Κριτική στην «εισήγηση της κεντρικής επιτροπής του ΚΚΕ για το 19ο συνέδριο»

ΆρθραΑρθρογράφος: Βασίλης Γρόλλιος

Βασίλης Γρόλλιος[i], Κριτική στην «εισήγηση της κεντρικής επιτροπής του ΚΚΕ για το 19ο συνέδριο».

(μέρος του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών τη Δευτέρα 29/4/2013)

Στις 11 Απριλίου 2013 αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα του ΚΚΕ η εισήγηση της κεντρικής επιτροπής για το 19ο συνέδριο του κόμματος. Το κείμενο αναλύει σε 20 περίπου σελίδες

τα πλέον βασικά σημεία της κοινωνικής θεωρίας του κόμματος. Θεωρώ πως αυτή η κοινωνική θεωρία, μη έχοντας κριτικό-διαλεκτικό χαρακτήρα, μένει εγκλωβισμένη στην αστική λογική, την οποία υποτίθεται ότι αντιμάχεται.

Στο κείμενο διαβάζουμε ότι «Το σπουδαιότερο ζήτημα για την επεξεργασία του Προγράμματος του ΚΚ είναι το […] ποια αντίθεση θα λύσει η κοινωνική επανάσταση, ποια τάξη θα πάρει την εξουσία». Ο συντάκτης του κειμένου θεωρεί ότι η αντίθεση αυτή έχει λυθεί στο 15ο συνέδριο και είναι αυτή μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας. Πώς λύνεται αυτή η αντίφαση; Μέσω της δράσης για «αλλαγή τάξης, κοινωνικών δυνάμεων στο επίπεδο εξουσίας». Στόχος του ΚΚΕ είναι «ως πρωτοπόρο οργανωμένο τμήμα της εργατικής τάξης» να συμβάλλει στην «ανατροπή της αστικής εξουσίας» και στην «κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας από την εργατική τάξη». Το ΚΚΕ προτίθεται να λάβει μέρος σε μια «Λαϊκή συμμαχία» και να «κάνει τους απαραίτητους συμβιβασμούς». Παρά το γεγονός αυτό όμως, το κείμενο διευκρινίζει ότι με τις δυνάμεις με τις οποίες θα συμμαχήσει το ΚΚΕ δεν μπορούν να αποτελέσουν ένα ενιαίο πολιτικό φορέα και να έχουν «ενιαίο πρόγραμμα εξουσίας και ενιαία αντίληψη για την κατάκτησή της», αφού έτσι θα χαθεί η «αυτοτέλεια και ο λόγος ύπαρξης του ΚΚΕ». Το εύλογο ερώτημα στο σημείο αυτό είναι ότι αν ο στόχος του ΚΚΕ είναι η κατάκτηση της εξουσίας, τότε τι χαρακτήρα θα έχει αυτή η συμμαχία από τη στιγμή που δεν μπορεί να οδηγήσει σε μια ενιαία αντίληψη για την κατάκτησή της; Σε τελική ανάλυση όμως «το Κόμμα πρέπει να ηγηθεί στην αυτοτελή οργάνωση της εργατικής-λαϊκής αντίστασης». Πώς λοιπόν θα γίνει μια συνεργασία με άλλες λαϊκές δυνάμεις, με μη κομματικούς όρους από τη στιγμή που απώτερος στόχος είναι η κατάκτηση της εξουσίας με κομματικούς όρους και πιο συγκεκριμένα η «αλλαγή τάξης, κοινωνικών δυνάμεων στο επίπεδο εξουσίας»;

Επίσης, στο κείμενο της εισήγησης της κεντρικής επιτροπής διαβάζουμε ότι υπάρχει «ένας συνειδητός επαναστατικός πυρήνας των εξεγερμένων», ο οποίος θα πρέπει «να αξιοποιήσει τη λαϊκή πρωτοβουλία». Μάλιστα εκφράζεται η παραδοχή ότι το ΚΚΕ δεν κατάφερε να αποκτήσει την ικανότητα να δουλεύει με λαϊκές μάζες που έχουν «πολύ χαμηλό επίπεδο οργάνωσης και πείρας». Επιπλέον, η εξουσία θα πρέπει να λειτουργήσει με έναν «κεντρικό επιστημονικό σχεδιασμό της παραγωγής». Η έννοια του επιστημονικού σχεδιασμού προϋποθέτει το διαχωρισμό ανάμεσα σε αυτούς που κατέχουν την ανάλογη γνώση και σε αυτούς που δεν την κατέχουν, σε αυτούς που έχουν χαμηλό επίπεδο πείρας και σε αυτούς που ανήκουν στην ελίτ που δεν είναι άλλη φυσικά από το κόμμα το οποίο αποτελεί το συνειδητό πυρήνα του κινήματος. Τούτου λοιπόν συνεπάγεται ότι όλοι δεν μπορούμε να συμμετέχουμε εξίσου στις αποφάσεις, αναφορικά με το πώς θα οργανώσουμε τους όρους της επιβίωσής μας. Δεν είμαστε όλοι ισότιμοι, εφόσον κάποιοι έχουν την «αυθεντική ταξική συνείδηση», όπως έλεγε και ο Λούκατς.

