Μην κλαίς κορίτσι μου την Πρωτοχρονιά

07:30 1/1/2013 - Πηγή: Aixmi

Δυο ψυχούλες ήταν που γεννήθηκαν μαζί, μεγάλωσαν μαζί, ονειρεύτηκαν μαζί.Κάποια μαγική δύναμη τα ‘φερε έτσι, συνωμότησε ο γαλαξίας κι όλοι οι ανάδρομοι πλανήτες, στήσανε γλέντι τα ημερολόγια και τα ρολόγια. Και τα βρέφη της διπλανής κούνιας μιας μαιευτικής κλινικής κάπου στον ελληνικό βορρά, αρχές της δεκαετίας του ‘80, πορευτήκαν σαν μια γροθιά στο χωμάτινο ανηφόρι της ενηλικίωσης, της αναπόφευκτης γνωριμίας με τον ακαταλαβίστικο κόσμο των μεγάλων.

-Κορίτσι: Μου υπόσχεσαι ότι θα είμαστε για πάντα μαζί; Ό,τι και αν γίνει; Ακόμη και όταν μεγαλώσουμε; Θέλω η εμπιστοσύνη και η αγάπη μας,

να μην αλλάξει ποτέ.

-Αγόρι: Σου υπόσχομαι ότι όσο θα ζούμε σε αυτόν τον κόσμο, τον σκληρό, αλλά ταυτόχρονα και μαγικό, θα σε αγαπάω με όλη τη δύναμη της ψυχής μου. Θα σε προστατεύω και όποια δυσκολία έρθει στο διάβα μας, θα την ξεπεράσουμε, αφού θα έχει ο ένας τον άλλον. Αυτό είναι η μεγαλύτερη δύναμη και το μεγαλύτερο εφόδιο.

Δεσμοί αδερφικοί τους ένωναν από τα μικράτα τους και όρκοι αιώνιας στοργής. Σχολεία, βόλτες, παιχνίδια, ποδήλατα, τρέλες, μπουγέλα, διακοπές, θάλασσες και βουνά. Όλα μαζί, πάντα μαζί, αυτοκόλλητοι και αδιαίρετοι. Όχι απαραίτητα με φυσική παρουσία. Όταν για κάποιο λόγο χωριζόντουσαν, οι καρδιές τους δίνανε μυστικά ραντεβού και αντάμωναν νοερά στα όνειρά τους. Τα αγνά, παιδικά, αφελή, γλυκά, μελένια όνειρά τους. Σαν κόρη οφθαλμού τα φύλαγαν.

Με μια παιδική ασπίδα κι ένα φανταστικό δόρυ τα προστάτευαν και ξόρκιζαν τους κάθε λογής εφιάλτες.

-Κορίτσι: Φοβάμαι, μην ξυπνήσω μία ημέρα και δεν είσαι πια κοντά μου. Φοβάμαι ότι η αγάπη μας δεν θα αντέξει στο χρόνο.

-Αγόρι: Ένας εφιάλτης ήταν. Πάει πέρασε. Εμείς έχουμε τη δύναμη μέσα μας και δεν θα αφήσουμε κανέναν να καταστρέψει κάτι τόσο όμορφο και αληθινό..

Τί κι αν είχε συννεφιά; Τους άρεσε πάντα να περπατάνε στη δυνατή βροχή πιασμένοι σφιχτά απ’ το χέρι. Έτσι, όλοι μπορούσαν να δουν την αστείρευτη δύναμη τους.

Κοιταζόντουσαν στα μάτια και αστραπιαία λύνανε τους κάβους και σαλπάριζαν για λιμάνια μαγικά, για μέρη ανεξερεύνητα. Κι ας είχε φουρτούνα και μποφόρια. Κι ας κυκλοφόραγαν στις θάλασσες του μυαλού τους Κύκλωπες, Λαιστρυγόνες κι άλλα άσκημα τέρατα των ωκεανών. Κι ας είχε παγόβουνα η ρότα τους.

Με τη φόρτσα της ψυχής κατατρόπωναν τους κακούς δαίμονες και τους επίδοξους εχθρούς, μια μπουκιά τους έκαναν. Δεν ήταν από άγνοια. Πίστη το όριζαν και σιγουριά για τις αμέτρητες, ανεξάντλητες δυνάμεις τους. Τίποτα δεν φαινόταν ικανό να σταματήσει το μυσταγωγικό ταξίδι.

Τι κι αν έβρεχε; Τους άρεσε πάντα να περπατάνε στη δυνατή βροχή πιασμένοι σφιχτά απ’ το χέρι. Έτσι ,όλοι μπορούσαν να δουν την ανίκητη αισιοδοξία τους.

Δεν παράταγαν έναν στόχο, απλά τον άλλαζαν με έναν μεγαλύτερο. Δεν έκλαιγαν μοιρολατρικά, παραδομένοι κι ανήμποροι, όταν κάτι τέλειωνε, όχι. Χαμογέλαγαν φαρδιά πλατιά επειδή συνέβη. Με μάτια που έβγαζαν φωτιές και καρδιές που κατάπιναν ατσάλι. Η άτρωτη φιλία τους ξεγύμνωνε την πολυπλοκότητα και τα απανωτά σφάλματα των περίεργων μεγάλων. Περήφανες μελωδίες νίκης έπαιζαν τα τρανζίστορ του μυαλού τους.

-Κορίτσι: Εξάλλου η αληθινή ευτυχία βρίσκεται στις αναμνήσεις και τις ελπίδες. Έχει άδικο; (Γιώργος Δροσίνης)

-Αγόρι: Δεν υπάρχει ευτυχισμένη ζωή, υπάρχουν ευτυχισμένες μέρες. Να το θυμάσαι πάντα. (Andre Theuriet)

Κι όταν άνοιγαν οι ουρανοί; Τους άρεσε πάντα να περπατάνε στη δυνατή βροχή πιασμένοι σφιχτά απ’ το χέρι. Έτσι, όλοι μπορούσαν να δουν ότι τα φωτεινά τους πρόσωπα έμοιαζαν καταπληκτικά.

Και φτάνουμε στο σήμερα. Πρωτοχρονιά του 2013. Ελλάδα. Χώρα όμορφη, γοργόνα σωστή. Μα πληγωμένη να πάρει, μουντή σαν το γκρίζο του ουρανού, κορμί που αιμορραγεί ακατάσχετα. Τα παιδιά του παραμυθιού παραμένουν εδώ, πολλά άλλαξαν από τότε και άλλα έμειναν ίδια . Δυο ψυχούλες είναι ακόμη που γεννήθηκαν μαζί, μεγάλωσαν μαζί. Βγαίνουν ακόμη στο δρόμο δίχως την ασπίδα και το δόρυ, δίχως τα ταξιδιάρικα όνειρα. Τα τρανζίστορ του μυαλού τους άλλαξαν σκοπό. Ακούν άλλες μελωδίες. Χατζηδάκι. Το βαλς των χαμένων ονείρων. Αναπολούν τις μέρες που χαμογελούσαν, που έζησαν όμορφες, έντονες στιγμές, που ο ήλιος έμπαινε από το παράθυρό τους, και τους γέμιζε με αισιοδοξία.

Και τώρα περπατάνε στη δυνατή βροχή, και τώρα είναι πιασμένοι σφιχτά απ’ το χέρι.

Με τα κεφάλια σκυφτά, έτσι κανένας δεν μπορεί να τα δει που κλαίνε…

Follow on twitter: @AlexisPolitis @markellashar

Keywords
Τυχαία Θέματα