταστέους, αφού σπάνια περνάμε τη βάση στην κατανόηση των νοημάτων.

Μια παρέα καλεσμένων, Μεξικανών αστών σε δείπνο.

Το υπηρετικό προσωπικό την κοπανάει, δίχως φανερή αιτία, έτσι δε γουστάρουν να σερβίρουν το φανταχτερό δείπνο.

Η σεκάνς που μπαίνουν, μπουλούκι οι αστοί, διπλοφορεμένη πάνω στη ταινία μοιάζει με λάθος βελονιά σε πλεκτό, όσες χαζές παρατηρήσεις και να κάνω, σαν να κάθεται ο δημιουργός σε μια γωνιά και να γελά μαζί μου.

Η ώρα κυλά, σε έναν εξαιρετικά αργό εσωτερικό ρυθμό, σχεδόν αδιάφορα, ξεμένουν μέχρι τα ξημερώματα και γεννιέται η αφορμή των μεγάλων φόβων, βγαίνουν σαν ξέρασμα, όλα τα στερεότυπα.

Πώς θα ορίσουν τη νυχτερινή παραμονή στο ξένο σπίτι;

Είναι αδύνατο να σπάσουμε τις νόρμες που καθορίζουν τις μικρές μας σχέσεις.

Ξυπνούν στο σαλόνι του ιδιοκτήτη, οι αστοί απορημένοι από την στάση τους, χρεώνουν την προσωπική αδυναμία τους, σκοτεινή επιταγή, μια άγνωστη δύναμη τους κρατά κλεισμένους μέσα.

Εκεί για μέρες, ολόκληρες βδομάδες, γίνονται ζώα. Πάνε οι κανόνες που θέλουν χρυσά μαχαιροπήρουνα και ψεύτικα χαμόγελα.

Ζώα που δαγκώνουν, ζωάκια έτοιμα να ρουφήξουν του διπλανού τα μάτια. Αρκούδες και πρόβατα μπαινοβγαίνουν μέσα στο πλατό.

Μα και οι απέξω μια από τα ίδια, ούτε κουβέντα για μπουν στο αστικό ανάκτορο, λένε πως μπορούν, όμως περιμένουν. Στέλνουν ένα παιδί, μα και εκείνο τραβιέται, απογοητεύοντας το πλήθος.

Όλοι συμφωνούν: μια άγνωστη δύναμη μετατρέπει την ενέργεια σε αδράνεια.

Το φορτωμένο ακριβά αντικείμενα σαλόνι, μετατρέπεται σε σταύλο, ενώ οι καλοντυμένοι, πλούσιοι καλεσμένοι, σε πεινασμένους βρωμιάρηδες, έτοιμους να κατασπαράξουν ο ένας τον άλλον.

Τα ανόητα «μάγια», σπάνε και πάλι μαγικά, κανένα υποσυνείδητο δεν επιτρέπει άλλες σκέψεις.

Ο Μπουνιουέλ καταφέρνει να περιγράψει τον ανθρώπινο χαρακτήρα, την βλακεία που δεν είναι ορατή και βαφτίζεται θεϊκή ή σατανική επιλογή.

Μοίρα, πεπρωμένο -όλα αυτά τα γνωστά λουράκια που τραβούν σα λεμαριές τα ζώα.

Η ταινία με φωτογραφία του ατέλειωτου Φιγκουερόα, κατασπαράσσει τις αισθήσεις, συμφωνούμε στα κρυφά και εμείς, πειθόμαστε, γινόμαστε κομμάτι τις παρέας που ταυτόχρονα μισούμε, όλοι μαζί χορεύουμε, γινόμαστε στόχος μιας αδυσώπητης, τραγικής μοίρας.

Στο κλείσιμο του φιλμ έχουμε και πάλι τα ίδια, η σκηνή επαναλαμβάνεται σε μια κατάμεστη εκκλησιά, οι πιστοί εγκλωβίζονται, ενώ απέξω στρατιώτες πυροβολούν το πλήθος που τρέχει πανικόβλητο.

Τελευταίο πλάνο ένα κοπάδι από πρόβατα, μπαίνουν στον οίκο του Κυρίου.

Κάθε πλάνο και μάθημα, κάθε σεκάνς και ευκαιρία αυτοπαρατήρησης και ενδοσκόπησης, η σπάνια ταινία του Μπουνιουέλ αιχμαλωτίζει τον θεατή και τον ρουφά στις σκοτεινές ντουλάπες της.

Ο δημιουργός από την αρχή μας ξεκαθαρίζει να μην ψάχνουμε για κάποιο νόημα στο φίλμ του, αυτή ακριβώς είναι η ουσία.

Η προσέγγιση της καθημερινότητας, των αδιαπραγμάτευτων στερεότυπων, μικρών ή μεγάλων κανόνων, δέχεται ισχυρό ταρακούνημα.

Σε κάθε θέαση μια διαφορετική προσέγγιση, μια νέα αμφισβήτιση στο μήνυμα, μια νέα αμφιβολία για τον στόχο.

Φρέσκια, περιμένει να ξεζουμήσει το παρθένο μάτι, παραμένει όμως ατέλειωτα θεραπευτική στο πειραγμένο, το περισσότερο μυημένο. Ένα αριστούργημα που χωρά όλες τις προσωπικές περιγραφές –που, πάντα, θα είναι διαφορετικές.

Την εποχή των μεγαλείων μας, το 2004, έκανε στην Ελλάδα την επίσημη πρεμιέρα της, με μια μικρή, μικρούλα καθυστέρηση…42 χρόνων! Σίγουρα σε ετούτη, τη δύστροπη εποχή μας, θα ταίριαζε μια ακόμη προβολή, σαν προετοιμασία για κρυφή εξομολόγηση και θεραπεία, με την ματιά του ανατρεπτικού, επαναστάτη Μπουνιουέλ, ίσως τα μάτια βγάλουν δάχτυλα και μας βοηθήσουν.

Keywords
Τυχαία Θέματα