Ανάγκη για μια παγκόσμια συμφωνία για το κλίμα

Με ορίζοντα τον ερχόμενο Δεκέμβριο που είναι η Διάσκεψη για το κλίμα στο Παρίσι, οι κυβερνήσεις όλων των χωρών δουλεύουν «πυρετωδώς» από κοινού με τον ΟΗΕ, προκειμένου να υπάρξει μια οριστική συμφωνία για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.

Η Διάσκεψη έχει στόχο την επίτευξη μιας παγκόσμιας συμφωνίας για τον περιορισμό της αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας στους 2 βαθμούς. Εξάλλου, όπως υποστηρίζουν οι επιστήμονες, «μια υπερθέρμανση πέρα από το όριο αυτό θα έχει μη αναστρέψιμες συνέπειες».

Σύμφωνα με

μελέτη που δόθηκε πριν από λίγες ημέρες στη δημοσιότητα, οι στόχοι για τη μείωση εκπομπών αερίων, που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου και έχουν ανακοινωθεί μέχρι σήμερα, σε παγκόσμιο επίπεδο, μπορεί να οδηγήσουν σε άνοδο της θερμοκρασίας του πλανήτη, που υπερβαίνει κατά πολύ τους 2 βαθμούς, την ίδια στιγμή που οι 2 βαθμοί είναι το όριο που έχει τεθεί από τον ΟΗΕ. Την 1η Σεπτέμβρη, 56 χώρες, οι οποίες ευθύνονται για σχεδόν το 65% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου υπέβαλαν στον ΟΗΕ τους στόχους τους για μείωση των εκπομπών αυτών.

«Οι κυβερνήσεις πρέπει να ενισχύσουν αισθητά τους στόχους τους»

Όπως υποστηρίζει ο οργανισμός Climate Action Tracker (CAT) στον οποίο μετέχουν τέσσερα ερευνητικά κέντρα, «ο κόσμος παραμένει στην τροχιά μιας αύξησης από 2,9 έως 3,1 βαθμούς μέχρι το 2100». «Οι δεσμεύσεις για τη μείωση των εκπομπών αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου, οι οποίες έχουν υποβληθεί από τις κυβερνήσεις στον ΟΗΕ, οδηγούν σε παγκόσμιες εκπομπές αρκετά πάνω από τα επίπεδα που είναι αναγκαία για να συγκρατηθεί η υπερθέρμανση στους 2 βαθμούς σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή», επισημαίνει η μελέτη.

«Για να περιοριστεί η αύξηση της θερμοκρασίας στους 2 βαθμούς, οι κυβερνήσεις πρέπει να ενισχύσουν αισθητά τους στόχους τους: Πρέπει να μειώσουν συλλογικά τις παγκόσμιες εκπομπές από 12 σε 15 γιγατόνους (Gt) ισοδυνάμου διοξειδίου του άνθρακα (CO2eq) επιπλέον μέχρι το 2025, και από 17 σε 21 Gt CO2eq έως το 2030», αναφέρεται χαρακτηριστικά.

Κατά την ανάλυση 15 εθνικών δεσμεύσεων (χωρών που αντιπροσωπεύουν το 64,5% των παγκόσμιων εκπομπών), ο CAT έκρινε 7 από αυτές «ακατάλληλες» τις Αυστραλία, Καναδά, Ιαπωνία, Νέα Ζηλανδία, Σιγκαπούρη, Νότια Κορέα, Ρωσία, 6 «μέτριες» (Κίνα, Ευρωπαϊκή Ένωση, Μεξικό, Νορβηγία, Ελβετία, ΗΠΑ) και μόνο δύο «επαρκείς» (Αιθιοπία, Μαρόκο).

Οι δέκα ρυπογόνες χώρες που ευθύνονται συνολικά για το 18% των παγκόσμιων εκπομπών και ακόμη δεν έχουν ανακοινώσει τους στόχους τους είναι η Ινδία, η Βραζιλία, το Ιράν, η Ινδονησία, η Σαουδική Αραβία, η Νότια Αφρική, η Ταϊλάνδη, η Τουρκία, η Ουκρανία και το Πακιστάν.

