ΗΠΑ μεταναστευτικό: «Ξήλωμα» της κληρονομιάς Τραμπ

Με γοργούς ρυθμούς ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν «ξηλώνει» την κληρονομιά του προκατόχου του Ντόναλντ Τραμπ και στον τομέα της μεταναστευτικής πολιτικής της χώρας του. Χθες Πέμπτη ανακοίνωσε την πρόθεση οκταπλασιασμού του αριθμού των προσφύγων τους οποίους θα υποδέχονται οι ΗΠΑ σε ετήσια βάση σε σχέση με το ιστορικό χαμηλό το οποίο επέβαλε ο Ντόναλντ Τραμπ στο τέλος της θητείας του. Συγκεκριμένα, ο Δημοκρατικός

πρόεδρος δήλωσε ότι «Είμαστε αντιμέτωποι με κρίση, ογδόντα και πλέον εκατομμύρια εκτοπισμένοι άνθρωποι υποφέρουν σ’ όλο τον κόσμο», προαναγγέλλοντας ότι προεδρικό διάταγμα θα επιτρέψει «να αυξήσουμε την υποδοχή προσφύγων στους 125.000 το πρώτο πλήρες οικονομικό έτος της νέας κυβέρνησης, που θα αρχίσει την 1η Οκτωβρίου».

Σημειώνεται ότι το τρέχον οικονομικό έτος προβλέπει την υποδοχή μόλις 15.000 ανθρώπων. Ο αριθμός των 15.000 ατόμων αποτελεί ιστορικό χαμηλό για τις ΗΠΑ και ανακοινώθηκε ανακοινώθηκε περίπου έναν μήνα πριν από τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου από τον Ρεπουμπλικάνο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος είχε βάλει την πολιτική πάταξης της μετανάστευσης, νόμιμης και παράτυπης, στο επίκεντρο της προεδρίας του. Επί Ομπάμα οι ΗΠΑ υποδέχονταν κάθε χρόνο περίπου 100.000 πρόσφυγες κατά μέσον όρο.

ΗΠΑ μεταναστευτικό: Ποιοι συμπεριλαμβάνονται στο πρόγραμμα

Το πρόγραμμα αυτό αφορά μόνο ανθρώπους που επιλέγονται και υποβάλλονται σε έλεγχο από τις υπηρεσίες ασφαλείας και πληροφοριών των ΗΠΑ σε καταυλισμούς του ΟΗΕ όπου φιλοξενούνται πρόσφυγες σε όλο τον κόσμο. Επιλέγονται για μετεγκατάσταση στη χώρα κυρίως οι πιο ευάλωτοι πρόσφυγες — ηλικιωμένοι, χήρες, ορφανά, άνθρωποι με αναπηρία. Ο Μπάιντεν ανήγγειλε ότι το πρόγραμμα μετεγκατάστασης στο εξής θα προστατεύει επίσης μέλη της κοινότητας ΛΟΑΔ. Στο παρελθόν οι ΗΠΑ «πρόσφεραν ασφαλές καταφύγιο σε ανθρώπους που έφευγαν για να σωθούν από τη βία και τους διωγμούς, και το παράδειγμά μας ώθησε άλλες χώρες να ανοίξουν τις πόρτες τους», θύμισε ο Τζο Μπάιντεν κατά τη διάρκεια ομιλίας του στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ.

Αλλαγή πλεύσης και στην Υεμένη

Παράλληλα, ο Τζο Μπάιντεν στην πρώτη του ομιλία για την εξωτερική πολιτική που θα ακολουθήσει, ανακοίνωσε ότι η Ουάσινγκτον σταματά να στηρίζει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στην Υεμένη. Υπενθυμίζουμε ότι στην πολύπαθη χώρα της αραβικής χερσονήσου, που μαστίζεται από χρόνιο εμφύλιο πόλεμο, συγκρούονται οι σουνίτες με τους σιίτες και διεξάγεται ένας πόλεμος δι’ αντιπροσώπων. Το Ιράν στηρίζει στρατιωτικά τους σιίτες και η Σαουδική Αραβία, συμμετέχοντας και η ίδια ενεργά, τους σουνίτες. Οι ΗΠΑ στέκονταν μέχρι τώρα υλικοτεχνικά στο πλευρό της συμμάχου τους Σαουδικής Αραβίας. Ο Μπάιντεν είπε επίσης ότι ο πόλεμος στην Υεμένη «πρέπει να τελειώσει» και για τον λόγο αυτό οι ΗΠΑ σταματούν να στηρίζουν τις στρατιωτικές επιχειρήσεις επί του εδάφους. Ταυτόχρονα όμως, θα εξακολουθήσουν να στηρίζουν και να βοηθούν τη Σαουδική Αραβία να υπερασπιστεί την εθνική της κυριαρχία και τα εδάφη της.

 Μήνυμα σε Κίνα και Ρωσία

Ο Αμερικανός πρόεδρος δεσμεύτηκε ότι θα αντιταχθεί στον «απολυταρχισμό» της Κίνας και της Ρωσίας, επισημαίνοντας για άλλη μια φορά ότι σκοπεύει να ακολουθήσει διαφορετική πολιτική απέναντι στη Μόσχα σε σύγκριση με τον προκάτοχό του στο αξίωμα, Ντόναλντ Τραμπ. Οι ΗΠΑ «πρέπει να είναι παρούσες στο ραντεβού, απέναντι στην άνοδο του απολυταρχισμού, ιδίως απέναντι στις εντεινόμενες φιλοδοξίες της Κίνας και την πρόθεση της Ρωσίας να αποδυναμώσει τη δημοκρατία μας», είπε ο Δημοκρατικός πρόεδρος, στην ομιλία του για την εξωτερική πολιτική.

«Είπα με σαφήνεια στον πρόεδρο Πούτιν, με πολύ διαφορετικό τρόπο από τον προκάτοχό μου, ότι ο καιρός κατά τον οποίο οι ΗΠΑ υποχωρούσαν απέναντι στις επιθετικές ενέργειες της Ρωσίας (…) έχει παρέλθει», πρόσθεσε. Στην ομιλία του στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ ο Μπάιντεν χαρακτήρισε την Κίνα «τον πιο σοβαρό ανταγωνιστή» των ΗΠΑ, τονίζοντας όμως ότι είναι έτοιμος να συνεργαστεί με το Πεκίνο, εφόσον κάτι τέτοιο είναι προς το συμφέρον της Ουάσινγκτον. «Θα αντιμετωπίσουμε (…) ευθέως τις προκλήσεις που θέτει για την ευημερία μας, την ασφάλεια και τις δημοκρατικές αξίες ο σοβαρότερος ανταγωνιστής μας, η Κίνα. Θα αντιμετωπίσουμε τις οικονομικές καταχρήσεις της Κίνας (…) τις επιθέσεις της στα ανθρώπινα δικαιώματα, την πνευματική ιδιοκτησία και την παγκόσμια διακυβέρνηση. Αλλά είμαστε έτοιμοι να εργαστούμε με το Πεκίνο, όταν αυτό είναι προς το συμφέρον της Αμερικής», είπε κατά την πρώτη του επίσκεψη στο υπουργείο Εξωτερικών.

Keywords
Τυχαία Θέματα