Ο Χ. Αργυρού μιλά για τη μεγάλη του αγάπη και αποκαλύπτει!

Από το χάντμπολ στον χορό, επιστροφή ξανά στο χάντμπολ και στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο και από εκεί και πέρα στην Εθνική ομάδα και τον Διομήδη Άργους!

Σε ποιον αναφερόμαστε;

Σ’ ένα από τους καλύτερους χειροσφαιριστές που διαθέτει η χώρα μας τη δεδομένη στιγμή και ο οποίος το καλοκαίρι έφυγε από το νησί μας και πέταξε για άλλες πολιτείες.

Ο πρόλογος αφορά τον Χρίστο Αργυρού, τον διεθνή χειροσφαιριστή

μας, ο οποίος κλέβει τις εντυπώσεις με την αγωνιστική του παρουσία στο Ελληνικό πρωτάθλημα, ενώ την ίδια ώρα κάνει όνειρα για πολύ ψηλότερα.

Απολαυστικός στις τοποθετήσεις του, με επιχειρήματα και απόψεις που σίγουρα θα κάνουν αίσθηση στη συνέντευξη που παραχώρησε στην επίσημη ιστοσελίδα της Κυπριακής Ομοσπονδίας Χειροσφαίρισης.

Μας αποκάλυψε το πότε και πώς άρχισε το χάντμπολ, πώς προέκυψε το ενδιαφέρον του Διομήδη, το μειονέκτημα και το πλεονέκτημα του σαν αθλητής, ενώ δεν παρέλειψε να δώσει τις δικές του συμβουλές στους μικρούς χειροσφαιριστές.

Δεν θα μπορούσε μάλιστα να μην αναφερθεί στο κυπριακό πρωτάθλημα, κάνοντας σύγκριση με το ελληνικό και καταθέτοντας τις απόψεις του για το πώς μπορεί να βελτιωθεί το άθλημα στο νησί μας.

Αναλυτικά η συνέντευξη που μας παραχώρησε:

Τι είναι για σένα το χαντμπολ;

«Για μένα η χειροσφαίριση είναι πάθος, αγάπη σεβασμός και τρόπος ζωής. Όσοι ασχολήθηκαν ή ασχολούνται με το άθλημα, μπορούν να αντιληφθούν τι πραγματικά εννοώ. Είναι άθλημα με πολλές επαφές, το οποίο θέλει δύναμη, αντοχή, ταχύτητα κ.α. Είναι το πιο γρήγορο ομαδικό άθλημα με πολλή ένταση, θέαμα και απαιτεί αρκετή συγκέντρωση. Ο συνδυασμός αυτός με εξιτάρει, γι’ αυτό και δεν μπορώ να φανταστώ τη ζωή μου μακριά απ’ αυτό».

Από ποια ηλικία άρχισες το άθλημα και ποιος σε ώθησε σ’ αυτό;

«Ξεκίνησα στην ηλικία των 10-11, αλλά μετά από ένα χρόνο σταμάτησα και ασχολήθηκα με τον χορό για σχεδόν 6 χρόνια. Τα τελευταία 3 χρόνια του χορού είχα ξεκινήσει παράλληλα και το χάντμπολ. Πήρα κλήση για την προεθνική ομάδα της Κύπρου για τους Μεσογειακούς Αγώνες U18, ωστόσο η μεγάλη ώθηση που είχα για να επιλέξω ανάμεσα στις δύο μεγάλες μου αγάπες, ήταν η κλήση μου στην Εθνική για τη Μεσογειάδα».

Ποια θεωρείς την κορυφαία μέχρι τώρα στιγμή στην καριέρα σου στο άθλημα;

«Κορυφαίες στιγμές μου στη μέχρι τώρα καριέρα μου, ήταν δύο. Η μια αφορούσε τη σάλα και η δεύτερη στο beachhandball. Στη σάλα ήταν το 2013-2014 εναντίον της ΣΠΕ Στροβόλου, στον πρώτο αγώνα της σεζόν για το Super Cup. Ο προπονητής μου με εμπιστεύθηκε στα τελευταία 10 λεπτά της αναμέτρησης και όταν το σκορ ήταν ισόπαλο. Πέτυχα 4 γκολ, πήραμε τη νίκη με διαφορά 2 τερμάτων και χάρισα τον τίτλο στην ομάδα μου. Η δεύτερη στιγμή -και ίσως κορυφαία μου στιγμή- ήταν 2η θέση στους 1ους Μεσογειακούς αγώνες παραλίας το 2015 στην Πεσκάρα».

