Συνταγματικότητα ανώτατου ορίου μονάδων για αρχαιότητα

Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ο υπολογισμός και η αποτίμηση της αρχαιότητας γίνεται με μονάδες και τίθεται συγκεκριμένο ανώτατο όριο («οροφή») τίθεται ζήτημα τήρησης και συμβατότητας με τη συνταγματική αρχή της ισότητας, όταν παρουσιάζεται πρακτικά το φαινόμενο να εξισώνονται ανόμοιες περιπτώσεις μεγέθους αρχαιότητας, όταν, δηλαδή, υποψήφιος, που διαθέτει μεγαλύτερη αρχαιότητα, λόγω του ότι ήδη έχει εξαντλήσει τις μονάδες που μπορούν να του πιστωθούν και είναι, ως εκ τούτου, καθηλωμένος και τελματωμένος

στο ανώτατο όριο, εξισώνεται, λόγω ακριβώς της οροφής αυτής, με υποψήφιο ο οποίος διαθέτει λιγότερη αρχαιότητα από αυτόν.

Ενδεικτικό παράδειγμα θα μπορούσε να αποτελέσει περίπτωση κατά την οποία το κριτήριο της αρχαιότητας έχει ως οροφή τις 10 μονάδες, με απόδοση μίας μονάδας κατ’ έτος, με αποτέλεσμα, στο πλαίσιο αυτό, υποψήφιος ο οποίος διαθέτει αρχαιότητα πέραν των 10 ετών να εξισώνεται και να ταυτίζεται, συγκριτικά προς το κριτήριο της αρχαιότητας, με υποψήφιο ο οποίος διαθέτει 10 χρόνια αρχαιότητας ή, όμως, και λιγότερα, καθώς, αν ένας υποψήφιος που διαθέτει 7 χρόνια αρχαιότητας σε σχέση με άλλον που διαθέτει 2, όταν, μόλις, μετά από 3 χρόνια ο πρώτος καταλάβει την οροφή των προβλεπόμενων και προκαθορισμένων 10 μονάδων και παραμείνει καθηλωμένος εκεί, με αποτέλεσμα, μετά από ένα, π.χ., χρόνο που θα έχει 11 χρόνια «χρονικής» αρχαιότητας, δηλαδή 4 χρόνια μετά, να εξακολουθεί να πιστώνεται με 10 μονάδες (+3, κατ’ ανώτατο όριο - και όχι 4) ενώ ο συνάδελφός του θα έχει 6 μονάδες (+4) συνεπώς η αρχική διαφορά των 5 μονάδων θα έχει απομειωθεί και καταστεί 4 μονάδες και συνεχώς θα απομειώνεται, προς την τυπικά αναπόφευκτη νομοτελειακή χρονική κατεύθυνση της πλήρους εξίσωσης και ισοπέδωσής τους.

Συνεπώς, λόγω του ότι δεν παρέχεται δυνατότητα απόδοσης βαρύτητας στην υπέρτερη αρχαιότητα και κατ’ επέκταση πείρα (η οποία σύμφωνα με τη νομολογία επαυξάνει την αξία και προσθέτει στην καταλληλότητα ενός υποψηφίου) θα παρουσιάζεται μία, ανακόλουθη της πραγματικότητας, αλλοιωμένη, στρεβλωμένη και αναληθής, εικόνα ως προς τον υπολογισμό του κριτηρίου της αρχαιότητας, η οποία αποτελεί «ουσιώδες στοιχείο κρίσεως για την καταλληλότητα των υποψηφίων για προαγωγή» (Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 77) καθώς ουσιαστικά θα εξαλείφει την όποια σχετική διακριτική υπεροχή, με αποτέλεσμα να παραβιάζεται η αρχή της ισότητας, η οποία εφαρμόζεται τόσο κατά την εφαρμογή του νόμου (ισότητα ενώπιον του νόμου) όσο και κατά τη νομοθετική ρύθμιση (ισότητα του νόμου) (Χριστόδουλος Ηλία v. Κυπριακής Δημοκρατίας, απόφαση Ολομέλειας, Δημοκρατία κ.α. v. Γιαλλουρίδη κ.α. (1990) 3ΣΤ Α.Α.Δ. 4316) και «αποτελεί ατομικό δικαίωμα του πολίτη - ΄Αρθρο 28 - και αντίστοιχη υποχρέωση της Πολιτείας να το διασφαλίσει αποτελεσματικά - ΄Αρθρο 35» (Μενελάου κ.ά. ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 370, βλ. και Αναφορά 2/2016, ημ. 5.7.2017, Πρόεδρος της Δημοκρατίας και Βουλή των Αντιπροσώπων).

Tα σχόλια αντιπροσωπεύουν την προσωπική γνώμη των συγγραφέων τους και όχι αυτή του Sigmalive.com

Keywords
Τυχαία Θέματα