Κάτω στα Λεμονάδικα…

15:12 8/10/2014 - Πηγή: Aixmi

Ας προσπαθήσουμε να φανταστούμε μια κοινωνία όπου η ψευδής απεικόνιση των προσόντων ενός υποψηφίου για εύρεση εργασίας ή εξέλιξη εντός του εργασιακού του περιβάλλοντος είναι συνηθισμένη πρακτική και ότι οι φρουροί της νομιμότητας – του ελέγχου των διαδικασιών που καταλήγουν στην κατάληψη της θέσης εργασίας ή στην επαγγελματική εξέλιξη – είτε είναι «μυημένοι» και κρυφοί σύμμαχοι των πλαστογράφων (όπως συμβαίνει λ.χ. κατά καιρούς στα ΑΕΙ με εκλέκτορες που δίνουν θετική ψήφο σε φίλους τους λογοκλόπους υποψηφίους και τους πρυτάνεις που κάνουν

πως δεν βλέπουν τους ακαδημαϊκούς σκελετούς των ψηφοφόρων τους), είτε οκνηροί υπάλληλοι που μεριμνούν και τυρβάζουν περί άλλων, είτε απλά κυνικοί πολίτες που δεν δίνουν πεντάρα για το ποιος εξαπατά ποιον, πότε και πώς. Ενώ οι φρουροί των φρουρών είναι οπαδοί της πρακτικής του ύπνου.

Αν οι πρακτικές εξαπάτησης αποτελούν μέρος της κουλτούρας αυτής της κοινωνίας, τότε το φαινόμενο δεν μπορεί να περιορίζεται στον δημόσιο τομέα. Αφορά κατ’ ανάγκην και τον ιδιωτικό. Να, όμως, που οι δανειστές δεν ενδιαφέρονται για την πάταξη του φαινομένου της πλαστογραφίας και της απάτης λευκού κολάρου στην ελληνική κοινωνία εν γένει, αλλά μόνο για το υποσύνολο του δημόσιου τομέα.

Για τη ακρίβεια, δεν ενδιαφέρονται καν γι αυτό, αλλά πρωτίστως για τη μείωση του κόστους λειτουργίας του δημόσιου τομέα, κάτι που πιστεύουν ότι πρέπει να γίνει μέσω της μείωσης του προσωπικού του εν λόγω τομέα. Έτσι, ορίζουν – αφού έχουν αποκτήσει μέσω των Μνημονίων αυτή την εξουσία – ένα νούμερο δημοσίων υπαλλήλων που πρέπει να απολυθούν για να προκύψουν οι «σωστές» αναλογίες. Αυτό ονομάζεται «μεταρρύθμιση», την οποία είναι υποχρεωμένοι να προωθήσουν και να πραγματώσουν οι συνομιλητές τους, δηλαδή η ελληνική κυβέρνηση και τα όργανά της.

Τα πρώτα θύματα της πολιτικής για την απομείωση του δημόσιου τομέα υπάρχουν ήδη, χωρίς οι απολύσεις και οι διαθεσιμότητες να σχετίζονται με πρακτικές απάτης των απολυθέντων και των «διατεθέντων». Αλλά τα νούμερα είναι μικρά, και οι δανειστές έχουν τοποθετήσει τον πήχη πολύ ψηλά. Εξ ου και η συνεχιζόμενη πίεση για πρόσθετες απολύσεις.

Οι εκτελεστές της μεταρρυθμιστικής βούλησης των δανειστών πρέπει να βρουν τρόπους να εντοπίσουν τα επόμενα θύματα. Η κλήρωση αποκλείεται ως μέθοδος, για ευνόητους λόγους. Η αξιολόγηση και η δημιουργία μέσω αυτής ενός υποσυνόλου ανεπαρκών υπαλλήλων που πρέπει να απολυθούν ακριβώς λόγω ανεπάρκειας, αργεί και δεν είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσει σε «αίσιο» (για τους δανειστές και τους εκτελεστές) αποτέλεσμα, λόγω της αναγκαστικής εμπλοκής χιλιάδων, και μη απολύτως ελεγχόμενων, αξιολογητών.

Έτσι, οι σοφοί μας κυβερνήτες κατέληξαν στη δημιουργία ενός υποσυνόλου «μελλοθανάτων» (ως προς την επαγγελματική τους ζωή) μέσω του ελέγχου των φακέλων όλων των δημοσίων υπαλλήλων και ειδικά μέσω του ελέγχου των παραστατικών που υπέβαλαν όσοι δημοτικοί υπάλληλοι μονιμοποιήθηκαν κατ’ εφαρμογήν συγκεκριμένων νόμων που ψήφισαν οι ίδιοι οι πολιτικοί που τώρα θέλουν τον έλεγχο.