ΟΗΕ: Με ρυθμούς… χελώνας η πρόοδος για συμφωνία

Ο αργός ρυθμός προόδου για τη σύναψη συμφωνίας για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής έχει προκαλέσει ανησυχία στους αντιπροσώπους των Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ), με το χρόνο να εξαντλείται πριν την επερχόμενη σύνοδο κορυφής στο Παρίσι τον Δεκέμβριο, όπου η παγκόσμια συμφωνία πρέπει να επικυρωθεί.

Μάλιστα, ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Μπαν Κι-Μουν κατά τις τελευταίες εβδομάδες επέκρινε τις διαπραγματεύσεις, σχολιάζοντας ότι προχωρούν με «ρυθμούς χελώνας». Το σχόλιο αυτό προκάλεσε την αντίδραση του Αλγερινού Αχμέντ Ντζογκλάφ, προεδρεύοντα των συνεδριάσεων της Βόννης, όπου γίνονται οι διαπραγματεύσεις για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και τη χρηματοδότηση αναπτυσσομένων κρατών.

Πλέον, απομένει μόνο μία πιο επίσημη πενθήμερη συνεδρίαση, τον Οκτώβριο, πριν από τη σύνοδο κορυφής στις 30 Νοεμβρίου, και οι σύνεδροι έχουν αφήσει τα δύσκολα σημεία να συμφωνηθούν στο Παρίσι.

Οι κυβερνήσεις ζητούν από τον Ντζογκλάφ και τον άλλον προεδρεύοντα Ντάνιελ Ραϊφσνάιντερ από τις ΗΠΑ να παρουσιάσουν ένα νέο βελτιωμένο σχέδιο κειμένου στις αρχές Οκτωβρίου, περιγράφοντας σαφείς επιλογές. Ένα από τα σημεία διαφωνίας, για παράδειγμα, είναι ο ορισμός προθεσμίας για τη σταδιακή κατάργηση των ορυκτών καυσίμων μέχρι το 2050, που προτιμούν πολλές αναπτυσσόμενες χώρες, σε αντίθεση με τα κράτη του ΟΠΕΚ που προτείνουν να μην τεθεί τελική ημερομηνία.

«Οι κυβερνήσεις μας έχουν αποτύχει στη Βόννη», δήλωσε ο Μάρτιν Κάιζερ της Greenpeace, υποστηρίζοντας ότι «οι διαπραγματευτές θα πρέπει να θέσουν ως στόχο τη σταδιακή κατάργηση των ορυκτών καυσίμων ως τα μέσα του αιώνα».

Η Γαλλία σχεδιάζει να καλέσει τους ηγέτες του κόσμου στα εγκαίνια της συνόδου κορυφής στο Παρίσι, προκειμένου να ενθαρρύνει την επιτυχία των διαπραγματεύσεων, πριν την Διάσκεψη του Δεκεμβρίου.

Ομπάμα: Η κατάσταση γίνεται οξύτερη

Δίνοντας τον δικό του τόνο για άμεση επίτευξη συμφωνίας, ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (ΗΠΑ) Μπαράκ Ομπάμα δήλωσε ότι «οι ηγέτες της διεθνούς κοινότητας πρέπει να καταλήξουν σε μια συμφωνία για τη μείωση των εκπομπών των αερίων που προκαλούν την υπερθέρμανση του πλανήτη στη σύνοδο του ΟΗΕ, που θα διεξαχθεί τον Δεκέμβριο, διότι η αλλαγή του κλίματος συμβαίνει ταχύτερα από την υλοποίηση των πρωτοβουλιών για την αποτροπή της».

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο και μιλώντας σε υπουργούς Εξωτερικών διαφόρων κρατών στην Αλάσκα, ο Ομπάμα επισήμανε πως «οι ΗΠΑ αναγνωρίζουν ότι έχουν διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην αύξηση της θερμοκρασίας στον πλανήτη και αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους για να βοηθήσουν να λυθεί το πρόβλημα».

