Δικαίωση ΟΠΑΠ από Ανώτατο στην έφεση του Γενικού Εισαγγελέα

Το Ανώτατο Δικαστήριο προχώρησε σε ακύρωση της έφεσης του Γενικού Εισαγγελέα, Κώστα Κληρίδη, για την απόφαση του πρωτόδικού Δικαστηρίου με την οποία δινόταν το πράσινο φως στην Αστυνομία να προχωρήσει σε έρευνες, στα γραφεία της εταιρείας ΟΠΑΠ Κύπρου ΛτΔ.

Σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου, στις 11.12.2017

το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας κατόπιν αιτήματος της Αστυνομίας, το οποίο υποστηριζόταν από ένορκη δήλωση λοχία της δύναμης, εξέδωσε ένταλμα έρευνας στα γραφεία της ΟΠΑΠ Κύπρου στη Λευκωσίας (ΟΠΑΠ Κύπρου Λτδ).

Σύμφωνα με τα γεγονότα της υπόθεσης, το ένταλμα εκδόθηκε επειδή «υπήρχε εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι στα εν λόγω γραφεία του ΟΠΑΠ υπήρχαν συγκεκριμένα έγγραφα καθώς επίσης και άλλα έγγραφα σε ηλεκτρονική μορφή που θα παρείχαν απόδειξη για τη διάπραξη αριθμό αδικημάτων, τα οποία και αναγράφονταν στην ένορκη δήλωση, και φέρονται να διαπράχθηκαν στη Λευκωσία κατά τη χρονική περίοδο 1.1.2015 μέχρι 31.12.2016 από τον ΟΠΑΠ σε βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας».

Σύμφωνα με την απόφαση του δικαστηρίου, το ένταλμα ακυρώθηκε τελικά από το Ανώτατο Δικαστήριο, ασκώντας πρωτοβάθμια δικαιοδοσία, κατόπιν αίτησης του ΟΠΑΠ για την έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσης certiorari.

Να σημειωθεί ότι πρωτοδίκως, οι δύο πλευρές διατύπωσαν σωρεία εισηγήσεων προς την υποστήριξη των θέσεων τους. Μεταξύ άλλων, προωθήθηκε εκ μέρους του ΟΠΑΠ ότι δεν υπήρχε εύλογη υποψίας εμπλοκής του στην τέλεση των υπό διερεύνηση αδικημάτων. Επίσης, από πλευράς ΟΠΑΠ αναφέρθηκε ότι δεν υπήρχε μαρτυρία διασύνδεσης της εταιρείας ή των εγγράφων στα οποία αποσκοπούσε το ένταλμα έρευνας με τα αδικήματα που αναφέρονταν στην ένορκη δήλωση. Επίσης, η ένορκη δήλωση δεν περιείχε στοιχεία που να αποκαλύπτουν την διάπραξη αδικημάτων.

Εξετάζοντας λοιπόν το περιεχόμενο της ενόρκου δήλωσης, το πρωτόδικο δικαστήριο θεώρησε ότι τα στοιχεία είναι «αόριστα και ασαφή» και δεν είναι ικανά να δημιουργήσουν την απαιτούμενη εύλογη υπόνοια διάπραξης των αδικημάτων. Επίσης, δεν παρουσιάστηκαν «ικανά στοιχεία σύνδεσης ή συσχετισμού των εγγράφων με τα αδικήματα που αναφέρονται στην ένορκη δήλωση».

Τέλος, κρίνοντας το πρωτόδικο δικαστήριο ότι η ένορκη δήλωση «δεν παρουσιάζει ικανά στοιχεία σύνδεσης ή συσχετισμού των εγγράφων με τα αδικήματα που αναφέρονται σε αυτήν», θεώρησε ότι το υλικό δεν ήταν ικανό να παράσχει απόδειξη ως προς την διάπραξη των αδικημάτων ή οποιουδήποτε αδικήματος που αναφέρονται στην ένορκη δήλωση.

Στα αξιοσημείωτα είναι ότι όλοι οι δικαστές της εν λόγω δικαστικής απόφασης απέρριψαν ομόφωνα την έφεση του Γενικού Εισαγγελέα, χωρίς να υπάρχει διχογνωμία ανάμεσα στους.

Keywords
Τυχαία Θέματα