Καλύπτει το πρόσωπο που μονιμοποιήθηκε πάγιες και διαρκείς ανάγκες του οργανισμού στον οποίο εργάζεται ή όχι; Μήπως μονιμοποιήθηκε καταχρηστικά, είτε με πλαστά δικαιολογητικά του ίδιου του υποψηφίου είτε με μια χαλαρή διαπίστωση του υπευθύνου για τον έλεγχο του είδους της απασχόλησης και της υπηρεσίας που παρείχε ο μονιμοποιηθείς υπάλληλος στον οργανισμό πριν μονιμοποιηθεί;

Επειδή οι εκτελεστές της μεταρρυθμιστικής βούλησης των δανειστών θέλουν συγκεκριμένα νούμερα επιόρκων, δεν εμπιστεύονται τις ίδιες τις υπηρεσίες να ασκήσουν εκείνες τον έλεγχο, γιατί τότε μπορεί ο αριθμός των επιόρκων να είναι χαμηλός, και πάντως μικρότερος από αυτόν που απαιτείται ώστε να καλυφθεί η νόρμα των δανειστών. Ο έλεγχος πρέπει, λοιπόν, να ασκηθεί από τον μηχανισμό του υπουργού έτσι ώστε να είναι τόσο επιλεκτικός, όσο απαιτούν οι εκλογικές περιστάσεις, αλλά και τόσο αποτελεσματικός, ώστε να βγαίνουν τα νούμερα.

Αυτή είναι σε γενικές γραμμές η λογική της «μεταρρύθμισης» του δημόσιου τομέα, έτσι όπως την εννοούν οι κυβερνητικοί παράγοντες και έτσι όπως την παρουσιάζουν στο κοινό οι συνεργαζόμενοι με την κυβέρνηση, οιονεί δημοσιογράφοι.

Έτσι, έχουμε για μια ακόμη φορά στη σύγχρονη ελληνική ιστορία το ενδιαφέρον φαινόμενο, διάσημοι παραβάτες να κυνηγούν κοινούς παραβάτες, προκειμένου να εξυγιάνουν το δημόσιο.

Ή μήπως ξεχάσαμε τα όσα έχουν γραφεί και ειπωθεί από τους κύκλους των δανειστών για τους Έλληνες, και ειδικά για τους κυβερνώντες Έλληνες;

Αυτοί δεν ήταν που πλαστογράφησαν (έτσι λένε ακόμη οι δανειστές, χωρίς να εισπράξουν μια διάψευση της προκοπής από Έλληνες πολιτικούς…) τα στοιχεία για την είσοδο της Ελλάδας στην ΟΝΕ; Αυτοί δεν ήταν που πλαστογραφούσαν κατά συρροή τα στοιχεία για το έλλειμμα της χώρας και τα διαβίβαζαν χαλκευμένα στην ευρωπαϊκή στατιστική υπηρεσία; Αυτοί δεν είναι που αντιμετωπίζουν, λόγω της (υποτιθέμενης) τάσης τους να πλαστογραφούν στοιχεία και να ψεύδονται, ακόμη και σήμερα την καχυποψία των εκπροσώπων των δανειστών ως προς την ορθότητα των επίσημων ισχυρισμών για την οικονομική κατάσταση στη χώρα και για την πορεία των «μεταρρυθμίσεων»; Και να ήταν μόνον αυτές οι πλαστογραφίες και οι απάτες…

Το καπρίτσιο της Ιστορίας έφερε τα πράγματα έτσι, ώστε πλαστογράφοι περιωπής να πιάνουν στο λαιμό μικρο-πλαστογράφους προκειμένου να τους «δώσουν» στους δανειστές, εξιλαστήρια θύματα μιας υποτιθέμενης αλλαγής παραδείγματος στην οικοδόμηση του νέου κράτους.

Και να μην ζητάνε ούτε ένα συγγνώμη που τιμωρούν ομοτέχνους, λέγοντας έστω ότι θα τους απολύσουν, όχι επειδή απεχθάνονται την τέχνη της πλαστογραφίας, αλλά επειδή τους πιέζουν οι δανειστές.

Οπότε δικαίως οι «μελλοθάνατοι», ειδικά στην περίπτωση των ομοτέχνων που τους διώκουν, θα μπορούσαν να απαντήσουν στο κυνηγητό με τους στίχους του λαϊκού τραγουδιού «Κάτω στα Λεμονάδικα», με τη διαφορά ότι η προσωπική αντωνυμία αφορά και τις δύο πλευρές:

Κυρ-αστυνόμε μη βαράς, αφού καλά το ξέρεις

πως η δουλειά μας είν’ αυτή και ρέστα μη γυρεύεις…

Keywords
Τυχαία Θέματα