Το Δικαστήριο ΕΕ ακύρωσε πρόστιμα για αεροπορικές εταιρείες

Το Γενικό Δικαστήριο της ΕΕ ακύρωσε την απόφαση με την οποία η Επιτροπή επέβαλε πρόστιμα ύψους περίπου 790 εκατομμυρίων ευρώ σε διάφορες αεροπορικές εταιρίες λόγω της συμμετοχής τους σε σύμπραξη στην αγορά των αερομεταφορών φορτίου.

Κατά το Γενικό Δικαστήριο, το αιτιολογικό και το διατακτικό της απόφασης είναι αντιφατικά, όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση.

Στις 7 Δεκεμβρίου 2005, υπεβλήθη στην Επιτροπή αίτηση περί μη επιβολής προστίμου, την οποία υπέβαλαν η Deutsche Lufthansa και οι θυγατρικές της Lufthansa

Cargo και Swiss International Air Lines, δυνάμει της «ανακοινώσεως του 2002 περί επιείκειας».

Σύμφωνα με την αίτηση αυτή, πολλές εταιρίες δραστηριοποιούμενες στην αγορά των αερομεταφορών φορτίου διατηρούσαν μεταξύ τους αντίθετες προς τον ανταγωνισμό επαφές οι οποίες αφορούσαν, ειδικότερα, τον επίναυλο καυσίμου και τα πρόσθετα τέλη ασφάλειας (τα τελευταία καθιερώθηκαν προκειμένου να αντιμετωπιστεί το κόστος ορισμένων μέτρων ασφαλείας επιβληθέντων μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001).

Στις 14 και 15 Φεβρουαρίου 2006, η Επιτροπή προέβη σε αιφνίδιους ελέγχους. Στις 9 Νοεμβρίου 2010, το θεσμικό αυτό όργανο εξέδωσε απόφαση, η οποία διαπιστώνει, με το αιτιολογικό της, ενιαία και διαρκή παράβαση των ευρωπαϊκών κανόνων ανταγωνισμού στο έδαφος του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου και στην Ελβετία. Κατά την Επιτροπή, διάφοροι αερομεταφορείς συντόνισαν τη συμπεριφορά τους όσον αφορά την τιμολόγηση της παροχής υπηρεσιών αερομεταφορών φορτίου.

Το διατακτικό της αποφάσεως αναφέρει τέσσερις παραβάσεις σχετικές με διαφορετικές περιόδους και διαφορετικά δρομολόγια. Μολονότι ορισμένες παραβάσεις φέρεται ότι διαπράχθηκαν από όλους τους εμπλεκόμενους μεταφορείς, άλλες φαίνεται να διαπράχθηκαν από πιο περιορισμένο κύκλο μεταφορέων.

Η Επιτροπή επέβαλε πρόστιμα σε όλους τους εμπλεκόμενους μεταφορείς, εξαιρουμένης της Lufthansa και των θυγατρικών της, στις οποίες χορηγήθηκε απαλλαγή.

Οι εμπλεκόμενοι μεταφορείς άσκησαν προσφυγή κατά της αποφάσεως της Επιτροπής ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ορισμένοι μεταφορείς υποστήριξαν, μεταξύ άλλων, ότι η απόφαση δεν καθιστά εφικτό τον προσδιορισμό της φύσεως και της εκτάσεως της παραβάσεως ή των παραβάσεων που τους καταλογίζονται.

Συγκεκριμένα, ενώ το διατακτικό της αποφάσεως αναφέρει, στα άρθρα του 1 έως 4, τέσσερις παραβάσεις σχετικές με διαφορετικές περιόδους και διαφορετικά δρομολόγια και διαπραχθείσες από διαφορετικούς μεταφορείς, το αιτιολογικό της αφορά μία και μόνη ενιαία και διαρκή παγκόσμια παράβαση η οποία καλύπτει όλα τα δρομολόγια. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, όλες οι προσφεύγουσες εταιρίες υποστήριξαν ότι το αιτιολογικό και το διατακτικό της αποφάσεως είναι αντιφατικά.

Keywords
Τυχαία Θέματα