Εάν υπήρξε χειρότερη στιγμή στη μέχρι τώρα πορεία σου στο άθλημα ποια ήταν;

«Θα φανεί κάπως παράξενο, αλλά είναι η πραγματικότητα. Η κορυφαία στιγμή της καριέρας μου συνδυάζεται με τη μέχρι τώρα χειρότερη στιγμή μου. Και αυτό γιατί στον τελικό της Μεσογειάδας το 2015, ήμουν ο μοιραίος για την Εθνική μας. Το αποτέλεσμα ήταν ισόπαλο στην κανονική διάρκεια και καταλήξαμε στα shoot-out penalties. Έχασα το τελευταίο πέναλτι της Εθνική μας, με αποτέλεσμα να κατακτήσουμε τη 2η θέση. Συναισθήματα απερίγραπτα. Λύπη, στενοχώρια και δάκρυα στα πρόσωπα όλων μας, γιατί μπορούσαμε να πάρουμε το χρυσό. Αυτό φυσικά δεν αναιρεί την τεράστια επιτυχία της χώρας μας, αφού ήταν μια μεγάλη διάκριση, για την οποία όλοι μας νιώθουμε περήφανοι. Ό,τι έγινε όμως στην Πεσκάρα, με έκανε πιο δυνατό και πλέον είναι μια άσχημη ανάμνηση την οποία θα θυμάμαι».

Κάθε αθλητής έχει όνειρα. Ποια τα δικά σου;

«Δεν σταματώ να ονειρεύομαι και να θέτω ψηλούς στόχους. Κάθε αθλητής οφείλει να το κάνει αυτό. Γι’ αυτούς, εξάλλου, προσπαθείς κάθε μέρα στις προπονήσεις να βελτιώνεις τις αδυναμίες σου, γι' αυτούς τους στόχους προσπαθείς για το καλύτερο σε κάθε αγώνα. Η μετακίνηση μου στον Διομήδη και στο ελληνικό πρωτάθλημα, ήταν ο αρχικός μου στόχος, πλέον όμως βάζω τον πήχη ακόμα πιο ψηλά. Θέλω κάποια μέρα να αγωνιστώ σ’ ένα από τα καλύτερα πρωταθλήματα της Ευρώπης όπως το Ισπανικό, Γαλλικό ή Γερμανικό. Δουλεύω σκληρά και εύχομαι κάποια στιγμή να μου δοθεί αυτή η δυνατότητα».

Πώς προέκυψε το ενδιαφέρον του Διομήδη;

«Καταρχάς οφείλω πρώτα να πω ένα τεράστιο ευχαριστώ στον αδερφό μου (Τζούλιο) για τον λόγο ότι χωρίς αυτόν, δεν θα προέκυπτε το ενδιαφέρον του Διομήδη, τη συγκεκριμένη χρονικά στιγμή. Αρχικά ήρθε η πρόταση στον Τζούλιο και στη συνάντησή του με τον Διομήδη με πρότεινε στην ομάδα. Έτυχε να είχαν κενό στη θέση που αγωνίζομαι και σε συνδυασμό με το γεγονός ότι έκανα αρκετά καλή χρονιά, τους κίνησα το ενδιαφέρον και προέκυψε η μεταγραφή μου».

