Πλατεία Βικτωρίας, η μεγάλη ήττα μας – Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης

Έρχεται μια μέρα που αισθάνεσαι ότι δεν μπορείς να κάθεσαι άλλο στον καναπέ σου, μπροστά στη μεγάλη τηλεόραση, να παρακολουθείς το δράμα των προσφύγων σε αυτή τη χώρα και να περιορίζεσαι στη συμπάθεια και σε ένα «Τι κρίμα» που σου βγαίνει αυθόρμητα.

Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης

Δεν ψέγω κανέναν που μπορεί να το κάνει. Η ανθρώπινη αντίδραση είναι πολυποίκιλη, δεν είναι εύκολα προβλέψιμη. Υπάρχουν τόσες παράμετροι που μπορεί κανείς να σκέφτεται, ακόμα και αν θέλει να βοηθήσει: Τι μπορώ να κάνω εγώ; Αν πάρω κάποια

πράγματα, πού μπορώ να τα δώσω; Θα ανακουφίσουν αυτούς τους ανθρώπους; Αυτά είναι ερωτήματα που ο καθένας μπορεί να θέσει στον εαυτό του.

Και να τώρα που κάθομαι μπροστά στον υπολογιστή μου και δεν ξέρω πώς να βάλω σε σειρά τις λέξεις, πώς να αποτυπώσω αυτά που είδα το πρωί της Δευτέρας στην πλατεία Βικτωρίας. Γιατί δεν άντεξα άλλο να βλέπω την κατάσταση από τον καναπέ και είπα πως κάτι πρέπει να κάνω και εγώ. Με τις μικρές μου δυνάμεις, εν γνώσει του ότι η δική μου βοήθεια θα αποτελεί σταγόνα στον ωκεανό, είπα να σηκωθώ και να πάω. Όπερ και εγένετο.

Και τα είδα όλα, κυριολεκτικά! Αυτά που έβλεπα στην τηλεόραση, τα είδα ανάγλυφα μπροστά μου. Παιδάκια σχεδόν κλαμένα, ταλαιπωρημένα, βρώμικα, κουρασμένα, αλλά, να, στην άλλη πλευρά της πλατείας δύο άλλα πιτσιρίκια έπαιζαν μπάλα. Με άφησαν και εμένα και έπαιξα λίγο μαζί τους και μου χαμογέλασαν μετά. Είδα γονείς με χαμένο βλέμμα. Δεν ξέρω, αν καταλαβαίνει κανείς τι σημαίνει να φεύγεις από τη χώρα σου, στην οποία πιθανότατα δεν μπορείς να επιστρέψεις και να μην σε θέλει κανείς στη δική του χώρα. Να είσαι ένας άνθρωπος χωρίς πατρίδα και χωρίς προοπτική. Δεν ξέρω, αν μπορεί να το διανοηθεί κανείς, να βάλει τον εαυτό του στη θέση αυτών των ανθρώπων, οι οποίοι, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, δεν έχουν έρθει με υστερόβουλους σκοπούς. Είδα νέους ανθρώπους, οι οποίοι σε άλλες περιπτώσεις θα μπορούσαν να είναι πολύ παραγωγικοί, να κάθονται απλά και να σπρώχνουν το χρόνο. Είδα κυρίες καθώς πρέπει, κυρίες που πρέπει να μένουν δεκαετίες στην περιοχή, από τότε που ήταν μια μεσοαστική συνοικία, να κρατάνε σακούλες με λίγα πράγματα, όσα μπορούσαν, και να στέκονται μπροστά σε ένα περίπτερο, ρωτώντας η μία την άλλη τι άλλο θα μπορούσαν να πάρουν.

