«Το Κοντραμπάσο» του Πάτρικ Ζίσκιντ στο θέατρο “ACT”

Ένας μονόλογος, για μια σχέση αγάπης και μίσους, ενός μουσικού με το κοντραμπάσο του.

Από τον Κώστα Νταλιάνη

Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ:

Το έργο ανήκει στον Πάτρικ Ζίσκιντ, τον Γερμανό συγγραφέα, που είναι γνωστός σε όλους μας από το μυθιστόρημα «Το άρωμα», που μεταφράστηκε σε 37 γλώσσες κι έμεινε στις λίστες των μπεστ σέλερ για 9 χρόνια. Στο «Άρωμα» περιέγραψε μυρωδιές με τέτοια φαντασία και ακρίβεια, που η ανάγνωση έμοιαζε σαν να μυρίζεις με τα μάτια. Στο «Κοντραμπάσο», το οποίο δημοσιεύτηκε το 1984, γνωρίζοντας τεράστια επιτυχία, αποδεικνύει,

ότι το χάρισμά του συγγραφέα δεν περιορίζεται μόνο στην αίσθηση της όσφρησης…

ΤΟ ΕΡΓΟ:

Ο ήρωας της ιστορίας είναι ένας απελπισμένος κοντραμπασίστας της κρατικής ορχήστρας, κλεισμένος στο ηχομονωμένο δωμάτιο του, φορώντας τις πιτζάμες του και πίνοντας μπίρα, με μόνη συντροφιά το κοντραμπάσο του.

Το κοντραμπάσο, ένα όργανο που οι περισσότεροι δεν το γνωρίζουμε καλά, έχει σημαντική ιστορία και ρόλο στην συμφωνική ορχήστρα. Δεν πρόκειται για μία μουσική διάλεξη, καθώς το έργο αφορά τη ζωή του ήρωα μέσα από το όργανό του…

Αρχικά, ο κοντραμπασίστας ρίχνει τις ευθύνες, για την μιζέρια του και τα συναισθηματικά του αδιέξοδα, στον μικρόκοσμο της συμφωνικής ορχήστρας (και κατ’ επέκταση την κοινωνία), μιας και θεωρεί, ότι το κοντραμπάσο είναι ένα αδικημένο όργανο. Ο ίδιος περηφανεύεται, ότι παίζει το πιο βαθύ όργανο στην ορχήστρα και, συγχρόνως, μας επιδεικνύει την δεξιότητά του σε αυτό.

Παράλληλα, ο ήρωας μιλά για την Σάρα, μια μέτσο σοπράνο στην ορχήστρα, με την οποία είναι ερωτευμένος, χωρίς καν αυτή να τον γνωρίζει. Ενώ, όμως, την λατρεύει, συνάμα, μισεί τον σνομπισμό της. “Αυτή ποτέ δεν θα με προσέξει, καθώς παίζω στο πίσω μέρος της ορχήστρας με ένα όργανο, που δεν μπορεί να την συνοδεύσει’’, εξηγεί. “Πήγα στην βιβλιοθήκη και έψαξα. Ξέρετε πόσα μουσικά κομμάτια έχουν γραφτεί για κοντραμπάσο και μέτσο σοπράνο; Δύο, μόνο δύο”, μας αναφέρει απογοητευμένος.

Έτσι, αρχίζει να κατηγορεί το κοντραμπάσο ως υπαίτιο και να εκφράζει την απέχθεια του για αυτό. Φτάνει, ακόμα, και στο παρανοϊκό συμπέρασμα, ότι το κοντραμπάσο ευθύνεται, που δεν μπορεί να φέρει στο σπίτι γυναίκα. “Δεν με αφήνει ποτέ μόνο μου με γυναίκα. Μια φορά το κλείδωσα στο μπάνιο, αλλά και πάλι, ένιωθα την παρουσία του, σαν να με κοιτά”, μας διηγείται γλαφυρά.

Όσο προχωρά το έργο, αποκαλύπτεται ένας αληθινά τραγικός ήρωας, συνοδεύοντας τις εξομολογήσεις του με το αλκοόλ. “Δεν σας πειράζει που πίνω μπίρα;”, μας ρωτά, “Χάνω εύκολα υγρά, γι’ αυτό”, δικαιολογείται.

Αν και κοροϊδεύει τη σύγχρονη μόδα της ψυχανάλυσης, καταλήγει, ο ίδιος, να αναλύσει το οικογενειακό του παρελθόν, βγάζοντας το συμπέρασμα, ότι έγινε κοντραμπασίστας για να εκδικηθεί τον πατέρα του και την μητέρα του. “Είναι απλό. Εγώ είχα μυθοποιήσει την μάνα μου, αυτή τον πατέρα μου, και αυτός αγάπαγε μόνο την αδελφή μου. Έτσι, δεν αγάπαγε κανείς εμένα”, μας λέει με τραγική ευκολία.

Εν τέλει, όμως, καταλήγει να παραδεχτεί την δική του μετριότητα και τεμπελιά, ως βασικό αίτιο της κατάστασής του, εξομοιώνοντας τον εαυτό του με οποιοδήποτε άλλο άνθρωπο και χάνοντας, έτσι, την αίσθηση ανωτερότητας, που είχε στην αρχή του έργου.