Τι στοιχεία έχεις ξεχωρίσει από το ελληνικό πρωτάθλημα συγκρίνοντας το με το κυπριακό;

«Το επίπεδο είναι αρκετά ψηλό και ιδιαίτερα ανταγωνιστικό, κάτι που δεν βλέπουμε τα τελευταία 4 χρόνια στο κυπριακό πρωτάθλημα. Παίξαμε μέχρι στιγμής 17 αγωνιστικές, 2 ευρωπαϊκά και 1 αγώνα κυπέλλου με 14 διαφορετικές ομάδες. Αυτό που με εξέπληξε στο ελληνικό πρωτάθλημα είναι ότι δεν υπάρχουν εύκολα ματς και πόσο μάλλον τα εκτός έδρας. Όλα τα γήπεδα είναι σχεδόν γεμάτα και αυτό δίνει κίνητρο στους αθλητές. Αντιθέτως, στην Κύπρο -και δυστυχώς για το άθλημα- δεν το βλέπουμε αυτό. Το αγωνιστικό πρόγραμμα θα πρέπει να διαφοροποιηθεί προς το καλύτερο και να βρεθεί ο τρόπος να επιστρέψουν οι φίλοι του αθλήματος στις κερκίδες. Θα πρέπει να δοθούν επιπλέον κίνητρα στους αθλητές από τα ίδια τα Σωματεία, ώστε να υπάρχει μεγαλύτερη ανταγωνιστικότητα».

Εάν είχες τη δυνατότητα να αλλάξεις 3 πράγματα στο Κυπριακό πρωτάθλημα για το κάνεις πιο ανταγωνιστικό, ποια θα ήταν αυτά;

«Αν και δεν είμαι ειδικός στα θέματα αυτά, θεωρώ πως το πρώτο που μπορεί να γίνει αφορά το Ανδρικό πρωτάθλημα με την Α’ και Β’ Κατηγορία να γίνει ενιαία, ώστε να διεξάγονται περισσότερα παιχνίδια, αφού μέσω αυτών θα βελτιωθούν οι αγωνιστικές ικανότητες των αθλητών. Το 2ο που θα μπορούσε να γίνει αφορά τις αναπτυξιακές ηλικίες. Θα μπορούσε να γίνει μια κατηγορία κ,άτω των 21, ώστε το επίπεδο να είναι καλύτερο. Παράλληλα θα μπορούν να κάνουν φιλικά παιχνίδια με τις ομάδες των Ανδρώνέ ώστε να βελτιώσουν τις ικανότητες τους. Το 3ο και κυριότερο είναι η Ομοσπονδία σε συνεργασία με τα Σωματεία να βρουν τον τρόπο να δώσουν κίνητρα στους αθλητές, ώστε να τους κρατήσουν στο άθλημα».

Ποιον θεωρείς τον καλύτερο συμπαίκτη που είχες ποτέ μέχρι τώρα στην καριέρα σου;

«Έναν συμπαίκτη μου ξεχώριζα πάντα, τον Δημήτρη Νικηφόρου (συμπαίχτης μου στην εθνική ομάδα). Όσο μεγαλώνεις όμως, συνειδητοποιείς ότι δεν έχεις να κάνεις μόνο με ένα συμπαίκτη. Πάντα υπάρχει κάποιος που ξεχωρίζει και τον θεωρείς καλύτερο. Σημασία όμως έχει η ομάδα, το ομαδικό πνεύμα, το καλό κλίμα και κυρίως οι καλές σχέσεις και η χημεία που αναπτύσσεις με όλους τους συμπαίκτες σου. Αυτό είναι το πιο σημαντικό. Γι’ αυτό και τη δεδομένη στιγμή δεν μπορώ να επιλέξω έναν μόνο καλύτερο συμπαίκτη μου».

Κεφάλαιο Εθνική ομάδα. Μπορεί το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα με το υλικό που διαθέτει και με τις εμπειρίες που έχει αποκομίσει, να φέρει μια μεγάλη διάκριση στο μέλλον;

«Πιστεύω πως ναι. Η 2η θέση στη Μεσογειάδα της Πεσκάρα το 2015, θεωρώ πως ήταν η αρχή. Με τη σωστή νοοτροπία, τη σωστή προετοιμασία, τα κίνητρα στους διεθνείς, σε συνδυασμό με το πάθος και τη θέληση που έχουμε όλοι στην Εθνική, μπορούμε να φέρουμε ακόμα μεγαλύτερες επιτυχίες τόσο στη Σάλα όσο και στο Μπιτς Χάντμπολ. Έχουμε πλέον μια έμπειρη ομάδα, με ικανούς χειροσφαιριστές, με παραστάσεις από σαφώς πιο προηγμένα πρωταθλήματα από το Κυπριακό και όλα αυτά μαζί βοηθούν ώστε να ανέβει το επίπεδο μας και να έρθουν μεγαλύτερες επιτυχίες».

