Το 1/3 των χρεών στις τράπεζες δεν εξυπηρετείται

Ανησυχητικές διαστάσεις λαμβάνει το θέμα των «κόκκινων δανείων»καθώς -όπως προκύπτει από την ετήσια έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος- εξαπλασιάστηκαν μέσα στην τελευταία πενταετία. Τον Σεπτέμβριο του 2013 σχεδόν 1 στα 3 δάνεια (31,2%) δεν εξυπηρετείται, ενώ στην καταναλωτική πίστη σχεδόν 1 στους 2 δανειολήπτες (45,8%) δεν πληρώνει τη δόση του. Το γεγονός αυτό αποτελεί και το μεγαλύτερο «πονοκέφαλο» τόσο για την ΤτΕ όσο και τις εμπορικές τράπεζες

που αναζητούν τρόπους να ανασχέσουν την πορεία τους. Για τον σκοπό αυτό, έχουν δημιουργήσει ειδικές διευθύνσεις, ενώ προβαίνουν σε μαζικές αναχρηματοδοτήσεις.

Σύμφωνα με την έκθεση, η ύφεση αλλά και η αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης οδήγησαν σε επιδείνωση της χρηµατοοικονοµικής κατάστασης νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Κατά συνέπεια, ο πιστωτικός κίνδυνος αυξήθηκε, ενώ ο λόγος των δανείων σε καθυστέρηση προς το σύνολο των δανείων εξαπλασιάστηκε µέσα σε µία πενταετία. Ο ρυθµός σχηµατισµού δανείων σε καθυστέρηση ως συγκρατηµένος µέχρι το 2010, αλλά αυξήθηκε σηµαντικά το 2011 και το 2012, ως αποτέλεσµα της βάθυνσης της ύφεσης και της γενικευµένης αβεβαιότητας που φαίνεται να επηρέασε τη συναλλακτική συµπεριφορά. Το εννεάµηνο του 2013 παρουσίασε σηµάδια σταθεροποίησης.

Όπως και τα προηγούµενα έτη, στο τέλος Σεπτεµβρίου 2013, το υψηλότερο ποσοστό δανείων σε καθυστέρηση παρατηρήθηκε στα καταναλωτικά δάνεια15 (45,8%), δεδοµένου ότι συνήθως δεν καλύπονται από εξασφαλίσεις. Τα στεγαστικά δάνεια εµφάνισαν χαµηλότερο ποσοστό καθυστερήσεων (Σεπτέµβριος 2013: 25,8%), ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τα επιχειρηµατικά δάνεια ήταν 31,2%. Οι τράπεζες, διστακτικά στην αρχή και πιο ενεργά στη συνέχεια, προέβησαν σε ρυθµίσεις δανείων µε στόχο να διευκολύνουν τους δανειολήπτες και να περιορίσουν το σχηµατισµό δανείων σε καθυστέρηση.

Παράλληλα, οι τράπεζες επιδίωξαν να επαυξήσουν τις εξασφαλίσεις για την κάλυψη δανείων που είχαν ήδη χορηγηθεί (µε στόχο να µειώσουν τη ζηµία σε περίπτωση αθέτησης) και κατέστησαν πιο αυστηρά τα κριτήρια χορήγησης νέων δανείων.

Ξεκινά η αποκλιμάκωση της ανεργίας από το 2014

Παράλληλα, υποχώρηση του ποσοστού της ανεργίας εντός του 2014 αναμένει η Τράπεζα της Ελλάδος. Συγκεκριμένα, μέσα στο 2014 αναμένεται ελαφρά άνοδος τόσο του αριθμού των μισθωτών στον ιδιωτικό τομέα όσο και του αριθμού των αυτοαπασχολουμένων, σύμφωνα με εκτιμήσεις που περιλαμβάνονται στην έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ).

Στην κατεύθυνση αυτή θα συμβάλουν και τα προγράμματα απασχόλησης και κατάρτισης του ΟΑΕ∆ (πρόσφατα ανακοινώθηκε η εντατικοποίησή τους), τα οποία στην τρέχουσα συγκυρία είναι απαραίτητα, καθώς έχουν στόχο να μην απαξιωθούν οι δεξιότητες όσων δεν εργάζονται.

Σύμφωνα με την έκθεση, το κόστος της ύφεσης σε όρους θέσεων απασχόλησης είναι τεράστιο. Μεταξύ του γ' τριμήνου του 2009 και του γ' τριμήνου του 2013 χάθηκαν 904,2 χιλιάδες θέσεις εργασίας (-19,9%). Ως αποτέλεσμα, το ποσοστό απασχόλησης του πληθυσμού ηλικίας 20-64 ετών μειώθηκε στο 53,3% το εννεάμηνο του 2013, από 64,4% το εννεάμηνο του 2010 και έναντι 70% που αποτελεί τον ελληνικό στόχο για το 2020 (ο στόχος είναι 75% για την ΕΕ-28 ως σύνολο).

