Τα «τζιμάνια» των επιδοτήσεων

07:01 7/7/2025 - Πηγή: Real.gr

Η Κοινή Αγροτική Πολιτική της EOK εμφανίστηκε το 1962, με σκοπό να εξασφαλίσει τη διατροφική αυτάρκεια, την επάρκεια της αγροτικής παραγωγής και το εισόδημα των αγροτών. Δεκαπέντε χρόνια μετά τον B’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι στόχοι θεωρούνταν θεμιτοί. Πέρα από τους προστατευτικούς δασμούς, το εργαλείο που χρησιμοποιήθηκε ήταν οι εγγυημένες τιμές, κάτι που οδήγησε τους αγρότες των ιδρυτικών κρατών της Κοινότητας σε υπερπαραγωγή και βουνά γάλακτος και βουτύρου, στις αρχές της δεκαετίας του ‘80. Από τότε ξεκίνησαν οι αναθεωρήσεις με σκοπό τον περιορισμό της πλεονάζουσας παραγωγής: η ΚΑΠ στράφηκε στις απευθείας ενισχύσεις, στις επιδοτήσεις προϊόντων και ζώων, στις επιδοτήσεις για καταστροφή της παραγωγής, στην αγρανάπαυση και σε ό,τι άλλο μπορούσαν να σκεφτούν οι γραφειοκράτες των Βρυξελλών και το πανίσχυρο αγροτικό λόμπι. Η αποσύνδεση των ενισχύσεων από την παραγωγή και οι συνεχείς αλλαγές της κοινοτικής νομοθεσίας είχαν δύο σημαντικές συνέπειες: Συνήθισαν τους αγρότες σε ενισχύσεις που δεν είχαν σχέση με την παραγωγή τους και κατέστησαν αναγκαία την ανάπτυξη μιας «γραφειοκρατίας» στην ύπαιθρο (τα «τζιμάνια» των επιδοτήσεων) που μπορούσε να βρει δρόμο μέσα στη δαιδαλώδη νομοθεσία της ΚΑΠ και να υποδείξει με το αζημίωτο στους παραγωγούς το πιο συμφέρον και προσοδοφόρο για αυτούς.

Η Ελλάδα έγινε μέλος της Ε.Ε. στις αρχές της δεκαετίας του ‘80. Στα 45 χρόνια που ακολούθησαν η σημαντικότερη εμπειρία του Ελληνα παραγωγού με την ΚΑΠ ήταν να βρει τον τρόπο να πάρει περισσότερα από τις ενισχύσεις. Με την αναθεώρηση που ολοκληρώθηκε το 2013, η ΚΑΠ (η οποία πλέον είχε μετακινηθεί κυρίως σε περιβαλλοντικούς στόχους και στο λεγόμενο «πρασίνισμα» της υπαίθρου) άλλαξε φιλοσοφία και άρχισε να ενισχύει αντί για τα ζώα, τα βοσκοτόπια. Πρακτικά, αυτό σήμαινε ότι για να πάρει ο παραγωγός την επιδότηση για τα ζώα του θα έπρεπε να εμφανίσει βοσκότοπο, που θα αντιστοιχούσε (σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές προδιαγραφές) στον αριθμό τους. Ως βοσκοτόπια ωστόσο οι Ευρωπαίοι δέχονταν μόνο χορτολιβαδικές εκτάσεις στις πεδιάδες, κάτι που αδικούσε τους Ελληνες κτηνοτρόφους, οι οποίοι έβοσκαν τα κατσίκια τους σε ορεινές περιοχές με πουρνάρια και πέτρες.

Η κυβέρνηση Σαμαρά διαπραγματεύτηκε με την Κομισιόν μια μεταβατική ρύθμιση, ώστε να δηλώνονται προσωρινά ως «επιλέξιμοι βοσκότοποι» και οι απόκρημνες περιοχές .Επίσης σε περιφέρειες, όπου η βοσκήσιμη γη δεν επαρκούσε για το τοπικό ζωικό κεφάλαιο, επιτράπηκε να «δανειστούν» εκτάσεις από αλλού. Η λύση αυτή υποτίθεται ότι θα ίσχυε μόνο το 2014, προκειμένου να μην χάσουν οι αγρότες τις επιδοτήσεις. Η Ελλάδα αναλάμβανε σε αντάλλαγμα, να ολοκληρώσει τη χαρτογράφηση και τη δορυφορική επαλήθευση των δηλωμένων βοσκοτόπων και δεσμεύτηκε ότι θα υπήρχαν διοικητικός έλεγχος και διασταύρωση στοιχείων.

