«Δεν ήθελα να σκοτώσω, να φοβίσω μόνο»

Attikipress.gr |Ηλεκτρονική ενημέρωση.

Του Πέτρου Καρσιώτη

«Δεν ήθελα να τον σκοτώσω. Μόνο να τον φοβίσω με το μαχαίρι. Όμως δεν σταμάτησε να λέει αυτά που με πείραζαν. Τον χτύπησα, παλέψαμε κι έγινε το κακό. Μετάνιωσα, να ʼταν τρόπος να γύριζε πίσω». Είναι τα λόγια του 14χρονου, που με ένα μαχαίρι κουζίνας έγραψε μια από τις μεγαλύτερες τραγωδίες, που έχει ζήσει ποτέ η χώρα. Το τέλος, δηλαδή, της ζωής του συνομηλίκου, συγχωριανού και συμμαθητή του, οι σχέσεις με τον οποίο ισορροπούσαν για καιρό πάνω σε τεντωμένο σχοινί, ώσπου έσπασε, σκορπώντας παιδικές ζωές

στο σκοτάδι και βυθίζοντας οικογένειες στην απόγνωση.

Η «Αlpha freepress», προσπαθώντας να «δει» πίσω από όσα έχουν γίνει γνωστά έως τώρα για τα πως και τα γιατί της ανείπωτης τραγωδίας, ερεύνησε επίμονα τη διαδρομή των δύο παιδιών προς τον θάνατο και την αυτοσυντριβή, που ακολούθησαν εκείνη τη νύχτα του Σαββάτου. Καθώς οι διαδοθείσες πληροφορίες περί λογομαχίας για «τα τρακτέρ των οικογενειών» επ’ ουδενί μπορούν ούτε να προσεγγίσουν το μέγεθος της τραγωδίας, αντλεί στοιχεία από όσα καταγράφηκαν στη δικογραφία της υπόθεσης που συνέταξε η Αστυνομία και έχει στα χέρια της η Δικαιοσύνη.

Εκείνο το βράδυ τα παιδιά του χωριού Γέφυρα, κοντά στη Θεσσαλονίκη, είχαν πάει σε ένα αναψυκτήριο να διασκεδάσουν. Τα στοιχεία της έρευνας αποκαλύπτουν ότι το κλίμα μεταξύ των δύο παιδιών ήταν τεταμένο από εκείνες τις ώρες, αλλά κανείς δεν μπορούσε ούτε να διανοηθεί ότι θα ακολουθούσε το δράμα με έναν θύτη και πολλά θύματα. Στοιχεία που κατέθεσαν οι φίλοι και όσοι έτυχε να παρευρίσκονται στο αναψυκτήριο, αποκάλυψαν ότι η παρέα των παιδιών έπαιζε ένα παιγνίδι με χαρτάκια και αριθμούς. Κάποια «ζαβολιά» έγινε αιτία έντασης και μικροσυμπλοκής μεταξύ των αμούστακων παικτών.

Ο ίδιος ο 14χρονος, που κατηγορείται ως θύτης, υποστηρίζει στην κατάθεσή του ότι μετά από όσα διαδραματίστηκαν αποχώρησε και ξεκίνησε μόνος να επιστρέψει στο σπίτι. «Με ακολούθησε», είπε στους αστυνομικούς. «Δεν φύγαμε μαζί. Πήγαινα εγώ μπροστά με γρήγορο βήμα και ερχόταν πίσω μου». Υποστηρίζοντας κάτι που δεν μπορεί να αντικρούσει το θύμα, άρα θα είναι για πάντα υπό αίρεση, λέει ότι ο φίλος του συνέχιζε να τον κατηγορεί και να εκτοξεύει λόγια που επί δύο χρόνια, ως λεκτικό μπούλινγκ όπως το εκλάμβανε, τον πλήγωναν και γέμιζαν την ψυχή του μίσος και για δυο τρία παιδιά ακόμη.

«Φθάσαμε έξω από το σπίτι μου. Έκανα το λάθος. Σκέφθηκα να τον φοβίσω με ένα μαχαίρι. Του είπα ότι θα πάω για λίγο στο μπάνιο και θα επιστρέψω να τα βρούμε. Χωρίς να ξυπνήσω τους γονείς και τα αδέλφια μου πήρα ένα μαχαίρι μόνο για να το δει, να φοβηθεί και να σταματήσει να με πληγώνει με τα λόγια του και την κριτική για την εμφάνισή μου, το βάδισμα και τον τρόπο ομιλίας μου». Το άμοιρο παιδί, που έχασε λίγο μετά τη ζωή του, δεν είχε καταλάβει ότι πολύ κακό συνέβαινε στον ψυχισμό του συμμαθητή του. Περπάτησε λίγο και βρέθηκε στο γυμναστήριο, περιμένοντάς τον.