Είδα όμως και τον Ελληνάρα της πλατείας, έναν ηλικιωμένο κύριο που φώναζε έξαλλος στους ανθρώπους «Get out of here, this is not a German nation». Και όταν του είπα πως δεν πρέπει να λέει αυτά τα πράγματα, μου απάντησε πως καλύτερα να πάω να διδάξω ευγένεια στην οικογένειά μου. Άκουσα και άλλους τρεις κυρίους, σε ένα καφέ της πλατείας, να ειρωνεύονται τον Ερυθρό Σταυρό και το έργο που προσφέρει. Είδα και ένα τηλεοπτικό συνεργείο μεγάλου καναλιού να κανονίζει τα πλάνα για το μεσημεριανό δελτίο, με τον καμεραμάν και τη δημοσιογράφο να συνεννοούνται να τραβήξουν μόνο μικρά παιδάκια και όχι 15χρονα. Τι να πεις, τα μικρά παιδάκια, τα οποία γνωρίζουν τη ζωή υπό τόσο δύσκολες συνθήκες, προφανώς πουλάνε καλύτερα.

Και όταν τελείωσα αυτό που πήγα να κάνω στην πλατεία, μπήκα στο αυτοκίνητό μου και προσπάθησα να κρατήσω την ψυχραιμία μου. Και, όταν σταμάτησα το αυτοκίνητο στη Δεριγνύ, 100 μέτρα από την πλατεία, επειδή ακόμα έτρεμαν τα χέρια μου, σκέφτηκα ότι, αν δεν δει κανείς με τα μάτια του τι συμβαίνει, αν δεν αισθανθεί τον ανθρώπινο πόνο να τον ακουμπά, τότε δεν καταλαβαίνει το μέγεθος του δράματος και το μέγεθος της εγκατάλειψης αυτών των ανθρώπων από την πολιτεία.

Γιατί, είμαστε άνθρωποι και πρέπει να σκεφτόμαστε ανθρώπινα: είτε είναι πρόσφυγες είτε είναι μετανάστες, δεν είναι κατσαρίδες. Χρίζουν σεβασμού και κρατικής μέριμνας, είτε είναι να φύγουν προς την Ευρώπη είτε είναι να μείνουν στην Ελλάδα είτε να επαναπροωθηθούν στις χώρες καταγωγής τους. Είναι άνθρωποι, κατά τεκμήριο φτωχοί και ταλαιπωρημένοι. Πρέπει να τους συμπεριφερθούμε με αξιοπρεπή τρόπο σε κάθε περίπτωση. Η σκέψη ότι παιδάκια μπορεί να κοιμούνται στα τσιμέντα, επειδή οι άνθρωποι έχουν εγκαταλειφθεί στη μοίρα τους, με τρελαίνει.

Όσο η πολιτεία απουσιάζει, η πρωτοβουλία μένει στις ΜΚΟ και στην κοινωνία των πολιτών. Δυστυχώς, σε αυτές τις ακραίες συνθήκες που δοκιμάζεται η αντοχή συνολικά της ελληνικής κοινωνίας, μείναμε μόνο εμείς να είμαστε ανάχωμα ανθρωπιάς γι’ αυτούς τους ανθρώπους. Η συνειδητοποίηση είναι τραγική. Γιατί, δεν θα έπρεπε εμείς να κάνουμε τη δουλειά της πολιτείας. Αλλά, όσο η πολιτεία πελαγοδρομεί, κάποιος πρέπει να βοηθήσει.

Και, τι να κάνουμε ρε γαμώτο, μείναμε εμείς, όσοι από εμάς θέλουν και μπορούν τελοσπάντων, να βοηθάμε όπως μπορούμε αυτούς τους δύσμοιρους ανθρώπους. Με λίγο φαγητό, λίγα ρούχα, εξοπλισμό για να κοιμηθούν, είδη για ατομική υγιεινή. Όπως μπορείτε, όποτε μπορείτε, βοηθήστε. Βοηθήστε, γαμώτο.

The post Πλατεία Βικτωρίας, η μεγάλη ήττα μας – Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης appeared first on KoolNews.

Keywords
Τυχαία Θέματα