Ο Βολιώτης bon viveur που έσβησε ξεχασμένος

Εζησε μέσα στη χλιδή μοιράζοντας τον χρόνο του ανάμεσα σε Ελλάδα και εξωτερικό. Κυκλοφορούσε με Rolls Royce και Lotus, ενώ έδινε πάντοτε το «παρών» στις κοσμικές εκδηλώσεις. Ο λαμπερός τρόπος με τον οποίο έζησε τη ζωή του ο Βολιώτης bon viveur Κώστας Γεωργακόπουλος -γνωστός και ως «Gus»- δεν προμήνυε σε καμία περίπτωση το μοναχικό και άδοξο τέλος που θα είχε! Σε ηλικία 74 ετών άφησε την

τελευταία του πνοή στο διαμέρισμα που διατηρούσε στο Λονδίνο και επί δύο χρόνια δεν τον αναζήτησε κανείς! Ο σκελετός του βρέθηκε κατά τύχη, όταν τον έψαξε μια νομική υπηρεσία εξαιτίας ενός χρέους που είχε δημιουργηθεί.

Ο «Gus», ο τετραπέρατος και πετυχημένος έμπορος του Βόλου με τα πυκνά μαύρα μαλλιά και τα χοντρά μαύρα γυαλιά. αποτέλεσε «μορφή» κατά τη δεκαετία του '70. Τότε βρισκόταν στο απόγειο της επαγγελματικής του καριέρας και βίωνε με πάθος την κάθε στιγμή. Ολοι τον ήξεραν και όλοι ήθελαν να βρίσκονται στον περίγυρό του, ενώ ο τρόπος με τον οποίο ξόδευε τα χρήματά του έχει χαραχτεί στη μνήμη όλων. Εξάλλου, είχε κάνει άκρως εντυπωσιακή «είσοδο» στην πόλη πριν από δεκαετίες, όταν κυκλοφόρησε με μία πολυτελή Lotus και μία εντυπωσιακή Rolls Royce επιστρέφοντας από την Αμερική, όπου είχε φύγει για χρόνια. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα άνοιξε την πρώτη μπουτίκ του Βόλου, την Play Boy, δίνοντας νέα πνοή στην τοπική αγορά. Τον συναντούσες να χορεύει με τις καουμπόικες μπότες του σε κλαμπ του Βόλου, να γλεντάει μέχρι πρωίας στα μπουζούκια και να κερνάει όλο τον κόσμο σε πάρτι που γινόντουσαν τα καλοκαίρια στα νησιά των Σποράδων. Του άρεσε, όμως, και η Αγγλία. Είχε κάνει τη διαδρομή Βόλος - Λονδίνο, Παγκράτι - Κολιάτσου, αφού στην αγγλική πρωτεύουσα είχε αποκτήσει μεζονέτες τις οποίες νοίκιαζε. Στην περιοχή Τσάτμαν μιλούσε ατελείωτες ώρες με τους φίλους του στις παμπ για τη ζωή του στην πατρίδα, την οποία λάτρευε. Οταν εξαφανίστηκε, όμως, δεν τον αναζήτησε κανείς. Ισως οι μεν θεώρησαν ότι είχε ταξιδέψει στον Βόλο και αντίστοιχα οι Βολιώτες να νόμιζαν ότι ήταν στο Λονδίνο.