«Φέτος, στο Παρίσι, πρέπει να είναι η χρονιά που ο κόσμος επιτέλους θα καταλήξει σε μια συμφωνία για να προστατεύσει τον μοναδικό πλανήτη που έχουμε, όσο ακόμη μπορούμε», τόνισε ο Ομπάμα, για να δηλώσει εμφατικά: «Δεν δρούμε αρκετά γρήγορα».

«Η Αρκτική ήδη βιώνει τις συνέπειες της αλλαγής του κλίματος», είπε ο αμερικανός πρόεδρος, επισημαίνοντας ότι «η Αλάσκα έχει ήδη δει την ακτογραμμή της να διαβρώνεται με ρυθμό, που είναι από τους πιο ταχείς στον κόσμο και πλέον απειλούνται κατοικημένες περιοχές». «Τα επιστημονικά δεδομένα είναι δυσοίωνα, η κατάσταση γίνεται οξύτερη, κι αποδεικνύεται ότι η άλλοτε μακρινή απειλή είναι πλέον παρούσα», ανέφερε ο πρόεδρος των ΗΠΑ.

Η μετανάστευση θα γίνει οξύτερη λόγω της κλιματικής αλλαγής

Την ίδια στιγμή, οι ειδικοί συνδέουν το μεταναστευτικό πρόβλημα με την κλιματική αλλαγή, υποστηρίζοντας πως «η μετακίνηση ανθρώπων θα γίνει πιο έντονη, καθώς η κλιματική αλλαγή γίνεται όλο και πιο σημαντικός παράγοντας». Όπως εκτιμούν, πέρα από τις πολεμικές συγκρούσεις, την τρομοκρατία και τη φτώχεια στη Μέση Ανατολή, η κλιματική αλλαγή πιθανότατα θα επιδεινώσει δραματικά την κατάσταση.

Από το 2006 έως το 2011, μεγάλα τμήματα της Συρίας υπέστησαν ακραία ξηρασία, γεγονός που, σύμφωνα με τους κλιματολόγους, επιδεινώθηκε από την αλλαγή του κλίματος. Η ξηρασία, σε συνδυασμό με την πολιτική κατάσταση, οδήγησε στην αύξηση της φτώχειας και τη μετακίνηση 2 εκατομμυρίων ανθρώπων σε αστικές περιοχές. Αυτός ο εσωτερικός εκτοπισμός ενδεχομένως συνέβαλε στην κοινωνική αναταραχή, που προκάλεσε τον εμφύλιο πόλεμο και στη συνέχεια τα προσφυγικά ρεύματα προς την Ευρώπη. Το φαινόμενο αυτό είναι ιδιαίτερα πιθανό να επαναληφθεί και σε άλλες περιοχές της Μέσης Ανατολής αλλά και της Αφρικής.

Οι αλλαγές στο κλίμα προκαλούν πιο συχνές φυσικές καταστροφές, όπως πλημμύρες και ξηρασία. Η γεωργική γη ερημοποιείται και τα κύματα καύσωνα καταστρέφουν καλλιέργειες και κοπάδια ζώων. Μακροπρόθεσμα, οι μεταβαλλόμενες καιρικές συνθήκες οδηγούν τους αγρότες, ψαράδες και κτηνοτρόφους μακριά από τις πληγείσες περιοχές, όπως έχει ήδη συμβεί στη Συρία.

Μάλιστα, η κατάσταση επιδεινώνεται λόγω της σύγκρουσης αντιπάλων κυβερνήσεων ή παραστρατιωτικών ομάδων για την εκμετάλλευση των μειωμένων φυσικών πόρων, στέλνοντας ακόμα περισσότερα κύματα μεταναστών προς αναζήτηση ασφάλειας και επιβίωσης.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, οι ειδικοί θεωρούν πως δεν αρκεί η πολιτική σταθεροποίηση των περιοχών της Αφρικής και της Μέσης Ανατολής, αλλά χρειάζεται μία διεθνής προσπάθεια για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή και την ασφάλεια νερού και τροφής στις περιοχές αυτές.

Keywords
Τυχαία Θέματα