Δεν συμφωνείς με το νόμο, δεν μπορείς να είσαι υποψήφιος…

17:43 23/1/2014 - Πηγή: Aixmi

Όταν ο λεγόμενος νόμος Διαμαντοπούλου είχε ήδη ψηφιστεί και έπρεπε να εκλεγούν τα μέλη των Συμβουλίων των ΑΕΙ, υποψηφιότητες έθεσαν πολλοί συνάδελφοι και από τις δύο πλευρές: Από τους υποστηρικτές του νόμου, που ήταν ελάχιστοι, αλλά και από τους αντιπάλους του, που ήταν η πλειοψηφία.

Μάλιστα από τη δεύτερη κατηγορία, οι υποψηφιότητες ήταν πολύ περισσότερες εξ αιτίας του απλού γεγονότος ότι ο νόμος αυτός δεν έχαιρε μεγάλης εκτίμησης μεταξύ των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας. Εκεί, βέβαια, δεν υπήρχε «αρχή» να ελέγξει το πολιτικό

φρόνημα των υποψηφίων, δηλαδή την πολιτική τους τοποθέτηση απέναντι στο νόμο. Υπήρξαν κριτικές – του τύπου «πώς εσύ που θεωρείς το θεσμό του Συμβουλίου αντιδραστικό, θέλεις τώρα να τον υπηρετήσεις ως υποψήφιο μέλος του» – από κάποιους σε συγκεκριμένους υποψηφίους, αλλά αυτές ποτέ δεν οδήγησαν στο να κατατεθούν ενστάσεις κατά της υποβολής υποψηφιότητας επειδή ο υποψήφιος δεν συμφωνεί με τον νόμο. Όπου έγιναν ενστάσεις, βρέθηκε κάποιο καλύτερο επιχείρημα.

Γνωρίζω το σκεπτικό του Συμβουλίου του Πανεπιστημίου Αθηνών να απορρίψει την υποψηφιότητα συγκεκριμένου μέλους ΔΕΠ της Φιλοσοφικής Σχολής για τη θέση του Κοσμήτορα, μόνο από τις εφημερίδες. Σύμφωνα με τα γραφόμενα, το Συμβούλιο έκρινε ότι η συγκεκριμένη καθηγήτρια είναι ακατάλληλη για Κοσμήτωρ όχι λόγω ανεπάρκειας σε επιστημονικά, διοικητικά ή άλλα ηθικά προσόντα, αλλά επειδή έχει διαφωνήσει (ενδεχομένως συνεχίζει να διαφωνεί και σήμερα) με τον συγκεκριμένο νόμο που θα κληθεί, αν εκλεγεί, να εφαρμόσει.

Ελπίζω τα πράγματα να μην είναι έτσι όπως παρουσιάζονται, διότι αν η απόρριψη τεκμηριώνεται από την εκτίμηση του Συμβουλίου ότι η συνάδελφος δεν μπορεί να είναι υποψήφια γι αυτό το λόγο, τότε έχουμε όντως «καινοτομίες» στα Πανεπιστήμια, εισαγόμενες μέσω των Συμβουλίων. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η «καινοτομία» συνίσταται σε μια ακατανόητη συμπεριφορά του Συμβουλίου – επιμένω: Αν όντως αυτό είναι το σκεπτικό του για τον αποκλεισμό. Διότι πολύ απλά εδώ συμφύρονται επικίνδυνα δύο διαφορετικές καταστάσεις: η υποχρέωση ενός φορέα διοικητικού ρόλου (αξιωματούχου) να εφαρμόζει το νόμο, ανεξαρτήτως του αν διαφωνεί ή όχι με αυτόν, και η πολιτική τοποθέτηση του εν λόγω αξιωματούχου απέναντι στο νόμο (πολιτική διαφωνία ή συμφωνία). Και ερωτώ:

Είναι δυνατόν τα μέλη ενός Συμβουλίου που αποτελείται από καταξιωμένα στον ελληνικό και διεθνή χώρο πρόσωπα να πιστεύει ότι αν κάποιος διαφωνεί με ένα νόμο τον οποίο καλείται να εφαρμόσει, δικαιούται να μην τον εφαρμόσει; Διότι ο φόβος του Συμβουλίου ότι ένας υποψήφιος δεν θα εφαρμόσει το νόμο ή δεν θα τον εφαρμόσει καλά, επειδή διαφωνεί με αυτόν, μόνο τότε έχει νόημα, τότε μόνο δικαιολογείται. Και μια γενικευμένη εφαρμογή αυτού του καινοτόμου «αξιώματος» θα σήμαινε ότι αξιωματούχοι και λειτουργοί μπορεί να είναι μόνον πρόσωπα που συμφωνούν πολιτικά με τους νόμους που καλούνται να εφαρμόσουν. Δεν έχουν ακούσει τα μέλη του Συμβουλίου τίποτε για κάποιους δικαστές που διαμαρτύρονται για περίεργους νόμους που έχει ψηφίσει η Βουλή και εκείνοι είναι υποχρεωμένοι να εφαρμόζουν, είτε συμφωνούν με αυτούς είτε διαφωνούν;

Η απόφαση του Συμβουλίου του Πανεπιστημίου Αθηνών δημιούργησε ήδη ένα κακό προηγούμενο, πέρα από το ότι προκαλεί και μια ακαδημαϊκά βλαβερή σύγκρουση μέσα στην ίδια τη Φιλοσοφική Σχολή. Όσοι ενίστανται στην απόφαση του Συμβουλίου καλούνται να υπερασπιστούν στοιχειώδεις δημοκρατικούς κανόνες απέναντι σε έναν μπαγιάτικο «φονξιοναλισμό» που περικλείει μέσα του επικίνδυνες ιδέες. Διότι είναι ένα πράγμα να τοποθετείσαι εναντίον ενός νομοσχεδίου, πριν ψηφιστεί και γίνει νόμος, και τελείως διαφορετικό να δηλώνεις ότι δεν θα εφαρμόσεις τον νόμο, επειδή διαφωνείς με το περιεχόμενό του, δηλαδή ότι θα κινηθείς contra legem όταν καταλάβεις το αξίωμα.

Το να βασίζει ένα Συμβούλιο την κρίση και την απόφασή του για τον αποκλεισμό ενός υποψηφίου ως εάν η πολιτική διαφωνία με το νόμο να συνεπάγεται «λογικά» την άρνηση εφαρμογής ή την πλημμελή εφαρμογή του, είναι μεγάλο σφάλμα. Κρίμα, γιατί προσωπικά θα ήθελα πολύ να ισχύουν τα λεγόμενα περί των υψηλού κύρους επιστημόνων που συγκροτούν τα Συμβούλια των ΑΕΙ. Ακόμη και πρόσχημα να είναι αυτό το σκεπτικό, προκειμένου να μην εκφραστεί κάποια άλλη, (άγνωστη για τους εκλέκτορες της Φιλοσοφικής Σχολής), διαφωνία του Συμβουλίου για την υποψηφιότητα της κ. Καραμαλέγκου, η ανακοίνωση και η δημόσια υποστήριξή του μόνο μελαγχολικές σκέψεις γεννά για το μέλλον των ελληνικών πανεπιστημίων.

Έχουμε δει τα τελευταία χρόνια στη χώρα αυτή πολλές «καινοτομίες» και «μεταρρυθμίσεις» ώστε, πλέον, τίποτε δεν πρέπει να μας εκπλήσσει. Ομολογώ ότι στην ιστορία αυτή υπάρχει κάτι που με εκπλήσσει: με ποιον τρόπο υπερασπίζονται το κύρος του Συμβουλίου όσα μέλη του – ελπίζω να υπάρχουν, τουλάχιστον, κάποια – διαφωνούν με την απόφαση της πλειοψηφίας; Με το να συνεχίζουν να είναι μέλη ενός τέτοιου Συμβουλίου; Ή μήπως η απόφαση είναι ομόφωνη; Μήπως, τελικά, πιστεύουν ότι οι Κοσμήτορες δεν πρέπει να εκλέγονται, αλλά να διορίζονται από το Συμβούλιο, όπως όριζε ο νόμος Διαμαντοπούλου πριν αυτός τροποποιηθεί από τον διάδοχό της; Είναι κι αυτό μια άλλη «καινοτομία»: να πιστεύεις ότι κακώς άλλαξε ο νόμος και να θέλεις να τον εφαρμόσεις στη «γνήσια» εκδοχή του, ως εάν ίσχυε η διάταξη που καταργήθηκε. Τόσος ζήλος πια;

Keywords
Τυχαία Θέματα