Το πώς θα σταματήσουμε να στοιχειωνόμαστε από τη λογική της συσσώρευσης του κέρδους και του ανταγωνισμού που αποτελεί τον πυρήνα της καπιταλιστικής λογικής - δηλαδή από το να πρέπει να λειτουργούμε ως «βαμπίρ του κεφαλαίου», όπως έλεγε ο Μάρξ - ακόμα και όταν αλλάξει το κόμμα που κατέχει την εξουσία, μένει εντελώς αδιευκρίνιστο στο κείμενο της εισήγησης. Ο σοσιαλισμός για το ΚΚΕ είναι μία άλλη μορφή εξουσιασμού των μαζών και όχι μία άλλη λογική ικανοποίησης των αναγκών μας με βάση μια λογική που δεν θα ακολουθεί τον παραλογισμό του ‘ο χρόνος είναι χρήμα’. Η βασική αντίθεση λοιπόν, το γεγονός ότι το χρήμα εξουσιάζει τους ανθρώπους ενώ οι άνθρωποι παράγουν το χρήμα, ο «αναποδογυρισμένος, μαγεμένος κόσμος» που περιγράφεται στον τρίτο τόμο του Κεφαλαίου δεν αίρεται. Οι έννοιες κεφαλαίο, χρήμα και εργασία γίνονται αντιληπτές, όπως στην αστική σκέψη, ως έννοιες δηλαδή που περιγράφουν αυτό που συμβαίνει, έχοντας προϋποθέσει την κεφαλαιοκρατική οργάνωση της ζωής μας. Οι έννοιες αυτές δεν γίνονται αντιληπτές ως κοινωνικές σχέσεις-διαδικασίες, τρόποι εκδήλωσης του αναποδογυρισμένου κόσμου που στο εσωτερικό τους κρύβουν την αντίθεση. Δεν έχουν διαλεκτικό χαρακτήρα γιατί δεν φανερώνουν το γεγονός ότι εμείς οι ίδιοι τις διαμορφώνουμε στο βαθμό που υποτασσόμαστε στον παραλογικό της αέναης αυξανόμενης παραγωγής.

Ο φετιχισμός των εννοιών οδηγεί τους συντάκτες του κειμένου στο να υποστηρίξουν ότι το βασικό χαρακτηριστικό του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής είναι η δημιουργία μονοπωλίων. Έτσι, η ταξική σύγκρουση λαμβάνει χώρα με βάση τη σύγκρουση των «κοινωνικών δυνάμεων που έχουν συμφέρον από την κατάργηση της εξουσίας των μονοπωλίων» και αυτών που δεν έχουν. «Το θέμα είναι με ποια πολιτική γραμμή δίνεται απάντηση στα φλέγοντα και συσσωρευμένα προβλήματα του λαού. Με τα μονοπώλια ή με την εξουσία του εργαζόμενου λαού.» Δηλαδή ένας καπιταλιστής που έχει μείνει έξω από τη δημιουργία ενός μονοπωλίου και αντιμάχεται τη δημιουργία τους μπορεί να είναι σύμμαχος του ΚΚΕ και να παλεύει για το σοσιαλισμό; Το ότι η δημιουργία μονοπωλίων είναι μία εγγενής τάση στον καπιταλισμό και για αυτό το κράτος οφείλει να παρεμβαίνει ενεργά στην οικονομία είχε τονιστεί και από το θεμελιωτή της φιλελεύθερης-αστικής σκέψης, τον Άνταμ Σμιθ. Μάλιστα, ο αρχιερέας της νεοφιλελεύθερης λογικής, ο Milton Friedman, όντας υπέρμαχος της ελεύθερης οικονομίας ήταν και αυτός κατά της δημιουργίας μονοπωλίων. (δείτε το σχετικό βίντεο στο you tube αφού πληκτρολογήσετε: Milton Friedman-Monopolies). Θα μπορούσε όμως να είναι σύμμαχος του κομμουνισμού;