Ποια συμβουλή θα έδινες στους μικρούς χειροσφαιριστές μας ώστε κάποια στιγμή στην καριέρα τους να μπορέσουν να αγωνιστούν σε ψηλό επίπεδο;

«Όπως σε κάθε άθλημα, έτσι και στο χάντμπολ χρειάζονται θυσίες. Δεν μπορείς να βελτιωθείς αγωνιστικά εάν θα μοχθήσεις εντός και εκτός αγωνιστικού χώρου. Αυτό που εγώ θα τους συμβούλευα είναι να ξεπερνούν κάθε μέρα τα όρια τους. Να βάλουν στόχο να φτάσουν στο πιο ψηλό επίπεδο. Για να τα καταφέρουν όμως, θα πρέπει να δουλέψουν σκληρά, να έχουν ένα σωστό πρόγραμμα διατροφής και γυμναστηρίου και να κάνουν ατομικές προπονήσεις για να βελτιώσουν τις αδυναμίες τους. Όλα μπορούν να γίνουν εφικτά με πρόγραμμα και κυρίως θέληση».

Ποιο θεωρείς το μειονέκτημα που έχεις σαν αθλητής και ποιο το μεγαλύτερο προσόν σου;

«Το χάντμπολ είναι δυνατό άθλημα και η άμυνα κατ’ εμένα είναι η πιο σημαντική. Πρέπει να είσαι αρκετά δυνατός και παράλληλα να μπορείς να τη χρησιμοποιήσεις σωστά τη δύναμη σου στον αγώνα. Αυτό πιστεύω πως είναι το μειονέκτημα μου, ότι αν και δυνατός σαν αθλητής, δυσκολεύομαι κάποιες φορές να τη δείξω σωστά στον αγωνιστικό χώρο. Γι' αυτό και δουλεύω καθημερινά σ' αυτό το αδύνατο σημείο μου ώστε να το βελτιώσω. Όσο για το μεγαλύτερο μου προσόν, θεωρώ πως είναι τα πόδια μου. Η ταχύτητα μου και κυρίως η αλτικότητα μου, είναι στοιχεία τα οποία με βοηθούν στην επίθεση».

Αδερφός και συμπαίκτης σου ο Τζούλιο Αργυρού! Σκέφτηκες ποτέ να βρεθείς αντίπαλος του;

«Μέχρι στιγμής δεν έτυχε να τον έχω αντίπαλο μου. Μόνο στις προπονήσεις τον βρίσκω σαν αντίπαλο και σίγουρα είναι πολύ διαφορετικό από ένα επίσημο αγώνα. Πάντως εάν μετρούσα ποτέ τις νίκες που είχα απέναντι του έστω και στις προπονήσεις, οφείλω να αποκαλύψω πως είναι μετρημένες στο ένα μου χέρι (γέλια)».

Τέλος, θα θέλαμε τη δική σου συμβουλή ώστε να υπάρξει σημαντική αναβάθμιση του αθλήματος στην Κύπρο.

«Η δική μου συμβουλή απευθύνεται κυρίως στους παράγοντες που διοικούν το άθλημα είτε είναι στην Ομοσπονδία είτε στα Σωματεία. Πιστεύω πως ξέρουν πολύ καλά τι πρέπει να κάνουν και θα πρέπει να αφήσουν τα πολλά λόγια στην άκρη και να μιλήσουν επιτέλους με πράξεις. Χρειάζεται δουλειά, υπομονή και κυρίως συνεργασία από όλους μας για να επιτευχθεί. Φτάνει να το θέλουν όλοι όμως».

Keywords
Τυχαία Θέματα