Βρέθηκε ο σκελετός του στο διαμέρισμα της οδού Luton

Τελικά εντοπίστηκε νεκρός στην κουζίνα του σπιτιού του, στην οδό Luton 18. Το ραδιόφωνο ήταν συντονισμένο σε σταθμό με κλασική μουσική και τα καλοριφέρ ήταν αναμμένα. Στο τραπέζι της κουζίνας ήταν παρατημένο το διαβατήριό του και αεροπορικά εισιτήρια με ημερομηνία 14 Νοεμβρίου 2010, ενώ φάκελοι που είχε αφήσει ο ταχυδρόμος «έκλειναν» την είσοδο της πόρτας. Μια γειτόνισσα, η διαχειρίστρια του συγκροτήματος όπου ζούσε ο άτυχος Βολιώτης (από την οποία είχε ζητήσει να έχει το νου της στο σπίτι του όταν εκείνος απουσίαζε) άρχισε να υποψιάζεται ότι κάποιο κακό είχε συμβεί. Η κοπέλα αποκάλυψε τους φόβους της στην αστυνομία, άνδρες της οποίας χτύπησαν την πόρτα χωρίς φυσικά να τους ανοίξει κανείς. Μάλιστα, κοίταξαν μέσα από το γραμματοκιβώτιό του, αλλά δεν έσπασαν την είσοδο, καθώς δεν διαπίστωσαν κάτι το αξιοπερίεργο.

Τον περασμένο Σεπτέμβριο μια νομική υπηρεσία έψαξε για τον Κώστα Γεωργακόπουλο εξαιτίας κάποιων χρεών που είχαν δημιουργηθεί. Η γειτόνισσά του μπήκε στο σπίτι με έναν δικαστικό επιμελητή και έναν κλειδαρά, ο οποίος άνοιξε το διαμέρισμα. Ο κλειδαράς ήταν ο πρώτος που αντίκρισε το ανατριχιαστικό θέαμα: ένας σκελετός γεμάτος με σκουλήκια και μύγες. Η ταυτότητα προσδιορίστηκε από εξέταση DNA με δείγμα που λήφθηκε από την ταμπακιέρα και τον αναπτήρα του. Η έρευνα για τον εντοπισμό της οικογένειάς του ώστε να ενημερωθούν για την κατάληξή του διήρκεσε μήνες, ενώ η γειτόνισσα έκανε επανειλημμένες εκκλήσεις στην ελληνική πρεσβεία προκειμένου να βρεθούν οι συγγενείς του.

Σύμφωνα με τον Βρετανό ιατροδικαστή, δεν υπήρχε καμία ένδειξη για συμμετοχή τρίτων στον θάνατό του, παρά το γεγονός ότι υπήρχε ένα μικρό παράθυρο του σπιτιού ανοιχτό.

Παντρεύτηκε, αλλά ποτέ δεν έκανε οικογένεια

Στα σαράντα του χρόνια ο Κώστας Γεωργακόπουλος παντρεύτηκε μια γυναίκα νεότερή του κατά είκοσι χρόνια. Ομως, λίγο μετά τον γάμο τους εκείνη του ζήτησε να σπουδάσει στην Ιταλία. Δεν της χάλασε το χατίρι, με αποτέλεσμα οι δρόμοι τους να χωρίσουν. Μάλιστα πάντοτε την ενίσχυε οικονομικά, αλλά εκείνη δεν επέστρεψε ποτέ ξανά κοντά του. Η απουσία της του είχε αφήσει πικρία, αλλά όταν μιλούσε γι' αυτή έλεγε χαριτολογώντας: «Καλύτερα να πληρώνεις τις σπουδές μιας γυναίκας, παρά να την έχεις μαζί σου και να την ντύνεις». Ο ίδιος έβρισκε παρηγοριά στις νυχτερινές εξορμήσεις, ενώ όπως λένε άτομα που τον συναναστρεφόντουσαν, η Lotus ήταν το πάθος του. Χρόνια μετά το πολυτελές αυτοκίνητο απέμεινε φθαρμένο από την πολυκαιρία να θυμίζει παλιές στιγμές όλο λάμψη και χλιδή άλλων εποχών, κάτω από το οροφοδιαμέρισμα των 150 τ.μ. που είχε στην ιδιοκτησία του στη συνοικία του Αγίου Κωνσταντίνου (το είχε είχε διαμορφώσει σε loft).

ΕΥΑ ΠΑΠΑΔΑΤΟΥ

Keywords
Τυχαία Θέματα