«Βγήκα έξω, κρατώντας το κουζινομάχαιρο, τον πλησίασα και του το έδειξα. Εκείνος, σαν να μην κρατούσε τίποτε, συνέχισε να λέει τα ίδια λόγια. Δεν ήξερα τι έκανα. Τον χτύπησα, παλέψαμε, πανικοβλήθηκα, πέταξα το μαχαίρι, φοβήθηκα δεν ήξερα τι να πω. Πήγα στο σπίτι. Με ρώτησαν οι δικοί μου τι μου συνέβαινε που με είδαν αναστατωμένο και κλεισμένο στο μπάνιο, τους είπα ότι είχα πρόβλημα με το στομάχι μου για να ησυχάσουν».

Νωρίτερα, είχε μιλήσει για τα δύο περασμένα χρόνια, που σημάδεψαν ζωές για πάντα. Όλοι όσοι τον άκουγαν καταλάβαιναν το σοκ, αλλά πάντα λείπει το άμοιρο παιδί, που έπεσε νεκρό από συνομήλικα χέρια, σε ένα θέατρο του παραλόγου, που συνέτριψε ζωές. «Ο φίλος μου κυρίως για δύο χρόνια τις περισσότερες φορές μου απευθυνόταν με απαξιωτικές εκφράσεις. Ο συμμαθητής μου μίλαγε υποτιμητικά για την οικογένειά μου για τα οικονομικά μας, για το τρακτέρ που είχαμε. Όλα τα έβρισκε καλύτερα στην δική του πλευρά. (σ.σ. φτωχές οικογένειες της βιοπάλης και οι δύο). Με δυο-τρεις άλλους με φώναζαν “χοντρό” και “γκαγκά”, επειδή μιλάω λίγο αργά, δεν μπορώ να τρέξω όπως αυτοί».

Αξιωματικός, ωστόσο, που τον είδε στα κρατητήρια, είπε ότι βλέποντας αυτό το παιδί επ’ ουδενί θα σταθείς ότι ήταν χοντρό, απλά εύσωμο και τίποτε περισσότερο. Ο μικρός δράστης, που βρίσκεται σε μόνιμο σοκ και ήδη πήρε το δρόμο της υποχρεωτικής φυγής από το χωριό για ευνόητους λόγους υπό την ευθύνη των γονέων του προκύπτει ότι ουσιαστικά ό,τι και να τον ενοχλούσε, κρατούσε μέσα του το πρόβλημα, ώσπου έγινε ηφαίστειο και εξερράγη. Επόμενο ήταν να έρθει η ερώτηση από τους αστυνομικούς και τον ψυχολόγο της Αστυνομίας που ήταν παρών. «Ζήτησες ποτέ βοήθεια από τους δικούς σου, από τους καθηγητές, από άλλους συμμαθητές, που δεν συμμετείχαν σ’ αυτά που σε ενοχλούσαν;». Απάντησε πως «κάποια πράγματα είχα πει, ξεκομμένα όμως. Κανένας δεν κατάλαβε. Τα έκρυβα μέσα μου, ώσπου έκανα το λάθος που με κάνει δυστυχισμένο».

Το ίδιο έλεγαν και οι γονείς, λίγο αργότερα. Δεν τους είχε πει το μέγεθος του προβλήματος που βίωνε, έστω και αν για άλλους λόγους που συνέτρεχαν του έδινε διαστάσεις μεγαλύτερες από τις πραγματικές… Κάποιοι κάτοικοι της Γέφυρας, ωστόσο, κάνουν λόγο για ένα «σκληρό παιδί», που είχε προστριβές και με άλλα παιδιά. Άλλωστε, είναι και η δήλωση του εγκληματολόγου κ. Γιάννη Πανούση, που κράτησε αποστάσεις. «Είναι πρωτόγνωρο. Εγώ κρατάω πολλές επιφυλάξεις σχετικά με το αν έγιναν έτσι τα πράγματα. Ο τρόπος, συνέχισε ο πρώην υπουργός, που διέπραξε το έγκλημα με βάζει σε σκέψεις για το τι έχει συμβεί ακριβώς. Η υπόθεση θέλει ψάξιμο».

Το άρθρο «Δεν ήθελα να σκοτώσω, να φοβίσω μόνο» εμφανίστηκε πρώτα στο Alphafreepress.gr.

Keywords
Τυχαία Θέματα