Εννοείται πως τίποτα από όλα αυτά δεν έγινε, ωστόσο η πρακτική του 2014 παρέμεινε σε ισχύ. Το 2017 μάλιστα η Κομισιόν αποδέχθηκε ως βοσκοτόπια και τα λεγόμενα «μεσογειακά», δηλαδή τις περιοχές με πουρνάρια και πέτρες. Από εκεί και ύστερα, η κατάσταση ξέφυγε καθώς άρχισαν να δηλώνονται παντού βοσκότοποι, με σκοπό την είσπραξη επιδοτήσεων. Δεν ήταν δύσκολο. Οπως διαπιστώσαμε, σε όλες τις αγροτικές περιοχές υπήρχαν άνθρωποι που ήξεραν πώς θα βγουν λεφτά από τις επιδοτήσεις.

Το να υποθέσει κανείς πως όλα αυτά έγιναν βάσει σχεδίου είναι μάλλον εσφαλμένο και αποδίδει στους υπουργούς, στους βουλευτές και στους εν γένει πολιτικούς οργανωτικές και συντονιστικές ικανότητες, που αποδεδειγμένα δεν έχουν. Τα «τζιμάνια» των επιδοτήσεων εκμεταλλεύτηκαν τα «μπαλώματα», στα οποία προχώρησαν οι κυβερνήσεις για να μη χάσουν λεφτά οι αγρότες, και φυσικά την ανικανότητα της πολιτείας να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις τις οποίες είχε αναλάβει απέναντι στην Ε.Ε.

Αυτό που σίγουρα μπορεί να καταλογίσει κανείς στους πολιτικούς είναι, ότι δεν έκαναν τίποτα για να εμποδίσουν τις τεράστιες διαστάσεις της απάτης, ειδικά μετά το 2020. Αντιθέτως. Οπως διαβάσαμε στη δικογραφία για τον ΟΠΕΚΕΠΕ, οι ωφελούμενοι υπερηφανεύονταν για τα κατορθώματά τους στα καφενεία. Οι πολιτικοί ήταν απολύτως πρόθυμοι να παρέμβουν και να πουν έναν καλό λόγο για τους ψηφοφόρους τους. Μόνο φέτος και αφού βγήκε στο φως η υπόθεση, ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης Κώστας Τσιάρας «μπλόκαρε» τη δυνατότητα των κτηνοτρόφων να δηλώνουν βοσκοτόπια μακριά από την περιοχή τους.

Οταν ξέσπασε το σκάνδαλο με τους διαλόγους της ντροπής, η κυβέρνηση θέλησε, καθυστερημένα, να σηματοδοτήσει τη βούλησή της να καθαρίσει «την κόπρο του Αυγεία», μεταφέροντας τις αρμοδιότητες του ΟΠΕΚΕΠΕ (που ιδρύθηκε το 1999 για να σταματήσει το πάρτι που γινόταν με τις επιδοτήσεις από τους δήμους και τις νομαρχίες) στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων.

Η ΑΑΔΕ έχει αποδεδειγμένες ικανότητες στην αντιμετώπιση φαινομένων διαφθοράς και φοροδιαφυγής, εδώ όμως μπαίνει σε αχαρτογράφητα νερά. Γιατί σε μερικά χρόνια, η ΚΑΠ και ο τρόπος καταβολής των ενισχύσεων θα αλλάξουν πάλι, τουλάχιστον αυτό διδάσκει η ευρωπαϊκή ιστορία. Ακόμα και αν έχουμε κλείσει κάθε τρύπα στο σύστημα με τα βοσκοτόπια, θα δημιουργηθούν άλλες αλλού. Η ιστορία διδάσκει επίσης ότι τα «τζιμάνια» θα είναι οι πρώτοι που θα τις βρουν…

Keywords