Η έκταση της υποχώρησης της απασχόλησης δεν ήταν ίδια καθ' όλη τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Η απασχόληση μειωνόταν με διαρκώς εντεινόμενο ρυθμό από το 2010 μέχρι το γ' τρίμηνο του 2012, ενώ έκτοτε η απασχόληση, τόσο των μισθωτών όσο και των αυτοαπασχολουμένων, υποχωρεί με φθίνοντα ρυθμό.

Η εξασθένηση του ρυθμού μείωσης της απασχόλησης προήλθε, όπως φαίνεται από τα στοιχεία των ροών μισθωτής απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα, από άνοδο των προσλήψεων και όχι τόσο από μείωση των καταγγελιών συμβάσεων εργασίας. Αν και από τον Σεπτέμβριο του 2013 είναι πιθανόν τα μεγέθη αυτά να επηρεάστηκαν εν μέρει και από την αυστηροποίηση των προστίμων για την αδήλωτη εργασία, εντούτοις η τάση αυτή είχε αρχίσει να καταγράφεται αρκετά νωρίτερα και μπορεί να αποδοθεί και στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας.

Η μείωση του αριθμού των απασχολουμένων προέκυψε τόσο από την οριστική παύση της λειτουργίας μεγάλου αριθμού επιχειρήσεων (σύμφωνα με τα στοιχεία του ΙΚΑ, περίπου 75,6 χιλιάδες επιχειρήσεις -δηλ. 30% των επιχειρήσεων- διέκοψαν τη δραστηριότητά τους) όσο και από τη μείωση του προσωπικού των επιχειρήσεων που συνέχισαν να λειτουργούν.

Ο αριθμός των επιχειρήσεων μειώθηκε περισσότερο στο εμπόριο, τη μεταποίηση, τις κατασκευές, τα ξενοδοχεία και εστιατόρια και την εκπαίδευση.

Ο αριθμός των μικρών επιχειρήσεων μειώθηκε, σε όλους τους κλάδους, με εξαίρεση τη μεταποίηση, περισσότερο από ό,τι ο αριθμός των μεγάλων και έτσι ο μέσος αριθμός απασχολουμένων ανά επιχείρηση αυξήθηκε.

Τα επαγγέλματα τα οποία επλήγησαν περισσότερο είναι οι ανειδίκευτοι εργάτες, οι πωλητές, οι χειριστές μηχανημάτων, αλλά και οι υπάλληλοι γραφείου.

Η χρήση του θεσμού της μερικής απασχόλησης επεκτάθηκε σημαντικά, ιδίως στον ιδιωτικό τομέα. Το ποσοστό των μισθωτών στον ιδιωτικό τομέα που είναι μερικώς απασχολούμενοι αυξήθηκε κατά 5,2 εκατοστιαίες μονάδες, από 7,7% το εννεάμηνο του 2010 σε 12,9% το αντίστοιχο διάστημα του 2013, αντανακλώντας την αυξημένη προσφυγή σε συμβάσεις μερικής απασχόλησης σε πολλούς κλάδους, αλλά και την αναδιάρθρωση της απασχόλησης προς κλάδους στους οποίους η μερική απασχόληση είναι συνήθως πιο διαδεδομένη (λιανικό εμπόριο).

Το ποσοστό των απασχολουμένων με συμβάσεις ορισμένου χρόνου μειώθηκε, εξέλιξη στην οποία πιθανώς συνέβαλαν και οι αλλαγές στις προϋποθέσεις για αποζημίωση σε περίπτωση καταγγελίας συμβάσεων, καθώς σε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασης ορισμένου χρόνου πριν από την παρέλευση έτους η αποζημίωση που πρέπει να καταβάλει ο εργοδότης είναι υψηλότερη από ό,τι αν η σύμβαση ήταν αορίστου χρόνου. Ως αποτέλεσμα των παραπάνω μεταβολών, ορισμένα διαρθρωτικά χαρακτηριστικά της αγοράς εργασίας έχουν τώρα διαφοροποιηθεί. Η διάρθρωση ανά επάγγελμα έχει μεταβληθεί υπέρ των πιο ειδικευμένων, ενώ το ποσοστό απασχόλησης στο δευτερογενή τομέα έχει υποχωρήσει -κυρίως λόγω της σημαντικής υποχώρησης της απασχόλησης στις κατασκευές, αλλά και λόγω της μείωσης της απασχόλησης στη μεταποίηση- σε αντίθεση με το ποσοστό απασχόλησης στον τριτογενή και στον πρωτογενή τομέα. Παρότι η απασχόληση υποχώρησε τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, το εννεάμηνο του 2013 το ποσοστό των απασχολουμένων στο δημόσιο τομέα είναι ελαφρά υψηλότερο από ό,τι το εννεάμηνο του 2009 (23,1% το 2013 από 22,1%). Μεταξύ 2010 και 2013 το ποσοστό των μισθωτών στον ιδιωτικό τομέα έχει μειωθεί, ενώ αντίθετα έχει αυξηθεί το ποσοστό των αυτοαπασχολουμένων χωρίς προσωπικό.