Σύμφωνα με το κείμενο της εισήγησης «Η μεγάλη όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων θα οδηγήσει σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης, σε συνθήκες μεγάλης όξυνσης της ταξικής πάλης» και έτσι «θα έχει ωριμάσει […] ένα πανίσχυρο εργατικό κίνημα.» Εδώ συναντούμε μια ντετερμινιστική αντίληψη εξέλιξης της ιστορίας. Οι ίδιοι οι άνθρωποι είναι έξω από τις ιστορικές εξελίξεις τις οποίες δεν μπορούν να επηρεάσουν τουλάχιστον μέχρι κάποια φάση της ιστορικής εξέλιξης. Η δομή κινείται από μόνη της, αυτόνομα προς μια κατεύθυνση, η οποία είναι προδιαγεγραμμένη αυτή της όξυνσης της ταξικής πάλης. Αφού αυτό έχει συμβεί, αφού δηλαδή έχουν αναπτυχθεί «οι συνθήκες επαναστατικής κατάστασης» τότε μόνο μπορεί ο λαός να «σπάσει τις αλυσίδες ταξικής εκμετάλλευσης, της καταπίεσης». Και μέχρι να έρθει η ώρα αυτής της όξυνσης κάποια στιγμή στο μέλλον τι θα πρέπει να κάνουμε; Το ίδιο το κείμενο δίνει την απάντηση λέγοντας ότι δεν «παραπέμπουμε τα πάντα στο σοσιαλισμό» αλλά παλεύουμε για «τα άμεσα προβλήματα», όπως τα χαράτσια και άλλου είδους περικοπές.

Η συμβουλή του κειμένου είναι ουσιαστικά η εξής: Ας παλέψουμε για έναν εξευγενισμένο καπιταλισμό με ανθρώπινο πρόσωπο και κάποια στιγμή στο απώτερο μέλλον όταν το κομμουνιστικό κόμμα αποκτήσει την πρωτοκαθεδρία στο εργατικό κίνημα και έχει σοβαρές πιθανότητες να κατακτήσει την κρατική εξουσία, μπορούμε να άρουμε τις εγγενείς αντιφάσεις και τον παραλογισμό της κεφαλαιοκρατικής λογικής. Πόσες ακόμα αυτοκτονίες και πόση περισσότερη ανεργία περιμένετε να δείτε κύριοι/ες συντάκτες του κείμενου της εισήγησης για να πειστείτε ότι έχουν αναπτυχθεί «οι συνθήκες επαναστατικής κατάστασης»; Αν όμως το κείμενο παραδεχόταν ότι οι συνθήκες όξυνσης έχουν ήδη λάβει χώρα, θα έπρεπε να απαντήσει στο γιατί το ΚΚΕ δεν έχει την πρωτοκαθεδρία στο κίνημα. Η ώρα για αυτοκριτική λοιπόν μπορεί να περιμένει. Η μόνη αυτοκριτική που λαμβάνει χώρα στο κείμενο σχετίζεται με έναν «εφησυχασμό», ο οποίος οδήγησε το ΚΚΕ στο να μην αναπτύξει την κατάλληλη «κομματική οικοδόμηση». Η οποιαδήποτε πιθανότητα αυτοκριτικής όσον αφορά τα βασικά χαρακτηριστικά της κοινωνικής θεωρίας και της θεωρίας κράτους που ακολουθεί το κόμμα θεωρείται περιττή.

Στο ίδιο μήκος κύματος «Η πάλη κατά των συνεπειών της κρίσης, η αποτροπή μεγαλύτερης χρεωκοπίας του λαού […] μπορεί να αποτελέσει […] κρίκο για την οργάνωση της εργατικής αντεπίθεσης.» Θεωρώ ότι δεν είναι τυχαίο ότι απουσιάζει οποιαδήποτε αναφορά στα αίτια των κρίσεων και πώς αυτά συνδέονται με τη λογική του καπιταλιστικού καθεστώτος. Ο Μάρξ όμως έχει προειδοποιήσει λέγοντας ότι όσον αφορά τη μάχη για αύξηση των μισθών «η εργατική τάξη δεν θα πρέπει να υπερβάλλει όσον αφορά τη σημασία των καθημερνών μαχών. Δεν θα πρέπει να ξεχνάει ότι μάχεται με τα αποτελέσματα και όχι με τα αίτια αυτών.» (Marx, Value, price profit, στο Collected Works 20, Lawrence and Wishart, σελ. 148). Θα μπορούσε να γίνει περαιτέρω αναφορά στο πώς στο κείμενο της εισήγησης η άρνηση (negativity) καταπνίγεται και η πραγματική αντίθεση δεν φανερώνεται από μία θεωρία που κινείται στα πλαίσια της μη διαλεκτικής-φιλελεύθερης-αστικής- παραδοσιακής-ταυτιστικής λογικής, (έννοιες που συναντούμε στη βιβλιογραφία της σοσιαλιστικής φιλοσοφίας) αλλά σε ένα άρθρο εφημερίδας αυτό είναι αδύνατο να γίνει, λόγω έλλειψης χώρου.

[i] [email protected]

Tweet Ετικέτες: Βασίλης Γρόλλιος
Keywords
Τυχαία Θέματα