«Το Κοντραμπάσο» είναι μια κραυγή διαμαρτυρίας ενάντια στην μοναξιά και την κοινωνική απομόνωση, ενώ, ταυτόχρονα, είναι ένας ύμνος για τη μουσική και τους ανθρώπους, που αφιερώνουν τον εαυτό τους ολοκληρωτικά σε αυτό που αγαπούν. Ο Ζίσκιντ γνωρίζει την ανθρώπινη φύση τόσο καλά, όσο και την μουσική.

Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ:

Το θέατρο “ACT” μεταμορφώνεται πειστικά σε ένα ηχομονωμένο διαμέρισμα, στην Γερμανία, στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Ο τοίχος της σκηνής είναι κατάλληλα διαμορφωμένος, ώστε να λειτουργεί και ως πίνακας, όπου ο ήρωας γράφει με κιμωλία τις σκέψεις του, τις αναλύσεις του, τις αναμνήσεις του, όλες μπερδεμένες και σκόρπιες – δίνοντας μας, έτσι, μια εικόνα του εσωτερικού του ψυχισμού… Το κοντραμπάσο, ο σιωπηλός συμπρωταγωνιστής του, είναι, επίσης, σχεδιασμένο στον τοίχο άψογα. Ο ρυθμός της παράστασης είναι εξαιρετικά σχεδιασμένος, με “κορώνες” και “υφέσεις”, σαν ένα κλασσικό έργο μουσικής.

Το έργο, πέρα από την σκηνοθεσία της Μαρίας Καλλιαμβάκου, βασίζεται κυρίως στην ερμηνεία του ηθοποιού και ο Δημήτρης Τζαβάρας είναι μοναδικός στον ρόλο του. Κατάφερε να μεταφέρει πλήρως στον θεατή τα συναισθήματα, που δημιουργεί ο Ζίσκιντ στο έργο του. Ήταν απόλυτα πειστικός, περνώντας με ευκολία από το κωμικό στο τραγικό, από την περηφάνια, στην παράνοια και στην αυτολύπηση. Με άψογο τάιμινγκ και εκπληκτική αίσθηση του χιούμορ, κάνει το κοινό να κρέμεται από κάθε λέξη του. Μου θύμισε, ελαφρώς, τον ηθοποιό Τζον Μάλκοβιτς, ο τύπος του χαρακτήρα, ο οποίος είναι ευφυής και φιλόμουσος αλλά, συνάμα, βαθιά απογοητευμένος.

Η ερμηνεία του Δημ.Τζαβάρα αποτελεί ένα θεατρικό γεγονός, που κανείς δεν πρέπει να χάσει.

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΖΑΒΑΡΑΣ:

Γεννήθηκε στην Πάτρα το 1971. Αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο ακορντεόν, το πιάνο και τα ανώτερα θεωρητικά, ασχολήθηκε επαγγελματικά με τη μουσική ως καθηγητής στη δημόσια εκπαίδευση και ως καθηγητής πιάνου και ανώτερων θεωρητικών στο Λίνειο Ωδείο Πατρών, όπου διδάσκει έως και σήμερα.

Στο θέατρο συμμετείχε στις παραστάσεις: «LAJE», σκηνοθεσία: Μάρως Γαλάνη, «Roberto Zucco», σκηνθ: Συγκλητικής Βλαχάκη, «Αυτό το…», σκηνθ: Άγγελου Παπαγγελόπουλου, «Για ένα υπόστεγο στη Δύση», σκηνθ: Περικλή Βασιλόπουλου, «Το Σκυλί του Ωρίωνα», «Το Φιλί Ανάποδα», «Έχει Μπλάνκο» και «Το χώμα λερώνει», σκηνθ: Τηλέμαχου Τσαρδάκα, και ως πιανίστας στην παράσταση «Κάθε Τρίτη Στο Σούπερ Μάρκετ», σκηνθ: Κατερίνας Μπερδέκα.

Έχει παρακολουθήσει σεμινάρια με την Έλενα Μαρσίδου, την Λυδία Κονιόρδου, το Νίκο Κατή, τον Λάκη Κουρετζή και τον Απόστολο Πελεκάνο.

Έχει γράψει μουσική για παιδικό θέατρο, καθώς και το θεατρικό έργο «Αυτό το…».

«Το κοντραμπάσο» του Patrick Suskind

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ:

Μετάφραση: Μαρία Αγγελίδου

Απόδοση-Σκηνοθεσία: Μαρία Καλλιαμβάκου

Φωτισμοί: Sue Lavina

Φωτογραφίες: Γιάννης Κυλπάσης, Ελένη Τζαβάρα

Βίντεο τρέιλερ: Περικλής Παπανδρεόπουλος

ΕΡΜΗΝΕΥΕΙ: ο Δημήτρης Τζαβάρας

Θέατρο “ACT”

Σκάλες Γεροκωστοπούλου 65, Πάτρα

Τηλ.: 6936122263, 2610272037

ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ (4 τελευταίες):

Όλο τον Μάρτιο, κάθε Δευτέρα στις 9:15

ΤΙΜΕΣ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ:

Κανονικό: 10 ευρώ

Μειωμένο: 8 ευρώ

ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ: 80 λεπτά

Keywords
Τυχαία Θέματα