Ο αριθμός των ανέργων αυξήθηκε κατά 880,3 χιλ. άτομα μεταξύ του γ' τριμήνου του 2009 και του αντίστοιχου τριμήνου του 2013 και το ποσοστό ανεργίας μεταβλήθηκε από 9,3% το γ' τρίμηνο του 2009 και 12,4% το αντίστοιχο τρίμηνο του 2010 σε 27,0% το γ' τρίμηνο του 2013. Το ποσοστό ανεργίας το γ' τρίμηνο του 2013 είναι το υψηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 28. Έπεται εκείνο της Ισπανίας, κατά περίπου μια εκατοστιαία μονάδα χαμηλότερο, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Έρευνα Εργατικού ∆υναμικού (ΕΕΕ∆).

Από τα άτομα τα οποία είναι άνεργα το 2013, περίπου το 1/5 είναι άνεργα από το 2009. Η πολύ μεγάλη αυτή διάρκεια της ανεργίας απαντάται συχνότερα ανάμεσα σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας και ανάμεσα σε άτομα χωρίς εργασιακή εμπειρία. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι από εκείνους που δηλώνουν άνεργοι τα τελευταία τέσσερα χρόνια, περίπου το 30% δεν έχει εργαστεί στο παρελθόν.

Όπως, σημειώνει η «Ημερησία», το υψηλό ποσοστό των μακροχρόνια ανέργων γεννά ανησυχίες ότι, όταν θα ξεκινήσει η ανάπτυξη, θα υπάρχει έλλειψη ατόμων με τις ειδικότητες που απαιτούνται και θα προκληθούν ανοδικές πιέσεις στους μισθούς. Ωστόσο, η ανησυχία αυτή είναι υπερβολική, καθώς η προσφορά εργασίας είναι μεγάλη, όπως φαίνεται τόσο από τον αριθμό των ανέργων όσο και από τον υψηλό αριθμό των μερικώς απασχολουμένων, ακόμη και ειδικευμένων, που θα ήθελαν να εργάζονται περισσότερες ώρες, επισημαίνεται στην έκθεση.

Νέο μοντέλο ανάπτυξης προτείνει ο Γ. Προβόπουλος

«Καμπανάκι» για ενδεχόμενο κίνδυνο επιδείνωσης του κοινωνικοπολιτικού κλίματος χτύπησε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γ. Προβόπουλος, κατά την παρουσίαση της Ετήσιας Έκθεσης του Διοικητή της ΤτΕ στους μετόχους. Από την άλλη, δήλωσε ότι τοτραπεζικό σύστημα της χώρας είναι υγιές και ανθεκτικό, ενώ οι καταθέσεις είναι ασφαλείς. Επίσης τόνισε την ανάγκη ολοκληρωμένης εθνικής πολιτικής για την έξοδο από την κρίση, υποστηρίζοντας ότι απαιτείται νέο μοντέλο ανάπτυξης.

«Το 2014 θα είναι η πρώτη χρονιά ανάκαμψης, αν και απαιτείται αποφασιστικότητα και συνέπεια στην εφαρμογή του προγράμματος σταθεροποίησης καθώς και συνέχιση της δημοσιονομικής προσαρμογής για την διατήρηση και την διεύρυνση του πρωτογενούς πλεονάσματος», σχολίασε μεταξύ άλλων.

Οι προτεραιότητες του νέου μοντέλου οφείλουν να είναι

• το χαμηλό γραφειοκρατικό κόστος για τις επιχειρήσεις,

• τον αποτελεσματικό δημόσιος τομέα και

• ένα σταθερό και ευνοϊκό φορολογικό πλαίσιο

Σύμφωνα με τον επικεφαλής της ΤτΕ, προαπαιτούμενο είναι η εκ βάθρων ανασυγκρότηση του κράτους, ο θεσμικός εκσυγχρονισμός σε τομείς όπως η εκπαίδευση, η υγεία και η απονομή. Αναφερόμενος στις τράπεζες τις χαρακτήρισε «μοχλό» για την αναδιάρθρωση του επιχειρηματικού τομέα και υποστήριξε ότι οφείλουν να πρωτοστατήσουν στηρίζοντας αποτελεσματικά την αναδιάρθρωση του επιχειρηματικού τομέα της οικονομίας.

Στο κομμάτι των χορηγήσεων, σύμφωνα με τον κ. Προβόπουλο, οι νέες πιστώσεις πρέπει να δοθούν σε δυναμικές επιχειρήσεις με υψηλό βαθμό εξωστρέφειας και προοπτικές ανάπτυξης. Αντίθετα, χαρακτήρισε ανώφελο και επικίνδυνο αδύναμες και μη βιώσιμες επιχειρήσεις και κορεσμένοι κλάδοι να αφεθούν να λειτουργούν με όρους του παρελθόντος.

Τέλος, εκτίμησε ότι η Τραπεζική Ένωση θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη στο τραπεζικό σύστημα.

Keywords
Τυχαία Θέματα